Ο επικεφαλής αναλυτής της Morgan Stanley Μάικ Γουίλσον, που είχε προβλέψει σωστά τη βουτιά της Wall Street στο πρώτο εξάμηνο, προειδοποιεί τους επενδυτές να αντισταθούν στις τοποθετήσεις σε μετοχές παρά το ράλι με το οποίο υποδέχτηκε η αγορά της χτεσινές αποφάσεις της Fed.
Σύμφωνα με τον Γουίλσον, που μίλησε στο CNBC μετά το χτεσινό άλμα της Wall Street, ο ενθουσιασμός της Wall Street γύρω από την ιδέα ότι η Fed θα αρχίσει επιβραδύνει τις αυξήσεις των επιτοκίων της είναι πρόωρος και προβληματικός.
“Η αγορά πάντα κάνει ράλι στο διάστημα που η Fed σταματά τις αυξήσεις μέχρι να ξεκινήσει η ύφεση. Αλλά αυτή τη φορά είναι απίθανο να υπάρξει μεγάλη χρονική απόκλιση από το τέλος της σύσφιξης της Fed και της ύφεσης” είπε, προσθέτοντας χαρακτηριστικά ότι “σε τελική ανάλυση, θα είναι παγίδα”.
Σύμφωνα με τον Γουίλσον, τα πιο πιεστικά ζητήματα στην παρούσα φάση είναι η επίδραση που θα έχει η οικονομική επιβράδυνση στα εταιρικά κέρδη και ο κίνδυνος υπερβολικής σύσφιξης από τη Federal Reserve.
“Η αγορά υπήρξε λίγο πιο δυνατή από ό,τι φανταζόσασταν, δεδομένου ότι τα σήματα για την ανάπτυξη ήταν σταθερά αρνητικά. Ακόμα και η αγορά ομολόγων τώρα αρχίζει να αποδέχεται το γεγονός ότι η Fed πιθανότατα θα προχωρήσει πολύ μακριά και θα μας οδηγήσει σε ύφεση”, επισήμανε.
Σημειώνεται ότι η τιμή στόχος του Γουίλσον για τον S&P 500 στο τέλος του χρόνου είναι στις 3.900 μονάδες, μία από τις χαμηλότερες στην αγορά, ενώ σημαίνει πτώση άνω του 3% από το χτεσινό κλείσιμο και περισσότερο από 19% από το υψηλό που είχε πιάσει τον Ιανουάριο.
Η πρόβλεψή του περιλαμβάνει επίσης και μία ακόμα πτωτική κίνηση που θα φέρει τον S&P 500 ίσως κάτω και από τις 3.636 μονάδες – το χαμηλό 52 εβδομάδων που κατέγραψε τον περασμένο μήνα.
“Η τρέχουσα bear market έχει κρατήσει αρκετά αλλά το πρόβλημα είναι ότι δεν έχει ολοκληρωθεί και χρειάζεται να κάνουμε αυτή την τελική κίνηση, που δεν νομίζω ότι ήταν το χαμηλό του Ιουνίου”, ανέφερε.
Μάλιστα, ο Γουίλσον πιστεύει ότι ο S&P 500 μπορεί να πέσει ακόμα και στις 3.000 μονάδες, σε ένα σενάριο ύφεσης εντός του 2022.
Όπως τονίζει, είναι πραγματικά σημαντικό να πλαισιώνεις κάθε επένδυση με τη ερώτηση ποιο είναι το μέγιστο όφελος σε σχέση με τη μέγιστη ζημία. Στην παρούσα φάση “παίρνεις πολύ ρίσκο για μαζέψεις ό,τι έχει απομείνει στο τραπέζι. Και για μένα αυτό δεν είναι επένδυση”, είπε.
Ο ίδιος θεωρεί τον εαυτό του συντηρητικά τοποθετημένο, σημειώνοντας ότι είναι underweight στις μετοχές και του αρέσουν αμυντικά κλάδοι, όπως η υγειονομική περίθαλψη, το real estate, τα βασικά καταναλωτικά είδη και οι υπηρεσίες κοινής ωφελείας. Βλέπει επίσης πλεονεκτήματα στη διατήρηση μετρητών και ομολόγων αυτή τη στιγμή.
Όπως ανέφερε καταλήγοντας, “προσπαθούμε να προσφέρουμε στους πελάτες μας μια καλή ανταμοιβή κινδύνου. Αυτή τη στιγμή, η σχέση ρίσκου – ανταμοιβής θα έλεγα ότι είναι περίπου στο 10 προς 1. Και δεν είναι καλό αυτό”.