Οι ρωσικές δυνάμεις δεν έβαλαν στο στόχαστρο συγκροτήματα κατοικιών κατά την πυραυλική τους επίθεση στην Ουκρανία, ανακοίνωσε το Κρεμλίνο σήμερα, δύο ημέρες μετά την ρωσική πυραυλική επίθεση που έπληξε πολυκατοικία στην Ντνίπρο, στο ανατολικό τμήμα της Ουκρανίας, στοιχίζοντας τη ζωή, σύμφωνα με το Κίεβο, σε τουλάχιστον 35 αμάχους.
“Οι ρωσικές ένοπλες δυνάμεις δεν βομβαρδίζουν κτίρια με κατοικίες, ούτε τις μη στρατιωτικές υποδομές, βομβαρδίζουν στρατιωτικούς στόχους”, σημείωσε ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πεσκόφ, προσθέτοντας ότι “η κατάσταση” στην Ντνίπρο είναι αποτέλεσμα των ουκρανικών αντιαεροπορικών πυραύλων και του αντιαεροπορικού συστήματος άμυνας.
Ο Πεσκόφ συνέχισε εξάλλου λέγοντας ότι τα άρματα μάχης που προγραμματίζει η Βρετανία να στείλει στην Ουκρανία “θα καούν”.
Το Λονδίνο ανακοίνωσε το Σάββατο ότι θα αποστείλει στο Κίεβο 14 από τα άρματα μάχης του Challenger 2, όπως και άλλη προηγμένη υποστήριξη πυροβολικού τις ερχόμενες εβδομάδες.
“Χρησιμοποιούν αυτήν την χώρα ως εργαλείο για να επιτύχουν τους αντιρωσικούς τους σκοπούς”, σημείωσε ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου.
“Αυτά τα άρματα μάχης καίγονται και θα καούν ακριβώς όπως τα υπόλοιπα”, πρόσθεσε.
Οι νέες προμήθειες από χώρες όπως η Βρετανία και η Πολωνία δεν θα αλλάξουν την κατάστααση στο πεδίο, τόνισε επίσης.
Ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου κατέληξε εξάλλου λέγοντας ότι οποιαδήποτε σύγκρουση ανάμεσα στο υπουργείο Άμυνας της Ρωσίας και της Ιδιωτικής Στρατιωτικής Εταιρείας Wagner “υφίσταται αποκλειστικά στον ενημερωτικό χώρο”, υπονοώντας ότι ήταν εφεύρεση των μέσων ενημέρωσης.
Παράλληλα ο αντιπρόεδρος της ρωσικής κυβέρνησης Αλεξάντερ Νόβακ δήλωσε στη διάρκεια κυβερνητικής συνόδου που μεταδόθηκε σήμερα από την κρατική τηλεόραση ότι τα έσοδα του προϋπολογισμού από το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο αυξήθηκαν κατά 28% ή 2,5 τρισεκατομμύρια ρούβλια (περίπου 36,71 δισεκατομμύρια δολάρια) το 2022.
Ο Νόβακ πρόσθεσε επίσης ότι η Gazprom αύξησε τις προμήθειές της αερίου στην Κίνα μέσω του αγωγού Power of Siberia σε 15,5 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα το 2022 και ότι η πετρελαϊκή παραγωγή αυξήθηκε 2% στους 535 εκατομμύρια τόνους, με τις εξαγωγές πετρελαίου να αυξάνονται κατά 7%.