Τρεις εβδομάδες στοχευμένων γαλλικών κτυπημάτων στο βόρειο Μάλι έχουν οδηγήσει τον ανταρτικό στρατό των ισλαμιστών σε «αποδιοργάνωση», δήλωσε ο Γάλλος υπουργός Άμυνας Ζαν Ιβ Λεντριάν.
Ο Λεντριάν έκανε λόγο για «καμπή» στη γαλλική επέμβαση στη χώρα της δυτικής Αφρικής, καθώς οι ισλαμιστές φαίνεται να έχουν χάσει τη στρατιωτική συνοχή τους.
Οι δηλώσεις του έγιναν τη στιγμή που οι γαλλικές δυνάμεις εδραιώνουν τον έλεγχο τους στο Κίνταλ, την τελευταία μεγάλη πόλη η οποία κατεχόταν από τις δυνάμεις των ισλαμιστών.
Η Γαλλία έχει δηλώσει έτοιμη να παραδώσει τον έλεγχο των πόλεων τις οποίες έχει καταλάβει στην πολυεθνική δυτικοαφρικανική δύναμη, η οποία ήδη έχει αρχίσει να αναπτύσσεται στο Μάλι.
Η δύναμη αυτή θα αναλάβει τις περαιτέρω εκκαθαριστικές επιχειρήσεις στην έρημο και στις ορεινές εκτάσεις του βορείου τμήματος της χώρας.
Ο Λεντριάν σημείωσε ωστόσο ότι «η μάχη δεν έχει ολοκληρωθεί», ενώ πρόσθεσε ότι η Γαλλία θα εκφραζόταν θετικά για την ανάπτυξη ειρηνευτικής δύναμης του ΟΗΕ στο Μάλι.
Εξάλλου, η δυνατή αμμοθύελλα η οποία είχε αναστείλει την προέλαση του γαλλικού στρατού στο εσωτερικό του Κίνταλ την Τετάρτη, έχει αρχίσει να υποχωρεί και οι γαλλικές δυνάμεις αναμένεται σύντομα να αναπτυχθούν πλήρως στην πόλη.
Τραόρε: Συνομιλίες μόνο με τους Τουαρέγκ
Το κοσμικό Εθνικό Μέτωπο για την Απελευθέρωση του Αζαουάντ (MNLA), το οποίο εκφράζει τους εθνικά Τουαρέγκ, έχει δηλώσει ότι θα υποστηρίξει την είσοδο των γαλλικών δυνάμεων στην πόλη, ωστόσο δεν θα επιτρέψει την είσοδο στο στρατό του Μάλι.
Οι Τουαρέγκ κατηγορούν τον στρατό της χώρας για «εγκλήματα» και στόχευση τουαρέγκ και αράβων πολιτών, ενώ παρόμοιες καταγγελίες υπάρχουν και από οργανώσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Υπό την πίεση της Γαλλίας, ο μεταβατικός πρόεδρος του Μάλι Ντιονκούρντα Τραόρε δήλωσε ότι είναι έτοιμος για διάλογο με τους Τουαρέγκ, με τον όρο όμως να εγκαταλείψουν κάθε διεκδίκηση για ανεξαρτησία του Βόρειου Μάλι.
Ο Τραόρε, μιλώντας στο γαλλικό ραδιοφωνικό δίκτυο RFI, απέκλεισε κάθε πιθανότητα για διάλογο με οποιαδήποτε ισλαμιστική οργάνωση.
Την ανάπτυξη κυανόκρανων εξετάζει ο ΟΗΕ
Η αποστολή κυανόκρανων στο Μάλι βρίσκεται στο επίκεντρο συζητήσεων στη έδρα των Ηνωμένων Εθνών, στη Νέα Υόρκη.
Το θέμα αναμένεται να έλθει προς συζήτηση και στο Συμβούλιο Ασφαλείας του οργανισμού.
Η ανάπτυξη μιας τέτοιας δύναμης, ωστόσο, προϋποθέτει το τέλος των στρατιωτικών επιχειρήσεων στο βόρειο τμήμα της χώρας.
Ένα τέτοιο σχέδιο θα χρειαζόταν επίσης την έγκριση παραγόντων της περιοχής, όπως της Αλγερίας, καθώς και δυνάμεων με δυνατότητα χρήσης βέτο στο Συμβούλιο Ασφαλείας, όπως της Ρωσίας.
Η πρέσβης των ΗΠΑ στον ΟΗΕ Σούζαν Ράις έχει ήδη δηλώσει ότι η αμερικανική στάση έναντι μίας τέτοιας πρωτοβουλίας θα ήταν θετική.
