Με αφορμή το πλήθος των εξεγέρσεων και κινητοποιήσεων που έλαβαν χώρα φέτος σε παγκόσμιο επίπεδο, ο αρθρογράφος των Financial Times, Γκίντεον Ράχμαν, χαρακτηρίζει το 2011 ως χρονιά της παγκόσμιας αγανάκτησης.
Υπάρχει άραγε κάτι που λέγεται παγκόσμια διάθεση; Ναι, απαντά ο Ράχμαν. Ποτέ άλλοτε δεν βλέπαμε σε τόσο πολλές χώρες σε όλο τον πλανήτη τόσες διαδηλώσεις. Το 2011 γίνεται η χρονιά της παγκόσμιας αγανάκτησης.
Τον τόνο τον έδωσε στην αρχή του χρόνου η «αραβική άνοιξη»: πρώτα έπεσαν τα καθεστώτα της Τυνησίας και της Αιγύπτου, για να ακολουθήσουν η εξέγερση στη Συρία και η ανατροπή του Καντάφι.
Οι εξεγέρσεις όμως δεν έχουν όλες τον ίδιο δραματικό χαρακτήρα. Κινητοποιήσεις στην Ευρώπη έχουν γίνει στην Αθήνα, στη Μαδρίτη και το Λονδίνο. Στην Ινδία, χιλιάδες διαδηλωτές ξεχύθηκαν στους δρόμους για να υποστηρίξουν τον ακτιβιστή και απεργό πείνας Άννα Χαζάρε, που ανάγκασε την κυβέρνηση να λάβει δραστικά μέτρα κατά της διαφθοράς. Διαδηλώσεις έγιναν και στην Κίνα με αφορμή ένα δυστύχημα σε ένα εργοστάσιο και στο σιδηρόδρομο υψηλής ταχύτητας. Στη Χιλή, τα συνδικάτα και οι φοιτητές διαδήλωναν για δύο μήνες, ζητώντας αύξηση των κοινωνικών δαπανών. Και στο Ισραήλ, οι μεγάλες λεωφόροι του Τελ Αβίβ καταλήφθηκαν από ανθρώπους που διαμαρτύρονταν για το κόστος διαβίωσης.
Υπάρχουν βέβαια μεγάλες διαφορές ανάμεσα σε όλες αυτές τις κινητοποιήσεις, επισημαίνει ο βρετανός αρθρογράφος. Γιατί να συγκρίνουμε ένα βρετανό πλιατσικολόγο με ένα λίβυο εξεγερμένο; Τι σχέση έχει μια κινέζα νοικοκυρά που διαμαρτύρεται για ένα χημικό εργοστάσιο στο Νταλιάν με έναν ισραηλινό εργαζόμενο που ζητάει να μειωθεί το νοίκι;
Τα συμπεράσματα από όλες αυτές τις κινητοποιήσεις πρέπει έτσι να είναι προσεκτικά. Όμως υπάρχουν κοινά σημεία. Σε πολλές από τις φετινές εξεγέρσεις, μια ελίτ με διεθνείς διασυνδέσεις γίνεται στόχος απλών πολιτών που αισθάνονται αποκλεισμένοι από την οικονομική ανάπτυξη και είναι εξοργισμένοι με τη διαφθορά.
Πολλές από τις χώρες όπου σημειώνονται κινητοποιήσεις έχουν δεχθεί την αύξηση των ανισοτήτων ως το τίμημα που πρέπει να πληρωθεί για την ταχεία οικονομική ανάπτυξη. Ο Πίτερ Μάντελσον, αρχιτέκτονας του θριάμβου του Τόνι Μπλερ, δήλωσε κάποτε ότι δεν έχει πρόβλημα με τους ανθρώπους που πλουτίζουν, όποια μέσα κι αν χρησιμοποιούν. Η Χιλή ήταν ο πρωτοπόρος των μεταρρυθμίσεων της ελεύθερης αγοράς στη Λατινική Αμερική. Στην Ινδία, οι επαύλεις των δισεκατομμυριούχων κτίστηκαν δίπλα στις καλύβες.
Κι όμως, πολλές από τις παραπάνω χώρες έχουν μια ισχυρή παράδοση ισονομίας. Ο Χαζάρε αντέγραψε συνειδητά τις μεθόδους και το λεξιλόγιο του Μαχάτμα Γκάντι. Πολλοί από τους διαδηλωτές στο Ισραήλ νοσταλγούν τις σοσιαλιστικές παραδόσεις του κινήματος των κιμπούτς. Οι αγανακτισμένοι της Μαδρίτης, της Αθήνας και του Παρισιού ζητούν να μην καταργηθεί το «ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο», που υπόσχεται δωρεάν παιδεία και υγεία.
Θα μπορούσε να θεωρήσει κανείς ότι συνδετικός ιστός όλων αυτών των κινητοποιήσεων είναι η παγκοσμιοποίηση, που αύξησε τα εισοδήματα των πλουσίων, διατηρώντας χαμηλά των εισοδήματα των ανειδίκευτων εργατών, ιδίως στη Δύση. Όμως η δημιουργία μιας «παγκόσμιας διάθεσης» είναι κάτι μυστηριώδες. Το 1968, πριν εφευρεθούν η παγκοσμιοποίηση και το Internet, έγιναν φοιτητικές εξεγέρσεις σε όλο τον κόσμο. Το 1989 δεν έπεσε μόνο το Τείχος, έγινε και η εξέγερση στην πλατεία Τιεν Ανμέν. Θα γίνει άραγε και το 2011 μια αντίστοιχη «χρονιά παγκόσμιας εξέγερσης»;
Εξαίρεση σ’ αυτόν τον κανόνα αποτελούν οι Ηνωμένες Πολιτείες, όπου η οργή για τις ανισότητες δεν έχει μεταφραστεί σε αναταραχή στους δρόμους. Στη χώρα αυτή υπάρχει μια πολιτική κουλτούρα που χαρακτηρίζεται λιγότερο από την ισονομία και περισσότερο από τον ατομισμό. Κι ενώ υπάρχουν μεγάλες αμοιβές για τους επιτυχημένους, υπάρχει και η έντονη αίσθηση ότι οι παραβάτες του νόμου τιμωρούνται. Μερικοί μπορεί να ενοχλούνται από το θέαμα υψηλών στελεχών που διαπομπεύονται για τη σεξουαλική τους συμπεριφορά, αλλά το μήνυμα είναι πως ουδείς είναι υπεράνω του νόμου και η διαφθορά δεν είναι ανεκτή.