Περισσότεροι από τους μισούς Ιταλούς εκφράζουν την ανησυχία τους για την μεγεθυνόμενη επιρροή της Γερμανίας στις υποθέσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ενώ ένα ποσοστό που υπερβαίνει το 25% θέλει να αγνοήσει τους στόχους δημοσιονομικής πειθαρχίας της κυβέρνησης συνασπισμού, καταδεικνύει μια έρευνα που δόθηκε στην δημοσιότητα σήμερα.
Τα ευρήματα της έρευνας αυτής επιβεβαιώνουν την άνοδο των αντιευρωπαϊκών και αντιγερμανικών συναισθημάτων στην Ιταλία. Οι ηγέτες των δύο ισχυρότερων κομμάτων της αντιπολίτευσης, ο πρώην πρωθυπουργός Σίλβιο Μπερλουσκόνι και ο κωμικός Μπέπε Γκρίλο, καταφέρονται συχνά εναντίον των Βρυξελλών και του Βερολίνου και κατηγορούν το ευρώ για τα δεινά της χώρας.
Συνολικά, το 53% των ερωτηθέντων δήλωσαν ότι η μεγαλύτερη επιρροή που άσκησε η Γερμανία στις αποφάσεις των Ευρωπαίων δεν είχε καλά αποτελέσματα. Το ποσοστό αυτό αυξάνεται στο 67- 68% στην περίπτωση των ψηφοφόρων των Γκρίλο και Μπερλουσκόνι και μειώνεται στο 48% στην περίπτωση των ψηφοφόρων της κεντροαριστεράς.
Η έρευνα, που πραγματοποίησε το Πανεπιστήμιο της Σιένα εκ μέρους του κέντρου μελετών Ινστιτούτο Διεθνών Σχέσεων (ΙΑΙ), κατέδειξε επίσης ότι το 27% των Ιταλών πιστεύει ότι η χώρα του πρέπει να παραβιάσει τους κανόνες δημοσιονομικής πειθαρχίας, ενώ το 66% θα ήθελε η Ρώμη να παραμείνει προσηλωμένη σε αυτούς.
Η πλειονότητα υπέρ των πολιτικών λιτότητας, εντούτοις, μειώθηκε στο 51% όταν οι ερωτώμενοι πληροφορήθηκαν ότι η επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων από την χώρα τους συνεπάγεται αυξήσεις φόρων ή περικοπές στις δημόσιες δαπάνες, ενώ ένα μικρό ποσοστό, 14%, δήλωνε έτοιμο ακόμα και να εγκαταλείψει την ευρωζώνη.
Ένα πολύ υψηλότερο ποσοστό –το 68%– δήλωσε ότι δεν θα επέλεγε να απολέσει μέρος του εισοδήματός του προκειμένου να διασφαλίσει την παραμονή της Ιταλίας στην Ευρωζώνη. Αντιθέτως, ένας «ευρωφόρος» όπως εκείνος του 1997, ο οποίος βοήθησε την Ιταλία να εκπληρώσει τις προϋποθέσεις για την ένταξή της στην Ευρωζώνη, έγινε δεκτός με σχετικά λιγότερη εχθρότητα.
Οι κοινωνικές εντάσεις και η ανυπομονησία απέναντι στις ιταλικές και ευρωπαϊκές αρχές κορυφώνονται στην Ιταλία, η οποία, όπως και άλλες οικονομίες του ευρωπαϊκού Νότου, που αντιμετωπίζουν την ένδεια χρημάτων, δίνουν μάχη με την αυξανόμενη ανεργία και την οδυνηρή οικονομική ύφεση.
Ο Λάσλο Άντορ, ο ευρωπαίος επίτροπος αρμόδιος για θέματα Απασχόλησης, τις Κοινωνικές Υποθέσεις και την Κοινωνική Ένταξη, προειδοποίησε σε άρθρο του χθες ότι το να εμμένουμε στη δημοσιονομική πειθαρχία, αδιαφορώντας για την ανάπτυξη και τη δημιουργία θέσεων εργασίας, «θα οδηγήσει στην σταθερή εξασθένιση της μέχρι στιγμής επικρατούσας τάσης υπέρ της Ευρώπης στις χώρες της Νοτίου Ευρώπης».
Υποστήριξε μάλιστα ότι «κάποιες από αυτές τις χώρες μπορεί να μη βρίσκονται μακριά από μια ολέθρια κατάσταση όπου η συμμετοχή στην ευρωζώνη και η δημοκρατία δεν είναι πλέον συμβατές» και δήλωσε ότι «τα κόστη και τα οφέλη» από τη συμμετοχή στην ευρωζώνη θα έπρεπε να «διανέμονται πιο δίκαια» προκειμένου να διαφυλαχθεί η επιβίωσή της.