Διπλωμάτες εκτιμούν ωστόσο ότι η υλοποίηση μίας τέτοιας πρωτοβουλίας θα χρειαζόταν μήνες διαβουλεύσεων.
Μία δύναμη κυανοκράνων θα μπορούσε να φθάνει τις 5000 άνδρες, σύμφωνα με διπλωματικές πηγές.
Το χρονικό της διαίρεσης
Τα δύο είδη του ισλάμ στο Μάλι εξηγεί σε συνέντευξή του προς τον «Monde» ο ανθρωπολόγος Ζιλ Ολντέρ, ερευνητής του CNRS και ειδικός στην αφρικανική αυτή χώρα -η οποία είναι πλέον διαιρεμένη, καθώς οι υποχωρούντες στα πεδία των μαχών ισλαμιστές του βορρά έχουν ανακηρύξει την ανεξαρτησία τους από τον πιο μετριοπαθή Νότο. Με δυο λόγια, ο «αγώνας για επικράτηση» στο Μάλι παίζεται ανάμεσα στο αφρικανικό και το αραβικό ισλάμ.
«Το ιστορικό σουνιτικό ισλάμ του Μάλι, με το οποίο ταυτίζεται το 80% του πληθυσμού, προτείνει ένα οικουμενικό δόγμα ικανό να προσαρμοστεί στους τοπικούς πολιτισμούς», λέει ο Ολντέρ. Αλλά «από το 1945, ο ουαχαμπιτισμός που ήρθε από την Σαουδική Αραβία επιτίθεται στην παράδοση αυτή με στόχο την “επαναραβοποίηση” του ισλάμ».
Μετά την ανεξαρτησία από τη Γαλλία το 1960, το σοσιαλιστικό καθεστώς έσπρωξε στο περιθώριο τους ουαχαμπίτες και επανέφερε την κοσμικότητα. Όμως η δικτατορία που το διαδέχθηκε οκτώ χρόνια αργότερα, ανέτρεψε την τάση αυτή ευνοώντας τους ουαχαμπίτες που την είχαν στηρίξει. Με την αποκατάσταση της δημοκρατίας το 1991, απαγορεύτηκαν τα θρησκευτικά κόμματα και οι μετριοπαθείς σουνίτες πήραν πάλι το πάνω χέρι.
Αλλά μετά το πραξικόπημα του 2012 (που έδωσε και την ευκαιρία στον Βορρά να αποσχιστεί), δημιουργήθηκε στο Νότο ένα υπουργείο Θρησκευτικών Υποθέσεων και Λατρείας το οποίο ανέλαβε στέλεχος του Ανώτατου Ισλαμικού Συμβουλίου του Μάλι _ που τελευταίως λειτουργεί σαν «ουαχαμπιτικό κόμμα» και προωθεί την ιδέα μιας ισλαμικής δημοκρατίας (ακόμη και πριν την επικράτηση των ακραίων ισλαμιστών στον Βορρά).
Στο νότιο Μάλι, πρώτα οι μετριοπαθείς σουνίτες αλλά στη συνέχεια και οι ουαχαμπίτες καταδίκασαν την καταστροφή των μνημείων του Βορρά από τους εξτρεμιστές _ αν και οι πρώτοι δεν επιθυμούν την επιβολή του νόμου της Σαρία στη χώρα ενώ οι δεύτεροι δηλώνουν διατεθειμένοι να συζητήσουν την εφαρμογή της Σαρία την οποία απαιτεί ο Βορράς.
Οι μετριοπαθείς σουνίτες «υπερασπίζονται ένα ισλάμ αφροκεντρικό, χωρίς κόμπλεξ απέναντι στους Αραβες και αυτόνομο σε σχέση με το κράτος», λέει ο Ολντέρ. Τόσο αυτοί όσο και οι ουαχαμπίτες χαιρέτισαν την γαλλική επέμβαση κατά των ισλαμιστών του Βορρά _ απηχώντας το λαϊκό αίσθημα στο νότιο Μάλι.
«Οι αντάρτες και οι προσπάθειές τους να καταλάβουν όλη τη χώρα δεν έχουν καμία λαϊκή υποστήριξη στο Νότο. Αλλά η επανίδρυση του κράτους με ισλαμική μορφή, ίσως. Στην πρωτεύουσα, Μπαμάκο, μια μεγάλη μειοψηφία του πληθυσμού έχει αυτή την προσδοκία», προσθέτει. Εν τέλει, ο ανταγωνισμός για την επικράτηση στο Μάλι διεξάγεται «ανάμεσα σε ένα ισλάμ που βιώνεται ως ανοιχτό προς την ποικιλία των πολιτισμών και ένα άλλο που βιώνεται με τρόπο αραβοποιημένο εξιδανικεύοντας τα πρώτα χρόνια του ισλάμ».