Από μία κλωστή «κρέμονται» οι ισορροπίες στην Μπούντεσταγκ, εν αναμονή της αυριανής εκλογικής αναμέτρησης στη Γερμανία, η οποία παρουσιάζει παγκόσμιο ενδιαφέρον.
Το μόνο βέβαιο είναι η πρωτιά της Άνγκελα Μέρκελ, καθώς οι δημοσκοπήσεις – που πέφτουν «βροχή» – δείχνουν το κόμμα των Χριστιανοδημοκρατών να προηγείται με διαφορά από τους Σοσιαλδημοκράτες του Πέερ Στάινμπρουκ.
Ερωτηματικό για την Μέρκελ παραμένει το με ποιους θα συμμαχήσει από τη Δευτέρα, καθώς οι Φιλελεύθεροι συγκεντρώνουν στις περισσότερες δημοσκοπήσεις ποσοστό γύρω στο 5%, κάτι που σημαίνει ότι ο κυβερνητικός συνασπισμός θα έχει οριακή πλειοψηφία στη γερμανική Βουλή.
Για τον λόγο αυτό, το τελευταίο διάστημα της προεκλογικής περιόδου η Καγκελάριος ζήτησε από τους ψηφοφόρους της να τη στηρίξουν και με τις δύο ψήφους τους, αυτήν για τον εκπρόσωπο της περιοχής τους και για το κόμμα της επιλογής τους. Με τους Φιλελεύθερους να περνούν οριακά μέχρι στιγμής το κατώφλι της Βουλής και με ανοικτό το ενδεχόμενο να μην καταστεί δυνατή η συνέχιση του σημερινού συνασπισμού, η Μέρκελ θα χρειαστεί όσο το δυνατόν περισσότερους ψήφους προκειμένου να διαπραγματευτεί από θέση ισχύος με τους Σοσιαλδημοκράτες για έναν μεγάλο συνασπισμό.
Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι οι ευρωσκεπτικιστές «φλερτάρουν» με το πολυπόθητο 5%, το οποίο θα τους επιτρέψει την είσοδο στη Μπούντεσταγκ και θα προσθέσει έναν ακόμη «πονοκέφαλο» στο στρατόπεδο των Χριστιανοδημοκρατών. Την ώρα ωστόσο που το 30% των Γερμανών ψηφοφόρων είναι ακόμη αναποφάσιστοι, πολλές από τις ισορροπίες ενδέχεται να αλλάξουν μέχρι την Κυριακή το απόγευμα, όταν και θα αρχίσουν να βλέπουν το φως της δημοσιότητας τα πρώτα exit polls.
Αναλυτές στη Γερμανία αναφέρουν ότι η κατάσταση της γερμανικής οικονομίας, με τη σταθερή μείωση της ανεργίας και την αύξηση των μισθών, έχει δώσει προβάδισμα στην Μέρκελ καθώς πολλοί ψηφοφόροι την θεωρούν «ασφαλή επιλογή».
Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις
Δημοσκόπηση που το ινστιτούτο Emnid για λογαριασμό της εφημερίδας Bild am Sontag που δημοσιεύτηκε χθες, δείχνει ότι ο κεντροδεξιός συνασπισμός της Καγκελαρίου προηγείται ελαφρώς, με ένα ποσοστό 45%, όλων μαζί των κομμάτων της αριστερής αντιπολίτευσης, τα οποία συγκεντρώνουν ένα ποσοστό 44%. Η δημοσκόπηση του Emnid δείχνει επίσης την υποστήριξη για το ευρωσκεπτικιστικό κόμμα «Εναλλακτική για την Γερμανία» να μένει σταθερή στο 4%, κάτω από το 5% που χρειάζεται για να εκλέξει βουλευτές.
Η δημοσκόπηση έδειξε πως το κόμμα της Μέρκελ λαμβάνει ποσοστό 39%, ενώ ο νυν εταίρος του στον κυβερνητικό συνασπισμό, οι Ελεύθεροι Δημοκράτες, κερδίζουν μία μονάδα και να ανεβαίνουν στο 6% συγκριτικά με την προηγούμενη δημοσκόπηση του Emnid, η οποία είχε δοθεί στην δημοσιότητα στις 15 Σεπτεμβρίου. Το κύριο κόμμα της αντιπολίτευσης, οι Σοσιαλδημοκράτες, παραμένουν σταθεροί στο 26% ενώ οι σύμμαχοί τους, οι Πράσινοι, χάνουν μία μονάδα και πέφτουν στο 9%. Το κόμμα της ριζοσπαστικής αριστεράς Ντι Λίνκε παραμένει σταθερό στο 9%.
