Ως επακόλουθο του πολέμου στην Ουκρανία, οι επισιτιστικές κρίσεις επιδεινώθηκαν και εντός του 2022 αναμένεται ότι θα αυξηθεί ουσιαστικά ο «λογαριασμός» που καλούνται να πληρώσουν οι χώρες που εισάγουν τρόφιμα, λόγω της εκτόξευσης της τιμής των σιτηρών και των λιπασμάτων, προειδοποίησε σήμερα ο Οργανισμός Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών (FAO).
«Οι παγκόσμιες δαπάνες για την εισαγωγή τροφίμων αναμένεται ότι θα καταγράψουν αύξηση 51 δισεκ. δολαρίων (φτάνοντας τα 1,8 τρισεκ. δολάρια), σε σύγκριση με το 2021. Από αυτά, τα 49 δισ. δολάρια προέρχονται μόνο από την αύξηση των τιμών», αναφέρει ο FAO στην ετήσια έκθεσή του που τιτλοφορείται «Προοπτικές Εφοδιασμού» που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα.
Αυτή η αύξηση του λογαριασμού «εξηγείται σε πρώτη φάση από την εκτόξευση της τιμής (των τροφίμων) και των μεταφορικών και όχι από την αύξηση του όγκου» των εξαγωγών, σημειώνεται στην έκθεση.
Το 2022 η παγκόσμια παραγωγή των κυριότερων ειδών δημητριακών θα υποχωρήσει, για πρώτη φορά έπειτα από τέσσερα χρόνια. Το ίδιο θα συμβεί και με την κατανάλωση, σε παγκόσμιο επίπεδο, που μειώνεται για πρώτη φορά τα τελευταία 20 χρόνια, σύμφωνα με τον FAO.
Η παγκόσμια παραγωγή σταριού θα μειωθεί ελαφρά, στα 771 εκατομμύρια τόνους, αφενός επειδή η συγκομιδή πλήττεται από φαινόμενα ξηρασίας –όπως για παράδειγμα στην Ινδία– και αφετέρου λόγω του πολέμου στην Ουκρανία. Στη χώρα αυτή η εθνική ένωση γεωργών εκτιμά ότι η παραγωγή θα μειωθεί κατά τουλάχιστον 40% και οι εξαγωγές θα πέσουν στο μισό (10 εκατομμύρια τόνοι).
«Το ανησυχητικό συμπέρασμα: πολλές ευάλωτες χώρες δαπανούν περισσότερα χωρίς όμως να παραλαμβάνουν περισσότερα τρόφιμα», παρατηρεί ο FAO. «Αυτές είναι ανησυχητικές ενδείξεις, όσον αφορά την επισιτιστική ασφάλεια, αφού υποδηλώνουν ότι οι εισαγωγείς δυσκολεύονται να χρηματοδοτήσουν το ολοένα και αυξανόμενο κόστος».