Τον μακροπρόθεσμο περιορισμό της κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας «βλέπει» η Citi, υπό την προϋπόθεση ότι θα συντρέξουν τρεις παράγοντες: ευρύτερη χρήση της διαχείρισης της ζήτησης και της ανταπόκρισης, βελτιώσεις στα πρότυπα ενεργειακής απόδοσης και αλλαγή συμπεριφοράς στον κάθε (ενεργειακό) τομέα.
Όπως σημειώνει σε ανάλυσή της υπό τον τίτλο: “Σημείο καμπής για τα εμπορεύματα”, όταν υπάρξει μικρότερη ή μηδενική αύξηση στη ζήτηση σε έναν αριθμό τοποθεσιών, θα μειωθεί και η ανάγκη για μεγάλης κλίμακας νέα παραγωγή άνθρακα ή πυρηνικής ενέργειας.
Σύμφωνα με τη Citi, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας παίρνουν μερίδιο αγοράς από την παραγωγή συμβατικών πηγών ενέργειας, καθώς μειώνεται η ζήτηση στις ανεπτυγμένες αγορές. Η “αδηφάγος”, όπως σημειώνεται, όρεξη για ενέργεια στις αναδυόμενες αγορές δεν ικανοποιείται μόνο με συμβατικές μορφές ενέργειας, αλλά και με ανανεώσιμες.
Την τελευταία δεκαετία είναι αδιαμφισβήτητη στην παγκόσμια αγορά ενέργειας, η κατακόρυφη αύξηση της ζήτησης για θερμικό άνθρακα. Ωστόσο, σημειώνει η Citi, οι αλλαγές στο ενεργειακό μείγμα και την οικονομική δομή θα μπορούσε να επιφέρει αύξηση της ζήτησης για άνθρακα. Οι προοπτικές για τη ζήτηση στην Κίνα στην οποία αντιστοιχεί πάνω από το 50% της παγκόσμιας ζήτησης, κάνουν λόγο για κατακόρυφη αύξηση που αναμένεται να υπερβεί την αντίστοιχη ζήτηση για πετρέλαιο πριν το 2030.
Η υποκατάσταση του πετρελαίου από το φυσικό αέριο προκαλεί επίσης μείωση στη ζήτηση πετρελαίου, λόγω κυρίως της μεγάλης απόκλισης στις τιμές των δύο εμπορευμάτων. Έτσι, η πεποίθηση ότι η ζήτηση για πετρέλαιο θα σημειώσει άνοδο, δεν φαίνεται να ισχύει πλέον.