Επίσης, σύμφωνα με τη δημοσκόπηση του ινστιτούτου Allensbach, το ευρωσκεπτικιστικό κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία συγκεντρώνει ποσοστό 4,5%, βρίσκεται δηλαδή οριακά κάτω από το κατώφλι του 5% που απαιτείται για να μπει στο κοινοβούλιο. Ωστόσο, έχει ανέβει κατά μία μονάδα σε σύγκριση με μια προηγούμενη δημοσκόπηση της 18ης Σεπτεμβρίου. Οι Χριστιανοδημοκράτες της Μέρκελ έχουν κερδίσει επίσης μισή μονάδα, φτάνοντας στο 39,5% ενώ οι εταίροι τους στον κυβερνητικό συνασπισμό, οι Ελεύθεροι Δημοκράτες (FDP) έχουν πέσει ελαφρά, στο 5,5%.
Από την άλλη πλευρά, οι Σοσιαλδημοκράτες έχουν ανεβάσει το ποσοστό τους στο 27% (μια μονάδα επάνω από την περασμένη Τετάρτη) αλλά οι Πράσινοι έχουν υποχωρήσει κατά δύο μονάδες, στο 9%. Το κόμμα Ντι Λίνκε της ριζοσπαστικής αριστεράς διατηρεί το ποσοστό του, επίσης στο 9%.
Στη δημοσκόπηση που διενεργήθηκε από το ινστιτούτο Forschungsgruppe για λογαριασμό της δημόσιας τηλεόρασης ZDF πάντως, η Μέρκελ κρίνεται καταλληλότερη για Καγκελάριος, καθώς συγκεντρώνει ποσοστό 58%, ενώ ο κυριότερος αντίπαλό της Πέερ Στάινμπρουκ συγκεντρώνει ποσοστό 32%.
Η θέση των ΗΠΑ
Οι γερμανικές εκλογές δεν φαίνεται να ανησυχούν ιδιαίτερα τις Ηνωμένες Πολιτείες. Τόσο σε κυβερνητικό επίπεδο, όσον και από πλευράς ΜΜΕ, δίνεται σε γενικές γραμμές η εικόνα ότι δεν υπάρχει ιδιαίτερη προτίμηση ανάμεσα στα δυο μεγάλα γερμανικά κόμματα, υπογραμμίζοντας όμως τις διαφορετικές προσεγγίσεις σε οικονομικό επίπεδο.
Σύμφωνα με το Αθηναϊκό Πρακτορείο, τις τελευταίες μέρες, επισημαίνεται η αυξημένη πιθανότητα για δημιουργία “μεγάλου συνασπισμού” Χριστιανοδημοκρατών – Σοσιαλδημοκρατών υπό την Άγγελα Μέρκελ. Μια τέτοια εξέλιξη θεωρείται από μερίδα Αμερικανών αναλυτών η πιο ενθαρρυντική, γιατί θα μπορούσε να συμβάλει να αναζητηθεί ισορροπία μεταξύ της σκληρής λιτότητας και των πολιτικών τόνωσης της ανάπτυξης.
Οι σχέσεις Ουάσιγκτον και Βερολίνου δεν ήταν οι καλύτερες τα τελευταία χρόνια, αλλά αυτό δεν οφείλεται μόνο στις διαφορές Ομπάμα – Μέρκελ απέναντι στην οικονομική κρίση, αλλά και για μια σειρά άλλων ζητημάτων, που αφορούν κυρίως τη συνεργασία Γερμανίας – Ρωσίας σε ενεργειακά θέματα.
Οι αποκαλύψεις για το πρόγραμμα αμερικανικών ηλεκτρονικών παρακολουθήσεων εντός της Γερμανίας συνέτεινε ακόμη περισσότερο στην ενίσχυση του κλίματος δυσπιστίας στις αμερικανογερμανικές σχέσεις. Παρ’ όλα αυτά και παρά τις διαφωνίες σε ζητήματα οικονομίας, προστασίας των δεδομένων, ακόμη και στη συριακή κρίση, εκτιμάται ότι οι σχέσεις ΗΠΑ – Γερμανίας δεν είναι άσχημες και ούτε θα αλλάξουν δραματικά ανάλογα με το ποιο κόμμα θα κυβερνά στο Βερολίνο.
