Συγκρατημένοι παραμένουν οι ξένοι επιχειρηματίες ως προς την υλοποίηση επενδύσεων στις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων, παρ’ όλο που, μεταρρυθμίσεις στο επιχειρηματικό και φορολογικό περιβάλλον, αποτέλεσαν κίνητρα για την προσέλκυσή τους, εδώ και δεκαετίες, επισημαίνουν αναλυτές που εξετάζουν την περιοχή και επικεντρώνουν την προσοχή τους στην ανάγκη υλοποίησης “γενναίων” μεταρρυθμίσεων, οι οποίες στοχεύουν στη διαμόρφωση ενός νέου μοντέλου οικονομικής ανάπτυξης.
Σύμφωνα με τους ίδιους, οι κυβερνήσεις στις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων θα πρέπει να αλλάξουν τον αναπτυξιακό “προσανατολισμό”, που, μέχρι σήμερα, είχε ως βάση την εγχώρια ζήτηση, την εισροή ξένου επενδυτικού κεφαλαίου και τον δανεισμό, και να περάσουν στην περίοδο, κατά την οποία, οι εξαγωγές θα αποτελούν την κύρια πηγή της οικονομικής ανάπτυξης.
Πρόσφατα, ο πρέσβης των ΗΠΑ στην Κροατία, Τζέιμς Φόλει, τόνισε ότι οι επενδυτές μπορούν να διακρίνουν τη δυναμική των χωρών της περιοχής, κυρίως λόγω των προγραμματισμένων ενεργειακών έργων, ωστόσο, απομακρύνουν από το σχεδιασμό τους την υλοποίηση επενδύσεων, λόγω θεμάτων που σχετίζονται με φαινόμενα διαφθοράς και έλλειψη νομικής ασφάλειας.
Ο κ. Φόλεϊ – μετέδωσε το πρακτορείο “Ρόιτερ” – δήλωσε ότι, επιχειρηματίας από τις ΗΠΑ που ήθελε να επενδύσει εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια στον τουριστικό τομέα της Κροατίας, “έφυγε από τη χώρα, διότι περίμενε πέντε χρόνια για να του απαντήσει η κυβέρνηση σχετικά με το θέμα της μίσθωσης γης”.
Οι χώρες των Δυτικών Βαλκανίων, με εξαίρεση την Αλβανία, αποτελούσαν μέρη της πρώην, ενιαίας Γιουγκοσλαβίας, η οποία, τη δεκαετία του ’90, “είδε” τους “τίτλους τέλους” γι’ αυτήν: Πολεμικές συγκρούσεις κράτησαν τους επενδυτές μακριά από την περιοχή και οδήγησαν την ενιαία (τότε) οικονομία σε αποδυνάμωση, έως ότου πολιτικοί που προχωρούν σε μεταρρυθμίσεις, κάνουν τα πρώτα βήματα οικονομικής ανασυγκρότησης, το 2000, στη Σερβία και την Κροατία.
Ωστόσο, η ανάπτυξη των οικονομιών της περιοχής βασίστηκε σε λανθασμένο μοντέλο, τονίζουν αναλυτές, όπως ο Χρβόιε Στόιτς από την Hypo Alpe Adria. “Η περιοχή ”υποφέρει” από έλλειψη εξαγωγικών υποδομών. Η ανάπτυξη της οικονομίας θα έχει γερές βάσεις, μόνο, εάν βασίζεται σε μεταρρυθμίσεις στους τομείς της υγείας, της συνταξιοδότησης, της κοινωνικής πρόνοιας και της φορολογίας”, είπε.
Οι μεταρρυθμίσεις για την αναμόρφωση των οικονομικών συστημάτων και την εναρμόνισή τους με τα ευρωπαϊκά, υλοποιούνται σταδιακά και όπως δήλωσε ο Τίμοθι Άς από τη Βασιλική Τράπεζα της Σκωτίας, “το ερώτημα είναι, αν μακροπρόθεσμα, η περιοχή θα είναι σε θέση να αναπτυχθεί με μικρότερες άμεσες ξένες επενδύσεις”.
Η Σερβία, η μεγαλύτερη αγορά, με περισσότερα από επτά εκατομμύρια κατοίκους, το τελευταίο μήνα, υιοθέτησε δεκαετές σχέδιο δράσης για την οικονομική ανάπτυξη, το οποίο θέτει στο επίκεντρό του, τη μείωση των δημοσίων δαπανών, την αύξηση του μεριδίου των εξαγωγών και τη συρρίκνωση του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών.
Οι αναλυτές στη Σερβία παραμένουν σκεπτικοί, παρά την ανακοίνωση του σχεδίου, ιδίως, αφού οι κοινοβουλευτικές εκλογές στις αρχές του 2012, ήδη διαμορφώνουν την πολιτική “ατζέντα” και δημιουργούν – όπως τονίζουν – εμπόδια για τις περαιτέρω μεταρρυθμίσεις.
Σύμφωνα με τον Μίροσλαβ Ζντράβκοβιτς από το Ινστιτούτο Οικονομίας του Βελιγραδίου, οι ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις θα απαιτήσουν τόσο βαθιές τομές, που θα είναι δύσκολο έως και απίθανο να τις διαχειριστεί κάποιος (στην πολιτική εξουσία). Γι’ αυτό το λόγο, πρόσθεσε, το Βελιγράδι θα εξακολουθήσει να “ζει” στο “βασίλειο του ελεγχόμενου χάους”.
Το 2009, η κυβέρνηση της Σερβίας αποφάσισε να “παγώσει” τους μισθούς και τις συντάξεις, υπό το πλαίσιο που ορίζει, άλλωστε, η δανειοδοτική συμφωνία με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ). Επίσης, επετράπη η υποτίμηση του εθνικού νομίσματος (δηναρίου) κατά 30% σε σχέση με το ευρώ, την περασμένη διετία. Οι σερβικές εξαγωγές αυξήθηκαν, το εννεάμηνο του 2010, κατά 13%, έναντι του αντίστοιχου διαστήματος του 2009.
Στην ατζέντα της οικονομικής πολιτικής των κυβερνήσεων των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων βρίσκεται και η ιδιωτικοποίηση κρατικών εταιριών, η οποία εκτιμάται ότι θα μπορούσε να δημιουργήσει νέο κύκλο επενδύσεων και να δώσει ώθηση στην περιφερειακή αγορά.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