Ολομέτωπη επίθεση στον προκάτοχό του, Ντόναλντ Τραμπ, εξαπέλυσε ο Τζο Μπάιντεν, κατηγορώντας τον ίδιο και τους οπαδούς του για «εξτρεμισμό», που «απειλεί να καταστρέψει τα θεμέλια της Δημοκρατίας»
«Ο πρώην πρόεδρος και όσοι ενστερνίζονται την ιδεολογία που συνοψίζεται στη φράση Make America Great Again (Ας ξανακάνουμε την Αμερική σπουδαία) δεν σέβονται το Σύνταγμα. Δεν πιστεύουν στο κράτος του δικαίου. Δεν αναγνωρίζουν τη βούληση του λαού» είπε ο πρόεδρος των ΗΠΑ.
Πίσω του, φωτισμένο στον νυχτερινό ουρανό, ως φόντο λειτουργούσε το Independence Hall, το κτίριο από κόκκινα τούβλα όπου υιοθετήθηκαν η Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας και το Σύνταγμα των ΗΠΑ.
Ο 79χρονος Δημοκρατικός, ο οποίος εκφώνησε εκεί την πρώτη του προεκλογική ομιλία όταν διεκδικούσε την προεδρία, γνωρίζει πολύ καλά ότι η Πενσιλβάνια, η πολιτεία όπου βρίσκεται η Φιλαδέλφεια, είναι πιθανόν κλειδί των ενδιάμεσων εκλογών του Νοεμβρίου. Και, κατά συνέπεια, της υπόλοιπης θητείας του.
Η ομιλία του ηγέτη των Δημοκρατικών αντανακλά την πρόθεσή του να δραματοποιήσει τις επικείμενες ενδιάμεσες εκλογές, που παραδοσιακά δεν ευνοούν το κόμμα που αντιπροσωπεύεται στον Λευκό Οίκο. Σκοπός του είναι να τις μετατρέψει, ούτε λίγο ούτε πολύ, σε δημοψήφισμα για τον Ντόναλντ Τραμπ.
Οι αντιπρόσωποι της ριζοσπαστικής δεξιάς «εναγκαλίζονται την οργή. Τρέφονται από το χάος. Δεν ζουν στο φως της αλήθειας, αλλά στο σκοτάδι των ψεμάτων», πέταξε ο αρχηγός του κράτους, που θέλει να ηλεκτρίσει το εκλογικό ακροατήριο των Δημοκρατικών και να πείσει τους αναποφάσιστους.
Ο Τζο Μπάιντεν είχε ήδη χρησιμοποιήσει προεκλογικά το ρεφρέν περί «μάχης» για την «ψυχή της Αμερικής», αν και σε πολύ πιο ήπια ατμόσφαιρα, συμφιλίωσης, εκκλήσεων για ενότητα.
Για καιρό ο πρώην γερουσιαστής, βετεράνος της αμερικανικής πολιτικής, διαλαλούσε τα καλά της συνεργασίας με τους καλοπροαίρετους Ρεπουμπλικάνους. Όχι όμως χθες βράδυ.
«Δεν ενστερνίζονται όλοι οι Ρεπουμπλικάνοι αυτή την ακραία ιδεολογία», αναγνώρισε, προτού βγάλει ακόμη ένα βέλος από τη φαρέτρα: «δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι το σημερινό Ρεπουμπλικανικό κόμμα κυριαρχείται, καθοδηγείται και εκφοβίζεται από τον Ντόναλντ Τραμπ» και τους οπαδούς του.
Καταγγέλλοντας τις συνεχείς και αβάσιμες επιθέσεις του μεγιστάνα των ακινήτων εναντίον της εγκυρότητας του αποτελέσματος των εκλογών του 2020 και αυτών του 2024, ο Τζο Μπάιντεν είπε «δεν μπορείτε να αγαπάτε τη χώρα σας μόνο όταν νικάτε».
Μερικές ώρες αφού ο Ντόναλντ Τραμπ υποσχέθηκε χθες Πέμπτη ότι θα απονείμει χάρη σε όσους καταδικάστηκαν για την επίθεση στο ομοσπονδιακό Καπιτώλιο την 6η Ιανουαρίου 2021, ο Δημοκρατικός πρόεδρος τόνισε «δεν υπάρχει καμία θέση για την πολιτική βία στις ΗΠΑ», επιμένοντας πως η αμφισβήτηση των εκλογικών αποτελεσμάτων θα οδηγούσε σε «χάος».
