Ένα αντιτορπιλικό ικανό να αναχαιτίζει πυραύλους ανέπτυξαν οι ΗΠΑ κοντά στις ακτές της Νότιας Κορέας.
Το USS Fitzgerald, το οποίο συμμετείχε σε ναυτικά γυμνάσια, εστάλη νοτιοδυτικά της χερσονήσου αντί να επιστρέψει στο αγκυροβόλιό του στην Ιαπωνία, δήλωσε τη Δευτέρα αμερικανός αξιωματούχος, ο οποίος ζήτησε να μην κατονομαστεί. Η ανάπτυξη αυτή προσφέρει «περισσότερες επιλογές στην αντιπυραυλική άμυνα, αν αυτή καταστεί απαραίτητη», σημείωσε η ίδια πηγή.
Πάντως, παρά τις κλιμακούμενες απειλές που έχει εξαπολύσει το καθεστώς της Βόρειας Κορέας τις τελευταίες εβδομάδες, οι ΗΠΑ ανέφεραν ότι δεν έχουν εντοπίσει ενδείξεις αυξημένης στρατιωτικής δραστηριότητας από πλευράς Πιονγκγιάνγκ.
«Παρά τη σκληρή ρητορική που ακούμε από την Πιονγκγιάνγκ, δεν βλέπουμε αλλαγές στις θέσεις του βορειοκορεατικού στρατού, όπως μεγάλης κλίμακας κινητοποιήσεις των δυνάμεων», δήλωσε ο εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου Τζέι Κάρνεϊ.
Υπέρ των διαπραγματεύσεων ο Μπαν Κι Μουν
Ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ Μπαν Κι – μουν δήλωσε ότι η κρίση στην Κορεατική Χερσόνησο έχει «παρατραβήξει», προσθέτοντας ότι οι διαπραγματεύσεις είναι ο μόνος τρόπος να λυθεί το πρόβλημα.
Νωρίτερα σήμερα, η Βόρεια Κορέα ανακοίνωσε ότι θα προχωρήσει σε επαναλειτουργία όλων των πυρηνικών της εγκαταστάσεων, συμπεριλαμβανομένου και του πυρηνικού αντιδραστήρα της Γιονγκμπιόν, που είχε κλείσει το 2007 στο πλαίσιο διεθνούς συμφωνίας.
Σύμφωνα με εκπρόσωπο της βορειοκορεατικής υπηρεσίας ατομικής ενέργειας, τον οποίο επικαλείται το επίσημο βορειοκορεατικό πρακτορείο KCNA, θα τεθούν και πάλι σε λειτουργία πυρηνικές εγκαταστάσεις, ανάμεσα στις οποίες η εγκατάσταση εμπλουτισμού ουρανίου και ο αντιδραστήρας των 5 MW της Γιονγκμπιόν.
Το πρακτορείο μετέδωσε πως οι πυρηνικές εγκαταστάσεις θα χρησιμοποιηθούν τόσο για την παραγωγή ηλεκτρισμού όσο και για στρατιωτικούς σκοπούς.
Όπως δήλωσε ο εκπρόσωπος, η απόφαση για την επαναλειτουργία όλων των πυρηνικών εγκαταστάσεων συμβαδίζει με τη βούληση της Πιονγκγιάνγκ να «ενισχύσει το πυρηνικό οπλοστάσιό της τόσο σε ποιότητα όσο και σε ποσότητα». Είπε ακόμη ότι η απόφαση ήταν απαραίτητη για να λυθούν σοβαρά προβλήματα ελλείψεων ηλεκτρικής ενέργειας.
Τη «λύπη» τους για τη ανακοίνωση εξέφρασαν η Νότια Κορέα και η Κίνα, μέσω ανακοινώσεων των υπουργείων Εξωτερικών τους.