Ένα ουσιώδες θέμα που θεωρείται ότι θα επηρεάσει τις σχέσεις μεταξύ των δυο χωρών είναι και οι διαπραγματεύσεις που ξεκίνησαν για το ελεύθερο εμπόριο μεταξύ Ευρωπαϊκής Ένωσης και ΗΠΑ. Παρά τις επιμέρους επιφυλάξεις, διατυπώνεται η άποψη ότι η Μέρκελ και ο Στάινμπρουκ θα κινηθούν προς την ίδια κατεύθυνση, στη βάση της προοπτικής ότι θα δοθεί ώθηση στο εμπόριο και στην ανάπτυξη.
Για την εκλογική αναμέτρηση στη Γερμανία, Αμερικανοί αξιωματούχοι και αναλυτές θεωρούν ότι η πολιτική σκηνή βρίσκεται σίγουρα σε πολύ καλύτερη κατάσταση συγκριτικά με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όπως στην Ιταλία και την Ελλάδα, υπογραμμίζοντας ότι η χώρα δεν επλήγη από την κρίση στην ευρωζώνη και η ανεργία παραμένει σε χαμηλά επίπεδα ρεκόρ. Ορισμένοι εξ αυτών τονίζουν το γεγονός ότι η Γερμανία ωφελήθηκε, ειδικά από τα δανειακά προγράμματα κρατών του ευρωπαϊκού Νότου.
Σε όλες σχεδόν τις αναφορές για τις γερμανικές εκλογές συμπεριλαμβάνεται το “ελληνικό πρόβλημα” και η εκτίμηση ότι μετά την Κυριακή, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα, θα αναζωπυρωθεί η συζήτηση για την τραπεζική ένωση και για το μέλλον των πακέτων βοηθείας στην ευρωζώνη και ειδικά στην Ελλάδα. Μεταξύ άλλων, σημειώνεται ότι το ερώτημα που παραμένει αναπάντητο είναι αν τελικά οι δημόσιοι πιστωτές δεχθούν απώλειες, ώστε να μείνουν πιστοί στη δέσμευσή τους για επιπλέον βοήθεια, αλλά και ποια θα είναι τα νέα βάρη που θα επωμιστεί η Ελλάδα, ώστε το πρόγραμμα να παραμείνει στην “ορθή πορεία”.
Σε σχέση με το θέμα της τραπεζικής ένωσης, υποστηρίζεται ότι δεν αναμένεται μεγάλη αλλαγή στη στάση του Βερολίνου μετά τις εκλογές.
Oι Γάλλοι ελπίζουν στη Μέρκελ
«Οι Γάλλοι επιλέγουν Μέρκελ» ήταν χθες ο τίτλος της συντηρητικής εφημερίδας Λε Φιγκαρό, η οποία δημοσιεύει δημοσκόπηση της OpinionWay, σύμφωνα με την οποία το 56% των ερωτηθέντων στη Γαλλία «ελπίζουν να κερδίσει η καγκελάριος» στις βουλευτικές της Κυριακής στη Γερμανία.
Παρά το ότι σε όλη τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας η Άγγελα Μέρκελ παρέμεινε σταθερά το αδιαφιλονίκητο φαβορί, δύο μέρες πριν την διεξαγωγή των ομοσπονδιακών βουλευτικών εκλογών, το ενδιαφέρον των Γάλλων κορυφώνεται.
Ραδιοφωνικοί σταθμοί οργάνωσαν αυτή την εβδομάδα ειδικές εκπομπές από το Βερολίνο. ενώ πολυσέλιδα αφιερώματα για τις εκλογές, αλλά και τα «υπέρ» και τα «κατά» του «γερμανικού προτύπου» δημοσιεύθηκαν στο γαλλικό Τύπο.
Η άγνωστη παράμετρος και το σχεδόν αγωνιώδες ενδιαφέρον έγκειται στη σύνθεση του κυβερνητικού συνασπισμού υπό την Μέρκελ, καθώς και στο εάν οι Γερμανοί σοσιαλδημοκράτες θα συμμετέχουν στην κυβέρνηση.
Με τίτλο «Ιχνηλατώντας έναν αβέβαιο συνασπισμό» η εφημερίδα Λε Μοντ αναφέρεται στα πιθανά σενάρια όσον αφορά το σχηματισμό της επόμενης κυβέρνησης. Στις εσωτερικές της σελίδες αφιερώνει δισέλιδο πορτραίτο στην Καγκελάριο. “Άγγελα Μέρκελ, μάνα- πατρίδα” γράφει κάτω από εξάστηλη φωτογραφία, υπογραμμίζοντας ότι η συντηρητική πολιτικός «παραμένει τόσο άπιαστη και αινιγματική» για κάποιους, «όσο δημοφιλής και ενωτική» είναι για κάποιους άλλους.