Όταν κατά τη διάρκεια της ομιλίας μια ομάδα πολιτικών αντιπάλων του που είχαν συγκεντρωθεί κοντά στο σημείο φώναξαν εν χορώ «Fuck Joe Biden», ο πρόεδρος αντέτεινε: «Είναι δικαίωμά τους να αγανακτούν. Έχουμε δημοκρατία».
Δεν αντιστάθηκε πάντως στον πειρασμό να σχολιάσει: «ουδέποτε άφησαν να τους πνίξουν οι καλοί τρόποι».
Δημοσκοπήσεις
Σύμφωνα με δημοσκόπηση που δημοσίευσε χθες η εφημερίδα Wall Street Journal, αν οι ενδιάμεσες εκλογές διεξάγονταν σήμερα, το 47% του εκλογικού σώματος θα ψήφιζε τους Δημοκρατικούς και το 44% τους Ρεπουμπλικάνους.
Η δεξιά διατηρούσε προβάδισμα 5 μονάδων τον Μάρτιο.
Οι Δημοκρατικοί μπορούν έτσι να ονειρεύονται επιτυχία στις εκλογές με τις οποίες θα ανανεωθεί η σύνθεση του συνόλου της Βουλής των Αντιπροσώπων και του ενός τρίτου της Γερουσίας. Στις ενδιάμεσες εκλογές
Αλλά οι δημοσκοπήσεις φυσικά δεν δίνουν καμιά σιγουριά και στην αμερικανική πολιτική ζωή δύο μήνες ίσον μια αιωνιότητα.
Ο πολιτικός διάλογος έχει μετατοπιστεί από την αρχή του καλοκαιριού.
Ο πληθωρισμός έχει επιβραδυνθεί κάπως, ενώ ο Τζο Μπάιντεν πέτυχε να υιοθετηθεί σειρά μεταρρυθμίσεων και ανακοίνωσε τον θάνατο του ηγέτη της Αλ Κάιντα σε αμερικανικό αεροπορικό πλήγμα στην Καμπούλ. Κάτι που εξασθένησε τους δύο μεγάλους άξονες της εκστρατείας των Ρεπουμπλικανών — περί την αγοραστική δύναμη και τη δυνατότητα του γηραιότερου προέδρου που εξελέγη ποτέ στην ιστορία των ΗΠΑ να κυβερνήσει.
Αρκετές δημοσκοπήσεις δείχνουν πως αυξάνεται η βαρύτητα θεμάτων που ευνοούν τους Δημοκρατικούς, για παράδειγμα του δικαιώματος στην άμβλωση και των κοινωνικών κεκτημένων, την ώρα που οι Ρεπουμπλικάνοι εκλαμβάνονται ολοένα περισσότερο ως αντιδραστικοί από μέρος του εκλογικού σώματος.
Στις πρώτες τους αντιδράσεις χθες, Ρεπουμπλικάνοι αποπειράθηκαν να επαναφέρουν τη συζήτηση στις θεματικές που είναι πιο ευνοϊκές για αυτούς.
«Δεν έχει τίποτα η ψυχή της Αμερικής», διέγνωσε ο γερουσιαστής Λίντσεϊ Γκρέιαμ, ο οποίος, έπειτα από ένα σύντομο διάλειμμα, επανήλθε στις τάξεις των πιστότερων συμμάχων του κ. Τραμπ. «Οι Αμερικανοί υποφέρουν εξαιτίας των πολιτικών σας. Τον ραγδαία αυξανόμενο πληθωρισμό. Την ανεξέλεγκτη εγκληματικότητα. Την άνοδο της τρομοκρατίας. Τα κατεστραμμένα σύνορα. Αφήστε τα κηρύγματα», πρόσθεσε, απευθυνόμενος στον πρόεδρο Μπάιντεν.
Πρόσφατα, ο Τζο Μπάιντεν κατηγόρησε τους οπαδούς του Ντόναλντ Τραμπ ότι ενστερνίστηκαν ιδεολογία που ονόμασε «ημιφασισμό». Ο όρος προκάλεσε αγανάκτηση στο συντηρητικό στρατόπεδο, που τον κατηγόρησε πως τροφοδοτεί τον διχασμό.
Ο Κέβιν Μακάρθι, ο Ρεπουμπλικάνος ο οποίος προαλείφεται για το αξίωμα-κλειδί του προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων, κατηγόρησε χθες τον πρόεδρο Μπάιντεν πως «δαιμονοποιεί», ούτε λίγο ούτε πολύ, «εκατομμύρια σκληρά εργαζόμενων νομοταγών Αμερικανών».