Η τελευταία πολιτική θύελλα στην Ιταλία εκδηλώθηκε σε έναν φαινομενικά καθαρά χειμωνιάτικο ουρανό, μέσα σε διάστημα μικρότερο των 24 ωρών. Η πρώτη παρατήρηση που μπορεί λοιπόν να κάνει κανείς -σημειώνει το περιοδικό Economist- είναι ότι η ιταλική πολιτική είναι ασταθής.
Αυτό μπορεί να ακούγεται αυτονόητο, αλλά γεγονός είναι ότι οι αγορές το είχαν ξεχάσει. Ο Λαός της Ελευθερίας, το κόμμα του Σίλβιο Μπερλουσκόνι, απέσυρε την υποστήριξή του προς την κυβέρνηση του Μάριο Μόντι λίγες ημέρες αφού τα «σπρεντ» είχαν μειωθεί σε επίπεδα που υποδείκνυαν ότι όλη η πολιτική και οικονομική αναταραχή των δύο τελευταίων ετών ήταν χωρίς νόημα, αναφέρει το Economist.
Τώρα τα «σπρεντ» παίρνουν ξανά την ανηφόρα. Η ατμόσφαιρα που επικρατούσε την Πέμπτη στη Ρώμη παρέπεμπε σε μια χώρα που οδεύει προς εκλογές με απρόβλεπτο αποτέλεσμα.
Η τεχνοκρατική κυβέρνηση του Μάριο Μόντι είχε ως τώρα την υποστήριξη του Λαού της Ελευθερίας, του κεντροαριστερού Δημοκρατικού Κόμματος και της Ένωσης Κέντρου.
Παρόλο που ο ηγέτης του Δημοκρατικού Κόμματος Πιερ Λουίτζι Μπερσάνι δηλώνει ότι θα παραμείνει πιστός στον Μόντι μέχρι τέλους, έχει λόγους να επιθυμεί πρόωρες εκλογές.
Το κόμμα του βρίσκεται σε άνοδο και το ποσοστό του υπερβαίνει στις δημοσκοπήσεις το 30%. Οι προκριματικές εκλογές για την ανάδειξη του υποψηφίου του στέφθηκαν από επιτυχία. Με λίγη βοήθεια από τους συμμάχους του, το κόμμα μπορεί να επιστρέψει στην εξουσία με άνετη πλειοψηφία και στα δύο σώματα.
Το ερώτημα που τίθεται είναι γιατί ο Μπερλουσκόνι βιάζεται να γίνουν εκλογές, τις οποίες είναι πολύ πιθανό να κερδίσουν οι αντίπαλοί του; Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις δίνουν στο κόμμα του μόλις 16%, λιγότερο από το κόμμα του Μπέπε Γκρίλο.
Αυτό που είναι κακό όμως για τον Λαό της Ελευθερίας δεν είναι κατ’ ανάγκη κακό και για τον Μπερλουσκόνι.
Μια πρόωρη εκλογική αναμέτρηση θα στείλει στις καλένδες τα σχέδια για προκριματικές εκλογές που ενδέχεται να δώσουν το «δαχτυλίδι» σε κάποιον άλλο.
Θα αναβληθεί, επίσης, και η συζήτηση για έναν νέο εκλογικό νόμο. Το σημερινό σύστημα δημιουργεί κοινοβουλευτική αστάθεια και ο Μπερλουσκόνι ενδέχεται να εκτιμά ότι μόνο κερδισμένος βγαίνει από αυτή την αστάθεια.
Μια πρόωρη αναμέτρηση, τέλος, θα σταματήσει τις προσπάθειες να απαγορευτεί η υποψηφιότητα σε όσους έχουν καταδικαστεί για αδικήματα. Να σημειωθεί ότι ο Σ.Μπερλουσκόνι κρίθηκε πρόσφατα ένοχος για φοροδιαφυγή (αν και είναι πιθανό να ασκήσει έφεση).
Δεν συμφωνούν όλοι με τη θέση του Σίλβιο Μπερλουσκόνι. Ο πρώην υπουργός Εξωτερικών Φράνκο Φρατίνι εξέφρασε την διαφωνία του και μπορεί να ακολουθήσουν κι άλλοι. Ο Μπερλουσκόνι μπορεί να πετύχει τους στόχους του, αλλά με τίμημα τη διάσπαση του κόμματός του.
Ο γραμματέας του Λαού της Ελευθερίας Αντζελίνο Αλφάνο δήλωσε στη Βουλή της Ιταλίας: «Η εμπειρία της Κυβέρνησης Μόντι ολοκληρώθηκε. Δεν τηρήθηκαν οι δεσμεύσεις για την μεταρρύθμιση σχετικά με την ποινική ευθύνη των δικαστικών και για ένα νέο νόμο που έπρεπε να ρυθμίζει τις τηλεφωνικές παρακολουθήσεις με δικαστική εντολή».
Σύμφωνα, πάντως, με τον Αλφάνο «το κόμμα του θα εγγυηθεί μια ήρεμη ολοκλήρωση της νομοθετικής περιόδου, με την έγκριση του κρατικού προϋπολογισμού του 2013».
Ο Αλφάνο είχε συναντηθεί, νωρίτερα, με τον Ιταλό πρόεδρο, Τζόρτζιο Ναπολιτάνο.
Σήμερα το απόγευμα, σύμφωνα με τα ιταλικά μέσα ενημέρωσης, πρόκειται να συναντηθεί με τον Ναπολιτάνο και ο επικεφαλής του Δημοκρατικού κόμματος και υποψήφιος πρωθυπουργός των προοδευτικών Πιερλουίτζι Μπερσάνι.
Στην συνέχεια, πριν ανακοινώσει τις αποφάσεις του, ο Ιταλός πρόεδρος είναι πολύ πιθανό να έχει συνάντηση και με τον πρωθυπουργό Μάριο Μόντι.
Είναι σαφές, λένε αναλυτές, ότι η Ιταλία βαδίζει ολοταχώς προς πρόωρες βουλευτικές εκλογές που μπορεί να προκηρυχθούν για τέλη Φεβρουαρίου ή για τις αρχές Μαρτίου.
Αν οι περισσότεροι βουλευτές του κόμματος Λαός της Ελευθερίας συνεχίζουν να απέχουν, αυτό δεν σημαίνει ότι θα ανατρέψουν αναγκαστικά την κυβέρνηση Μόντι.
Η Κυβέρνηση μπορεί να κερδίσει ψηφοφορίες εμπιστοσύνης και χωρίς τη στήριξή τους. Θα είναι όμως ευάλωτη σε επιθέσεις από τη Δεξιά.
Επιπλέον, το πρόβλημα δεν είναι μόνο αριθμητικό. Ο Μόντι μπορεί να μην έχει εκλεγεί, αλλά μέχρι τώρα στηριζόταν στην ψήφο των εκλεγμένων αντιπροσώπων των δύο μεγαλυτέρων κομμάτων της χώρας.
Αυτό τώρα αλλάζει. Και η επικράτηση σε μια ψηφοφορία όπου οι αντιπρόσωποι του ενός από τα δύο κόμματα απέχουν, ισοδυναμεί -τουλάχιστον- με ηθική ήττα.