Η μια απαισιόδοξη είδηση διαδέχεται την άλλη. BASF και Lufthansa διορθώνουν προς τα κάτω τις προγνώσεις για τα κέρδη τους, Deutsche Bank και Ford ανακοινώνουν περικοπές χιλιάδων θέσεων εργασίας και οι σύνδεσμοι επιχειρηματιών βλέπουν το μέλλον με σκεπτικισμό. «Το δεύτερο εξάμηνο ξεκίνησε, αλλά τίποτα δεν παραπέμπει σε ενίσχυση της οικονομικής ανάπτυξης», εκτιμά ο Ραλφ Σολβίν ειδικός σε ζητήματα ανάπτυξης στην Commerzbank.
Οι εμπορικές διενέξεις που προκάλεσε ο αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ αφήνουν ολοένα και εντονότερο το αποτύπωμά τους διεθνώς. Έχουν, για παράδειγμα, αρνητική επίδραση στην εξωστρεφή γερμανική οικονομία. Η κινεζική αγορά, που είναι τόσο σημαντική για τις εξαγωγές γερμανικών αυτοκινήτων και μηχανημάτων, ασθμαίνει. Σε αυτό έρχεται να προστεθεί η περίοδος ριζικής αναδιάρθρωσης στην οποία βρίσκεται η γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία λόγω της στροφής στην ηλεκτροκίνηση, γράφει η Deutsche Welle.
Η ανάπτυξη έρχεται του χρόνου
Παρά τους όποιους κινδύνους που εγκυμονούν το επόμενο διάστημα για γερμανική οικονομία ο επικεφαλής του Γερμανικού Ινστιτούτου Οικονομικών Ερευνών (DIW) Μίχαελ Φράτσερ δεν βλέπει κανένα λόγο για υπερβολική απαισιοδοξία: «Δεν πρέπει να μας πανικοβάλλει ότι η οικονομία δεν αναπτύσσεται πια με τόσο γοργούς ρυθμούς. Πότε στο παρελθόν οι πυλώνες στους οποίους στηρίζεται η γερμανική οικονομία δεν ήταν τόσο σταθεροί όσο σήμερα». Ο πρόεδρος του DIW εννοεί προφανώς τον κατασκευαστικό κλάδο και την κατανάλωση, που εγγυώνται σήμερα την οικονομική ανάπτυξη στη Γερμανία. «Το γεγονός όμως ότι εξασθενεί η αναπτυξιακή δυναμική προκαλεί ανησυχία στον πληθυσμό, ο οποίος μειώνει την κατανάλωση, με συνέπεια την επιβράδυνση της ανάπτυξης», τονίζει ο Μίχαελ Φράτσερ και παροτρύνει το Βερολίνο να θέσει σε εφαρμογή ένα μακροπρόθεσμο επενδυτικό πρόγραμμα για να δοθεί νέα ώθηση στην γερμανική οικονομία.
Από την πλευρά του ο Τίμο Βολμερσχόιζερ, υπεύθυνος για ζητήματα ανάπτυξης στο οικονομικό ινστιτούτο του Μονάχου (ifo), εκτιμά ότι προς το τέλος της χρονιάς και κατάσταση θα βελτιωθεί αισθητά, τουλάχιστον στον βιομηχανικό τομέα. Με την πρόβλεψη αυτή συμφωνεί και ο πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Εργασίας (BA) Ντέτλεφ Σέελε, ο οποίος θεωρεί ότι οι χαμηλότεροι αναπτυξιακοί ρυθμοί της γερμανικής οικονομίας θα διαρκέσουν το πολύ μέχρι την επόμενη χρονιά και στη συνέχεια η οικονομία θα ξαναπάρει τα πάνω της.
Ο ειδικός του ινστιτούτου ifo θεωρεί ότι η πρόσφατη συμφωνία για τη δημιουργία ζώνης ελευθέρου εμπορίου μεταξύ ΕΕ-Mersosur θα επιδράσει θετικά στην γερμανική οικονομία: «Πρόκειται για ένα σημαντικό μήνυμα κατά της πολιτικής των δασμών, των κυρώσεων και των απειλών, με την οποία επιδιώκεται να αλλάξει η οικονομική τάξη πραγμάτων παγκοσμίως». Επιπλέον ο Τίμο Βολμερσχόιζερ θεωρεί ότι η πολιτική χαμηλών επιτοκίων της ΕΚΤ ωφελεί την γερμανική οικονομία, μιας και όπως λέει «θα προωθήσει τον κατασκευαστικό κλάδο».