Αναστάτωση έχει προκληθεί από το σκάνδαλο διοξίνης στη Γερμανία, που αποκτά μεγαλύτερες διαστάσεις, από ότι αρχικά είχε εκτιμηθεί.
Το σκάνδαλο, κατά το οποίο περίπου 3.000 τόνοι μολυσμένης τροφής διανεμήθηκαν σε περισσότερες από 1.000 φάρμες εκτροφής πουλερικών και χοίρων σε οκτώ γερμανικά κρατίδια, ενώ αρχικά, η μολυσμένη τροφή είχε υπολογιστεί σε 500 τόνους, έχει αναστατώσει το καταναλωτικό κοινό αλλά και τη γερμανική κυβέρνηση, που επιχειρεί να περιορίσει τις επιπτώσεις εντός και εκτός της χώρας.
Από τη Δευτέρα έχει σταματήσει η διακίνηση αυγών και κρέατος από τις γερμανικές φάρμες, ενώ οι επίσημες ανακοινώσεις αναφέρουν ότι στο εμπόριο βρίσκονται δεκάδες χιλιάδες αυγά από φάρμες με μολυσμένη τροφή, πολλά από τα οποία έχουν εξαχθεί στην Ολλανδία. Από δύο φάρμες της Βόρειας Ρηνανίας – Βεστφαλίας, όπου έχει εντοπιστεί η διοξίνη, έχουν διακινηθεί 100.000 αυγά. Επιπλέον, άλλα 136.000 αυγά από φάρμα στην Κάτω Σαξονία έχουν εξαχθεί στην Ολλανδία στις αρχές Δεκεμβρίου για την παρασκευή τροφίμων.
Σύμφωνα με εκπρόσωπο της κυβέρνησης, για την υπόθεση έχει ενημερωθεί η Κομισιόν, ενώ δεν είναι γνωστό να έχουν εξαχθεί προϊόντα σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Η προέλευση της διοξίνης εντοπίστηκε σε γερμανική εταιρεία παραγωγής ζωοτροφών, η οποία φαίνεται να χρησιμοποίησε ένα λιπαρό οξύ στη ζωοτροφή το οποίο χρησιμοποιείται κανονικά για την παραγωγή βιοντίζελ.
Σύμφωνα με αξιωματούχους, αυγά, χοιρινό κρέας, γαλοπούλες και κοτόπουλα, στα οποία εντοπίστηκαν υψηλότερα επίπεδα διοξίνης από τα επιτρεπτά, πωλήθηκαν και καταναλώθηκαν.
Σύμφωνα πάντως με το γερμανικό Ομοσπονδιακό Ίδρυμα για την Αξιολόγηση του Κινδύνου (BfR) ο κίνδυνος για τους καταναλωτές που έφαγαν το κρέας και τα αυγά είναι ασήμαντος. «Δεν υπάρχει σοβαρός κίνδυνος για την υγεία», ανέφερε ένας εκπρόσωπος του ινστιτούτου.