Την επέκταση της χρηματοδότησης προς την Ουκρανία στα 18 δισ. ευρώ για το 2023 εξετάζει η ΕΕ, προκειμένου να βοηθήσει στην κάλυψη επειγουσών χρηματοδοτικών αναγκών, παρόλο που η ήδη εγκεκριμένη ευρωπαϊκή βοήθεια δισεκατομμυρίων δεν έχει φτάσει ακόμη στον αποδέκτη, γράφει το Bloomberg.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή συζητά τη νέα πρόταση χρηματοδότησης, με στόχο να παρέχονται κάθε μήνα τουλάχιστον τα μισά από τα 3 έως 3,5 δισ. ευρώ που χρειάζεται η Ουκρανία.
Οι δυτικοί σύμμαχοι, και υπό την πίεση των ΗΠΑ, αναζητούν τρόπους προκειμένου να διατηρηθεί όρθια η ουκρανική οικονομία, καθώς ο πόλεμος διανύει ήδη τον δέκατο μήνα του και τα αιτήματα του Κιέβου για περισσότερη βοήθεια πληθαίνουν. Έχουν διατυπωθεί και επικρίσεις προς την ΕΕ ότι δεν έχει εκπληρώσει στο ακέραιο τις προηγούμενες δεσμεύσεις της, ύψους σχεδόν 9 δισ. ευρώ.
Σύμφωνα με πληροφορίες, μέρος της χρηματοδότησης πιθανώς θα αφορά δανεικά και όχι αγύριστα (επιχορηγήσεις). Η οικονομική βοήθεια που παρέχεται στην Ουκρανία έχει χορηγηθεί μέχρι στιγμής ad hoc, μέσω δανείων με ευνοϊκούς όρους που εγγυώνται κυρίως τα κράτη-μέλη.
«Λόγω της συνεχιζόμενης ανάγκης για βραχυπρόθεσμη ανακούφιση, θα μπορούσε να εξεταστεί μια πιο δομημένη λύση που θα επιτρέψει υψηλότερο βαθμό προβλεψιμότητας», δήλωσε ο επικεφαλής προϋπολογισμού της ΕΕ Γιοχάνες Χαν, κατά τη διάρκεια διάσκεψης στις Βρυξέλλες τη Δευτέρα.
Η Ουκρανία χρειάζεται ξένη οικονομική βοήθεια περίπου 38 δισ. δολάρια το επόμενο έτος. Οι ΗΠΑ είναι πρόθυμες να τη στηρίζουν με 1,5 δισ. δολάρια τον μήνα καθ’ όλη τη διάρκεια του πολέμου, είπαν πηγές του Bloomberg, και αντίστοιχου ύψους συνεισφορά αναμένουν και από την ΕΕ.
Τα χρήματα θεωρούνται απαραίτητα για την κάλυψη βασικών δημόσιων δαπανών, καθώς και αναγκών σχολείων, νοσοκομείων και υποδομών ζωτικής σημασίας υποδομών.
Η δυσαρέσκεια και οι καθυστερήσεις οφείλονται ως έναν βαθμό σε ενδοευρωπαϊκές διαφωνίες για το εάν η βοήθεια θα πρέπει να έχει μορφή επιχορηγήσεων ή δανείων και για το πώς θα δομηθούν οι εγγυήσεις.
Η ΕΕ έχει παράσχει περίπου 19 δισ. ευρώ στην πληττόμενη χώρα από τότε που εισέβαλε η Ρωσία, πλην της στρατιωτικής υποστήριξης, κυρίως μέσω δανείων με ευνοϊκούς όρους, σύμφωνα με την πρόεδρο της Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν.