Για άρνηση να ενισχύσει το ΕΣΥ και να στηρίξει την οικονομία με ζεστό χρήμα, σε αντίθεση με όλη την Ευρώπη, κατηγόρησε ο Αλέξης Χαρίτσης την κυβέρνηση, τονίζοντας ότι «αν η κυβέρνηση δεν πάρει ουσιαστικά μέτρα τώρα αλλά περιμένει να μπούμε βαθύτερα στην ύφεση, θα καταλήξει να ζητήσει ξανά θυσίες από τον ελληνικό λαό».
Ειδικότερα, σε συνέντευξή στου στον ρ/σ «Alpha 98.9», ο τομεάρχης Ανάπτυξης και Επενδύσεων του ΣΥΡΙΖΑ τόνισε ότι «Η στήριξη του συστήματος υγείας πρέπει να είναι το πρώτο μέλημα όλων στην πρωτοφανή κρίση που βιώνουμε» και κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι «δεν προχωρά ούτε στην ενίσχυση του ΕΣΥ ούτε στην στήριξη της οικονομίας» παρόλο που, όπως πρόσθεσε, «διαθέτει συγκεκριμένες δυνατότητες».
Είπε ότι η κυβέρνηση ξεκίνησε να μιλά για παροδική ύφεση και κάθε δίμηνο αναθεωρεί τις προβλέψεις της επi τα χείρω, για να υπογραμμίσει ότι «παρόλο όμως που στο προσχέδιο του προϋπολογισμού εκτιμούν διψήφια ύφεση για το 2020 και αναιμική ανάπτυξη για το 2021 και παρά το γεγονός ότι η οικονομία μας πρόσφατα βγήκε από μια δεκαετή κρίση, δεν την στηρίζουν με ζεστό χρήμα όπως γίνεται σε όλη την Ευρώπη».
Ο κ. Χαρίτσης είπε ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ κατάφερε να νοικοκυρέψει τα δημόσια οικονομικά και να δημιουργήσει το απόθεμα των 37 δισ. «ακριβώς για τέτοιες περιστάσεις», σημειώνοντας ότι «αυτές τις δυνατότητες πρέπει να τις αξιοποιήσει τώρα η κυβέρνηση». Ωστόσο, τόνισε, «με την πολιτική τους οδηγούν σε κατάρρευση και τα έσοδα του κράτους, όπου ήδη έχει δημιουργηθεί «τρύπα» 10 δισ. ευρώ». «Οι δαπάνες του σήμερα δεν είναι οι φόροι του αύριο, όπως υποστηρίζει το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης, αλλά επένδυση για το μέλλον της κοινωνίας μας», σημείωσε.
Η άμεση ανάκαμψη τύπου V θεωρείται απίθανη
Η κυβέρνηση εδώ και καιρό επιδίδεται σε ένα εμπόριο ελπίδας με εξαιρετικά ανεύθυνο τρόπο: αντιμετωπίζει την πανδημία ως μια σύντομη παρένθεση, παραβιάζει την επιστημονική δεοντολογία όσο αφορά το εμβόλιο και υπόσχεται ταχεία ανάκαμψη της οικονομίας, γράφει σε λέρθρο στην “Αυγή”. Η επιλογή αυτή εγκυμονεί κινδύνους για τη δημόσια υγεία καθώς στην ουσία κλείνει το μάτι στη χαλάρωση των μέτρων.
Την ίδια στιγμή, δεν βλέπει το προφανές: ότι η ελληνική οικονομία έχει δεχτεί -εξαιτίας και των κυβερνητικών αποφάσεων και παραλείψεων- ένα βαρύτατο πλήγμα και η προοπτική της άμεσης ανάκαμψης -του περίφημου V- θεωρείται απίθανη.
Κάτι που αξίζει ιδιαίτερου σχολιασμού σχετικά με την έκθεση Πισσαρίδη είναι η εναγώνια προσπάθεια του κ. Μητσοτάκη να παρουσιάσει το κείμενο αυτό ως ένα “αντικειμενικό” πόρισμα που περιέχει αυταπόδεικτες αλήθειες και άρα πρέπει “να μείνει εκτός κομματικής αντιπαράθεσης”. Δεν είναι η πρώτη φορά που η κυβέρνηση κρύβεται πίσω από τους “ειδικούς” για να προωθήσει την ατζέντα της. Αλλά αυτή τη φορά το κάνει με ένα πόρισμα το οποίο δεν έχει αξίωση επιστημονικής ανάλυσης, αλλά πολιτικής στρατηγικής. Ο λόγος είναι απλός.
Ο κ. Μητσοτάκης θέλει να καθορίσει και να οριοθετήσει από σήμερα το πλαίσιο της επόμενης μέρας. Και για να το κάνει αυτό χρησιμοποιεί ένα σκληρά νεοφιλελεύθερο πόρισμα που δεν αφήνει κανένα περιθώριο παρερμηνείας: η χώρα την επόμενη μέρα θα επιστρέψει με μαθηματική ακρίβεια στην εποχή των πιο απαιτητικών αξιώσεων της μνημονιακής επιτροπείας.