Η πορεία της Ευρώπης «κρέμεται από την ετυμηγορία των Γερμανών εκλογέων» υπογραμμίζει από την δική της πλευρά η οικονομική εφημερίδα Λεζ Εκό. «Τα μάτια όλων είναι στραμμένα στο Βερολίνο. Σπάνια οι Ευρωπαίοι έχουν ενδιαφερθεί τόσο στενά για τις γερμανικές εκλογές, και με το δίκιο τους», υπογραμμίζεται σε σχετικό δημοσίευμα, αφού από το Δουβλίνο έως την Αθήνα ο καθένας ξέρει ότι οι διαθέσεις του Βερολίνου έχουν συνέπειες για τη χώρα του, για τη δική του τύχη.
Η εφημερίδα εκτιμά ότι η Καγκελάριος θα συνεχίσει τη ρεαλιστική και συνετή πολιτική που έχει ακολουθήσει έως τα τώρα και αποδείχθηκε επιτυχής στο εσωτερικό. Θα μπορούσαν να υπάρξουν κάποιες αλλαγές στην περίπτωση που οι σοσιαλδημοκράτες μπουν στην κυβέρνηση, με δεδομένο ότι είναι πιο φιλοευρωπαίοι από τους φιλελεύθερους του FDP και περισσότερο ελαστικοί στο θέμα της λιτότητας.
Οι αλλαγές αυτές όμως – σύμφωνα με την Λεζ Εκό – θα είναι οριακές, αφού η Μέρκελ συνεχίζει να δίνει προτεραιότητα στις πολιτικές δημοσιονομικής εξυγίανσης πάνω απ’ όλα, για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης.
Το «γερμανικό πρότυπο», που αποτελεί τη μόνιμη «εμμονή και αντικείμενο του πόθου» των Γάλλων, τουλάχιστον κατά την τελευταία διετία, έχει δώσει αφορμή για πλούσια αρθρογραφία.
Είναι χαρακτηριστικό ότι η Μοντ φιλοξενεί διάφορα άρθρα γνώμης στις σελίδες της ενότητάς της «Ιδέες» σχετικά με το «γερμανικό πρότυπο». Η Λιμπερασιόν έστειλε συντάκτες σε όλη τη Γερμανία, από το Μόναχο ως το Βερολίνο, για να δουν ιδίοις όμμασι την πραγματικότητα του «πολλά υποσχόμενου» γερμανικού πρότυπου. Η δημοσιογραφική τους συγκομιδή εκτείνεται σε 20 σελίδες στη σημερινή έκδοση της εφημερίδας. «Η άλλη όψη ενός πρότυπου» είναι ο πρωτοσέλιδός της τίτλος, κάτω από το βλέμμα της Καγκελαρίου.
«Το σύστημα που με τις επιτυχίες του στην οικονομία θα εξασφαλίσει μια τρίτη νίκη στην Άγγελα Μέρκελ, βρίσκεται κι αυτό αντιμέτωπο τα όριά του” υπογραμμίζει η εφημερίδα. Ανάμεσα στις μαρτυρίες που προβάλλει είναι εκείνες, Γερμανών εκλογέων οι οποίοι μιλούν για «την ανασφάλεια που έχει φέρει η ελαστικότητα στην εργασία που εκχωρήθηκε στους εργοδότες», για τις «θέσεις εργασίες εκ περιτροπής» με αμοιβή 400 ευρώ «οι οποίες δεν επιτρέπουν να ζήσει μια οικογένεια», «για την ανεργία χωρίς επίδομα», ενώ πολλοί λένε πως ζητούν «χαμηλότερος κόστος ζωής και υψηλότερους μισθούς».
Ανάμεσα στις προκλήσεις που έχει να αντιμετωπίσει η Γερμανία τα επόμενα χρόνια, η Λιμπερασιόν ιεραρχεί στην πρώτη θέση το δημογραφικό: η χώρα, προειδοποιεί, κινδυνεύει να καταλήξει να είναι εκείνη με τον γηραιότερο πληθυσμό στην Ευρώπη.
Η Λιμπερασιόν επισημαίνει επίσης το πρόβλημα της ενέργειας, ύστερα από την απόφαση σταδιακής κατάργησης της χρήσης πυρηνικής ενέργειας, την ανάγκη να γεφυρωθούν οι μεγάλες κοινωνικές ανισότητες, με πιθανή υιοθέτηση του κατώτερου μισθού, καθώς επίσης τις μεγάλες ευθύνες της οι οποίες απορρέουν από την εξέχουσα θέση της – όχι μόνο απέναντι στην Ευρώπη, αλλά και στον κόσμο.