Μια 64χρονη γυναίκα απελευθερώθηκε από την αστυνομία αφού έζησε επί οκτώ χρόνια σε ένα ανήλιαγο, βρόμικο κελάρι, κλειδωμένη από τον σύζυγό της ο οποίος είχε βρει μια καινούρια σύντροφο.
Η τραγική ιστορία της Σεμπαστιάνα Απαρεσίδα, η οποία πάσχει από ψυχολογικά προβλήματα, συγκλόνισε όλη τη Βραζιλία.
Ο Γολγοθάς της άτυχης γυναίκας τελείωσε την Τετάρτη, όταν την εντόπισαν αστυνομικοί και την έβγαλαν από το υπόγειο κελί της, διαστάσεων 12 επί 2 μέτρων. Ο χώρος ήταν “βρόμικος, γεμάτος βρύα, στους τοίχους υπήρχαν σαλιγκάρια”, είπε χαρακτηριστικά η Ζακελίν Μπαρσέλος Κοουτίνιο, η επίτροπος για τα δικαιώματα των γυναικών στην περιοχή Σοροκάμπα που απέχει περίπου 100 χιλιόμετρα από το Σάο Πάουλο.
Η Απαρεσίδα φυλακίστηκε στο υπόγειο το 2003 από τον 64χρονο σύζυγό της, Ζοάο Μπατίστα Γκρόπο και τη νέα σύζυγό του, την 58χρονη Μαρία Απαρεσίδα, οι οποίοι κατοικούσαν στο ίδιο σπίτι. Το ζεύγος φέρεται να είπε στους αστυνομικούς ότι η Σεμπαστιάνα “τους πρόσβαλε, έτρωγε βουλιμικά, έκανε τις ανάγκες της οπουδήποτε και έσκιζε τα ρούχα της”. Οι φύλακές της δεν την κακοποιούσαν σωματικά, όμως “υπήρχε κακομεταχείριση, δεδομένου ότι πρόκειται για ένα ηλικιωμένο άτομο με ψυχολογικά προβλήματα που εκτέθηκε σε ένα ανθυγιεινό περιβάλλον όπου θα μπορούσε να κάνει κακό στον εαυτό της οποιαδήποτε στιγμή”, είπε η Κοουτίνιο.
Για να μην το σκάσει, τα παράθυρα ήταν κλεισμένα με αλυσίδες και η πόρτα καλυμμένη με μυτερά καρφιά. Η Σεμπαστιάνα κοιμόταν σε ένα κρεβάτι φτιαγμένο από τούβλα, με ένα στρώμα και ένα μαξιλάρι και καθημερινά τις έδιναν ένα πιάτο με φαγητό μέσα από τα κάγκελα.
Μία φορά το μήνα ο σύζυγος έβγαζε τη Σεμπαστιάνα από το υπόγειο και την συνόδευε στους γιατρούς για την ψυχιατρική εξέτασή της. Επί οκτώ χρόνια πάντως οι ψυχίατροι δεν είχαν αντιληφθεί το παραμικρό.
Ο Μπατίστα και η σύντροφός του συνελήφθησαν και αν κριθούν ένοχοι από το δικαστήριο κινδυνεύουν να καταδικαστούν σε φυλάκιση από 2 έως 8 χρόνια. Τη φροντίδα της 64χρονης ανέλαβε ένα από τα δύο παιδιά της που δήλωσε ότι γνώριζε, όλα αυτά τα χρόνια, την κατάσταση, όμως ο πατέρας του δεν του επέτρεπε να πλησιάσει τη μητέρα του.