Κατά τη διάρκεια της ρωσικής κατοχής στην πόλη Μπούτσα, που βρίσκεται κοντά στο Κίεβο, σκοτώθηκαν 458 άμαχοι εκ των οποίων οι 419 εκτελέσθηκαν ή πέθαναν από βασανιστήρια, δήλωσε η αναπληρώτρια δήμαρχος της Μπούτσα Μιχαηλίνα Σκόρικ- Σκαρόφσκαγια κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου.
“Στην επικράτεια της κοινότητας Μπούτσα βρήκαμε και ταυτοποιήσαμε 458 πτώματα, ανθρώπους που σκοτώθηκαν κατά τη ρωσική στρατιωτική εισβολή. Από αυτούς οι 419 σκοτώθηκαν από Ρώσους στρατιωτικούς. Μεταξύ των νεκρών είναι 12 παιδιά, έως ηλικίας 21 ετών” , δήλωσε η αντιδήμαρχος.
Μεταξύ των νεκρών 366 είναι άνδρες και 86 γυναίκες.
Σύμφωνα με την Σκαρόφσκαγια, οι περισσότεροι εκτελέσθηκαν μέσα στα αυτοκίνητά τους ενώ προσπαθούσαν να φύγουν από την πόλη, 116 πτώματα βρέθηκαν σε ομαδικό τάφο κοντά στην εκκλησία του Αποστόλου Ανδρέα και Αγίων Πάντων.
Επίσης περισσότεροι από 50 σοροί δεν είχαν ταφεί, και βρίσκονται ακόμη στα νεκροτομεία δήλωσε η ίδια, προσθέτοντας ότι πέντε εξ αυτών δεν κατέστη δυνατόν να ταυτοποιηθούν, μάλιστα οι εμπειρογνώμονες δεν μπορούσαν να προσδιορίσουν στις περιπτώσεις αυτές και το φύλο.
Μεταξύ των νεκρών υπάρχουν πολλοί ηλικιωμένοι, οι οποίοι όσο ζούσαν “ήσαν πολύ αδύναμοι, άρρωστοι και δεν μπορούσαν να κινηθούν ώστε να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους”, δήλωσε ιερέας ο οποίος βοήθησε να ταφούν οι κάτοικοι στον ομαδικό τάφο κοντά στην εκκλησία.
Η Σκαρόφσκαγια πρόσθεσε ότι αιχμαλωτίσθηκαν 14 κάτοικοι, ενώ 10 θεωρούνται αγνοούμενοι.
Στα τέλη Ιουλίου η αστυνομία της περιοχής του Κιέβου είχε ανακοινώσει ότι στην περιοχή από την έναρξη του πολέμου εντοπίσθηκαν τα πτώματα 1.448 αμάχων, εκ των οποίων 216 δεν έχουν ταυτοποιηθεί μέχρι σήμερα.
Ο διευθυντής της αστυνομίας της περιοχής του Κιέβου Αντρέι Νεμπίτοφ δήλωσε ότι αυτή τη στιγμή 300 άνθρωποι θεωρούνται αγνοούμενοι κατά την διάρκεια των εχθροπραξιών.
Τα ρωσικά στρατεύματα βρισκόντουσαν στην πόλη Μπούτσα περισσότερο από ένα μήνα. Μετά την οπισθοχώρησή τους στα τέλη Μαρτίου οι τοπικές αρχές και οι δημοσιογράφοι βρήκαν στην πόλη δεκάδες πτώματα και μαζικούς τάφους. Δορυφορικές φωτογραφίες δείχνουν ότι τα πτώματα στους δρόμους της πόλης υπήρχαν κατά τη διάρκεια της ρωσικής κατοχής. Η Ρωσία αρνείται τη συμμετοχή του ρωσικού στρατού στις δολοφονίες αμάχων, χαρακτηρίζοντας τα όσα είδαν το φως της δημοσιότητας “προβοκάτσια και σκηνοθεσία”.