Ξεκινά η δεύτερη δίκη του Ντόναλντ Τραμπ στη Γερουσία.
Σύμφωνα με πηγές στις ΗΠΑ, η διαδικασία θα ξεκινήσει με μια συζήτηση για το αν είναι συνταγματική ή όχι, επειδή δεν είναι πλέον πρόεδρος των ΗΠΑ. Η ακροαματική διαδικασία πρόκειται να ξεκινήσει το μεσημέρι της Τετάρτης.
Οι 9 Δημοκρατικοί βουλευτές, που έχουν αναλάβει τον ρόλο των κατηγόρων, ελπίζουν ότι θα πείσουν τα 100 μέλη της Γερουσίας να καταδικάσουν τον Τραμπ και να του απαγορεύσουν να διεκδικήσει στο μέλλον οποιοδήποτε δημόσιο αξίωμα. Για να τιμωρηθεί απαιτούνται τα δύο τρίτα των ψήφων, κάτι που σημαίνει πως θα πρέπει να πείσουν 17 Ρεπουμπλικάνους να ψηφίσουν υπέρ της καταδίκης του. Μέχρι στιγμής, πέντε έχουν δείξει θετικοί σε αυτό.
Οι συνήγοροι του πρώην προέδρου, στη σύνοψη της τακτικής που θα ακολουθήσουν και η οποία κατατέθηκε στη Γερουσία, επιμένουν ωστόσο ότι η παραπομπή του είναι αντισυνταγματική και γι’ αυτό θα πρέπει να απορριφθεί το κατηγορητήριο.
Υποστηρίζουν επίσης ότι η πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων Νάνσι Πελόζι και οι σύμμαχοί της προχώρησαν στην παραπομπή «για δικό τους πολιτικό όφελος». Η νομική ομάδα του Τραμπ υποστηρίζει επίσης ότι η Γερουσία δεν έχει την αρμοδιότητα να τον δικάσει, από τη στιγμή που πλέον ιδιωτεύει.
Μικρές οι πιθανότητες να καταδικαστεί ο Τραμπ
Ο Τραμπ αποχώρησε από τον Λευκό Οίκο στις 20 Ιανουαρίου, μετά την ήττα του στις προεδρικές εκλογές από τον Τζο Μπάιντεν. Τον περασμένο μήνα, η προσπάθεια να απορριφθεί η υπόθεση με το σκεπτικό ότι είναι αντισυνταγματική η παραπομπή του, δεν πέρασε: υπέρ ψήφισαν μόνο οι 45 από τους 50 Ρεπουμπλικάνους γερουσιαστές του Σώματος.
Η Βουλή παρέπεμψε τον Τραμπ σε δίκη στις 13 Ιανουαρίου, με αφορμή την ομιλία του προς τους υποστηρικτές του, λίγες ημέρες νωρίτερα. Είναι ο πρώτος πρόεδρος στην ιστορία που παραπέμπεται δύο φορές και ο μοναδικός που θα δικαστεί αφού έχει αποχωρήσει από την προεδρία.
Σε εκείνη την ομιλία του, στις 6 Ιανουαρίου, ο Τραμπ επανέλαβε τους αναπόδεικτους ισχυρισμούς του για νοθεία στις εκλογές του Νοεμβρίου και προέτρεψε τους υποστηρικτές του να κάνουν πορεία στο Καπιτώλιο, λέγοντάς τους «να σταματήσουν την κλοπή», να «δείξουν δύναμη» και «να αγωνιστούν κολασμένα».
Η εισβολή διέκοψε τη διαδικασία επικύρωσης της νίκης του Τζο Μπάιντεν στις εκλογές, καθώς βουλευτές και γερουσιαστές έτρεξαν να κρυφτούν σε ασφαλή καταφύγια. Πέντε άνθρωποι σκοτώθηκαν, μεταξύ των οποίων και ένας αστυνομικός.
Οι δικηγόροι του Τραμπ, σύμφωνα με την εφημερίδα Washington Post, υποστηρίζουν ότι η ομιλία του πρώην προέδρου «δεν ήταν μια πράξη ενθάρρυνσης ενός οργανωμένου κινήματος για την ανατροπή» της κυβέρνησης των ΗΠΑ. Λένε επίσης, στο έγγραφο που κατέθεσαν σήμερα, ότι ο Τραμπ χρησιμοποίησε τη λέξη «fight» («πολεμώ, αγωνίζομαι») λίγο παραπάνω από πέντε φορές, αλλά πάντα με τη «μεταφορική» έννοιά της, εννοώντας ότι οι οπαδοί του θα έπρεπε «να υψώσουν τη φωνή τους», όπως συμβαίνει συχνά τις δημόσιες ομιλίες.
Σύμφωνα πάντα με το νομικό επιτελείο του Ρεπουμπλικάνου μεγιστάνα, το FBI επιβεβαιώνει ότι οι ταραχές της 6ης Ιανουαρίου είχαν σχεδιαστεί πολλές ημέρες πριν από την ομιλία του Τραμπ και κατά συνέπεια δεν είχαν καμία σχέση με αυτήν. Εκείνοι που εισέβαλαν στο Καπιτώλιο το έκαναν με δική τους πρωτοβουλία, πρόσθεσαν.