Ο 29χρονος πρώην μυστικός πράκτορας της CIA, Έντουαρντ Σνόουντεν, ήταν η κύρια πηγή των δημοσιευμάτων της αμερικανικής Washington Post και της βρετανικής Guardian σχετικά με τα προγράμματα παρακολουθήσεων της αμερικανικής Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (NSA).
Ο ίδιος ο Σνόουντεν, ο οποίος εργαζόταν στην NSA ως υπάλληλος της εταιρείας Booz Allen Hamilton, αποκάλυψε πως ήταν η πηγή για τα δημοσιεύματα του Guardian, ενώ και η Washington Post ανέφερε πως και τα δικά της δημοσιεύματα στηρίχθηκαν σε πληροφορίες που έδωσε ο 29χρονος.
Η Booz Allen, μια συμβουλευτική εταιρεία τεχνολογίας στις Ηνωμένες Πολιτείες, επιβεβαίωσε ότι ο Έντουαρντ Σνόουντεν εργαζόταν για λογαριασμό της για διάστημα λιγότερο από τρεις μήνες και του είχε ανατεθεί μία ομάδα εργασίας στη Χαβάη.
«Οι αναφορές ότι το άτομο αυτό υποστηρίζει πως διέρρευσε απόρρητες πληροφορίες είναι συγκλονιστικές, αν είναι ακριβείς. Η ενέργεια αυτή αποτελεί σοβαρή παραβίαση του κώδικα δεοντολογίας αλλά και των βασικών αξιών της εταιρείας μας», ανέφερε η εταιρεία, σε σχετική ανακοίνωση, και δήλωσε πρόθυμη να συνεργαστεί στις έρευνες που διεξάγονται.
«Αποκάλυψα το σκάνδαλο για έναν καλύτερο κόσμο»
«Δεν θέλω να ζήσω σε μια κοινωνία που κάνει αυτού του είδους τα πράγματα … Δεν θέλω να ζήσω σε έναν κόσμο όπου τα πάντα που κάνουν και λένε καταγράφονται. Αυτό δεν είναι κάτι που είμαι πρόθυμος να υποστηρίξω ή να ζήσω με αυτό», είπε στην εφημερίδα Guardian, η οποία δημοσίευσε βίντεο με τη συνέντευξή του στην ιστοσελίδα της.
«Η NSA έχει δημιουργήσει μια υποδομή που της επιτρέπει να παρακολουθεί σχεδόν τα πάντα. Με αυτή την ικανότητα, η συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπινων επικοινωνιών αυτόματα είναι σε στόχευση. Αν ήθελα να δω τα email σας ή το τηλέφωνο της συζύγου σας, το μόνο που έχω να κάνω είναι να χρησιμοποιήσω τις παρακολουθήσεις. Μπορώ να αποκτήσω ”εισιτήριο” για τα μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, τους κωδικούς πρόσβασης, τα αρχεία τηλεφώνου, τις πιστωτικές κάρτες », υποστήριξε ο Έντουαρντ Σνόουντεν.
Ανέφερε ακόμη ότι έφυγε από τη Χαβάη όπου εργαζόταν, εγκαταλείποντας τη φίλη του χωρίς να της πει που πηγαίνει για να μην την εκθέσει σε κίνδυνο. Όπως είπε, αποκαλύπτοντας τις παρακολουθήσεις γνώριζε το ρίσκο που παίρνει, αλλά πιστεύει ότι η δημοσιοποίηση των αποκαλύψεων αξίζει τον κόπο. «Ο πρώτος φόβος μου είναι για την οικογένειά μου, τους φίλους μου, τους συνεργάτες μου. Για τον καθένα που έχει σχέση με μένα», εξήγησε και πρόσθεσε: «Θα πρέπει να ζήσω με αυτό για το υπόλοιπο της ζωής μου».
Μίλησε επίσης για την πρόθεσή του να εγκαταλείψει μια άνετη ζωή στη Χαβάη, όπου κέρδιζε περίπου 200.000 δολάρια το χρόνο. «Είμαι πρόθυμος να τα θυσιάσω όλα αυτά, επειδή δεν μπορώ να έχω καθαρή συνείδηση επιτρέποντας στην κυβέρνηση των ΗΠΑ να καταστρέφει την ιδιωτική ζωή, την ελευθερία, τις βασικές ελευθερίες στο Internet για όλους τους πολίτες σε όλο τον κόσμο».
Σύμφωνα με τον Guardian, πριν από τρεις εβδομάδες, ο Σνόουντεν αντέγραψε τα απόρρητα έγγραφα της NSA στο γραφείο του στη Χαβάη, και είπε στον προϊστάμενό του ότι χρειάζεται «μια με δυο εβδομάδες άδεια» γιατί έχει ανάγκη να κάνει μια θεραπεία σχετικά με προβλήματα επιληψίας που τον ταλαιπωρούσαν. Στις 20 Μαΐου ο 29χρονος μετέβη στο Χονγκ Κονγκ, και είπε ότι πήγε εκεί διότι θεωρεί ότι υπάρχει ένα «πνεύμα δέσμευσης υπέρ των ελευθεριών της έκφρασης και στο δικαίωμα της πολιτικής διαφωνίας».
Υπενθυμίζεται ότι η βρετανική εφημερίδα αποκάλυψε πριν από λίγες ημέρες ότι οι υπηρεσίες ασφαλείας των Ηνωμένων Πολιτειών παρακολουθούν ηλεκτρονικά δεδομένα σχετικά με τις τηλεφωνικές κλήσεις από την εταιρεία Verizon, αλλά και διαδικτυακά δεδομένα από μεγάλες εταιρείες όπως η Google και το Facebook.
Ο Σνόουντεν ένας πρώην βοηθητικός στο τεχνικό κομμάτι της CIA, είπε ότι εργάζονταν στην «σούπερ-μυστική» NSA ως υπάλληλος της εταιρείας Booz Allen Hamilton και αποφάσισε να σπάσει τη σιωπή του, καθώς απογοητεύτηκε από τον Ομπάμα ο οποίος συνέχισε τις πολιτικές του προκατόχου του, Τζορτζ Μπους. Ο ίδιος ανέφερε ότι ελπίζει η Ισλανδία, η οποία «εκτιμά» την ελευθερία στο διαδίκτυο, να του χορηγήσει άσυλο.