Σύγχυση και ανάμεικτες αναφορές προκάλεσε η στάση της Κίνας στη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, κι ενώ πολλοί προσπάθησαν να αποκωδικοποιήσουν τη στάση του Σι Τζινπίνγκ.
Η Κίνα συνεχίζει δημοσίως να εκφράζει ρητά την καταδίκη της στη ρωσική εισβολή. Ωστόσο, όπως αναφέρει ανάλυση του Ινστιτούτου Peterson για τα Διεθνή Οικονομικά, τα στοιχεία δείχνουν ότι η Κίνα δεν ενεργεί για να υπονομεύσει τις οικονομικές και χρηματοοικονομικές κυρώσεις στη Ρωσία, αλλά έχει κάνει κινήσεις για να στηρίξει την οικονομική απομόνωση της Ρωσίας. Σύμφωνα με τους αναλυτές του Ινστιτούτου, η στάση της Κίνας είναι το αποτέλεσμα του υπολογισμού κόστους-οφέλους από τον πρόεδρο Σι, που φαίνεται να είναι πολύ πιο ορθολογικός από τον Βλαντίμιρ Πούτιν.
Από την έναρξη της ρωσικής εισβολής, αναφέρουν οι αναλυτές, δύο μεγάλες κινεζικές κρατικά ελεγχόμενες τράπεζες φέρεται ότι αρνήθηκαν να παράσχουν εγγυητικές επιστολές σε αμερικανικά δολάρια για τη χρηματοδότηση εισαγωγών από τη Ρωσία. Η Ασιατική Τράπεζα Επενδύσεων Υποδομών, στην οποία η Κίνα είναι ο μεγαλύτερος μέτοχος, ανακοίνωσε την αναστολή κάθε νέου δανεισμού προς τη Ρωσία. Αντίστοιχη ανακοίνωση έγινε και από τη Νέα Αναπτυξιακή Τράπεζα (BRICS Bank) που έχει έδρα τη Σαγκάη.
Σειρά κινεζικών εταιρειών σταματούν τις δραστηριότητες στη Ρωσία
Την ίδια ώρα πολλές κινεζικές ιδιωτικές εταιρείες έχουν επίσης προχωρήσει στην αναστολή πωλήσεων στη Ρωσία ή σταματούν τις δραστηριότητές τους. Ανάμεσά τους και οι μεγαλύτεροι κατασκευαστές smartphone, που έχουν μερίδιο 60% στη ρωσική αγορά, συμπεριλαμβανομένων των Huawei, Oppo και Xiaomi, οι οποίες μείωσαν δραστικά τις εξαγωγές, ακολουθώντας το παράδειγμα της Apple και της Samsung. Η Geely, ιδιοκτήτρια της Volvo και η κινεζική εταιρεία κατασκευής υπολογιστών Lenovo ανέστειλαν τις εξαγωγές, ενώ η TikTok, που ανήκει στην ByteDance σταμάτησε να παρέχει υπηρεσίες στη Ρωσία. Παράλληλα, ο όμιλος Fuyao Glass Industry Group, που έγινε γνωστός από το βραβευμένο με όσκαρ ντοκιμαντέρ του 2019 «American Factory» μετέφερε μέρος της παραγωγής του στη Ρωσία πίσω στην Κίνα.
Οι αναλυτές επισημαίνουν ότι η παρακολούθηση της οικονομικής αποδέσμευσης στην πλήρη έκτασή της ενδέχεται να είναι δύσκολη, αφού οι κινεζικές εταιρείες συνήθως διστάζουν να κάνουν δημόσιες δηλώσεις. Ρώσος αξιωματούχος που είναι υπεύθυνος για τη διατήρηση της ασφάλειας των αεροπλάνων αποκάλυψε ότι η Κίνα αρνήθηκε να παράσχει ανταλλακτικά στον εμπορικό στόλο των ρωσικών αεροπορικών εταιρειών – η Boeing και η Airbus είχαν ήδη ανακοινώσει την αναστολή των πωλήσεων ανταλλακτικών στη Ρωσία. Ο αξιωματούχος απολύθηκε για τις δηλώσεις του.
Όλα αυτά συντείνουν στο συμπέρασμα ότι η Κίνα είναι έως και απίθανο να παράσχει στρατιωτική βοήθεια στη Ρωσία, έστω και μόνο επειδή οι ΗΠΑ είναι πιθανόν να απαντήσουν με σκληρές κυρώσεις στην ίδια την Κίνα.
Η Κίνα είναι βαθιά ενσωματωμένη στην παγκόσμια οικονομία
Οι αναλυτές επισημαίνουν ότι οι γεωπολιτικοί στόχοι της Κίνας μπορεί να ευθυγραμμίζονται εν μέρει με εκείνους της Ρωσίας. Η Μόσχα και το Πεκίνο συμμερίζονται την άποψη ότι οι ΗΠΑ είναι οικονομικά αποδυναμωμένες και ότι η συμπεριφορά τους αποτελεί απειλή για την ασφάλεια. Ωστόσο τα οικονομικά συμφέροντα της Κίνας είναι διαφορετικά από τις ανησυχίες της για την ασφάλεια.
Η Κίνα είναι βαθιά ενσωματωμένη στην παγκόσμια οικονομία. Το μερίδιό της στο παγκόσμιο εμπόριο έχει αυξηθεί σημαντικά κατά τη διάρκεια της πανδημίας, όπως και το μερίδιό της στις παγκόσμιες εισροές άμεσων επενδύσεων. Με βάση τις εκτιμήσεις, το μερίδιο της Κίνας στο παγκόσμιο εμπόριο στα τέλη του 2021 ήταν περίπου 17% και το μερίδιό της στις παγκόσμιες εισροές άμεσων επενδύσεων στο τέλος του γ’ τριμήνου του 2021 ήταν 19%. Οι συνολικές εμπορικές ροές της, που ξεπέρασαν τα 6 τρισ. δολάρια πέρυσι, κάνουν τις ρωσικές να φαίνονται μικροσκοπικές.
Οι κινεζικές εταιρείες και η κινεζική ηγεσία, αναφέρουν οι αναλυτές του Ινστιτούτου, γνωρίζουν ότι η χώρα τους θα ήταν πολύ εκτεθειμένη σε περίπτωση παραβίασης των κυρώσεων. Δεδομένο το ότι η κινεζική κυβέρνηση έθεσε πρόσφατα τον στόχο ανάπτυξης του ΑΕΠ για το 2022 στο 5,5%, βάζοντας τον πήχη ψηλότερα απ’ ότι θα περίμεναν οι οικονομολόγοι, το γεγονός ότι μεγάλο μέρος της κινεζικής οικονομίας υπόκειται σε δυτικές κυρώσεις αποτελεί έναν κίνδυνο για τον πρόεδρο Σι, που επιδιώκει μια τρίτη θητεία, που δεν είναι πιθανό να αναλάβει.