Kρατούν στα χέρια τους τον κλάδο των πλαστικών
Πλαστικά Κρήτης και Πλαστικά Θράκης σε κοινή πορεία ανάπτυξης
Θράκη και Κρήτη. Τα δύο άκρα της Ελλάδας με ένα επιχειρηματικό σημείο αναφοράς. Την βιομηχανία πλαστικών. Δύο παραδοσιακές οικογένειες που από τον τόπο τους στο Ηράκλειο και την Ξάνθη μετά από περίπου 40 χρόνια πορείας κατάφεραν να γίνουν οι «βασιλιάδες» στον κλάδο τους. Οι «βασιλιάδες» των πλαστικών. Χαλιορήδες και Λεμπιδάκηδες ή αλλιώς Πλαστικά Θράκης και Πλαστικά Κρήτης.
Τα εντυπωσιακά τους μεγέθη, η κυριαρχία στην αγορά όπου ελέγχουν περίπου το 60% των πωλήσεων αλλά και η έξυπνη και ταυτόχρονα μεθοδική εξωστρέφεια που τους διακρίνει, τους βάζει στο «κάδρο» όλων των συζητήσεων.
Πρόσφατα σε μια συνάθροιση των ξένων funds στην Ελλάδα τα «φώτα» έπεσαν στις δύο μεγάλες εταιρίες πλαστικών. Ούτως ή άλλως η ψήφος εμπιστοσύνης των επενδυτών προς τους Χαλιορήδες και τους Λεμπιδάκηδες είναι δεδομένη. Αρκεί να δει κανείς τους χρηματιστηριακούς δείκτες. Η κεφαλαιοποίηση της Πλαστικά Κρήτης ανέρχεται στα 150 εκ. ευρώ και εκείνη της Πλαστικά Θράκης στα 60 εκ. ευρώ.
Οι «εξπέρ» της αγοράς που δεν κάνουν τίποτα στην τύχη και ούτε καμία διάθεση έχουν να χάσουν τα λεφτά τους εμπιστεύονται τη «σιγουριά», τις προοπτικές και το portfolio των δύο εταιριών.
Σήμερα τα «τιμόνια» των δύο ομίλων κρατούν σθεναρά στα μεν Πλαστικά Θράκης ο Κωνσταντίνος Χαλιορής, ο οποίος μαζί με την αδελφή του Ευφημία κατέχουν το 62% περίπου των μετοχών, στα δε, Πλαστικά Κρήτης τα αδέλφια Μανώλης και Μιχάλης Λεμπιδάκης με ποσοστά 26% και 24% αντιστοίχως (7,8% διατηρεί και η κρητική οικογένεια Φερετζάκη). Συνεχιστές της παράδοσης και της δουλειάς που «έκτισαν» οι πατεράδες τους και ιδρυτές των δύο ομίλων. Ο Γιάννης Λεμπιδάκης στα Πλαστικά Κρήτης, ο οποίος συνεχίζει να καθοδηγεί τους γιους του και ο Σταύρος Χαλιορής στα Πλαστικά Θράκης.
Αυτή όμως, δεν είναι η μοναδική κοινή παράμετρος των δύο εταιριών, οι οποίες «λογικά» ως ανταγωνίστριες θα έπρεπε να είχαν δώσει αφορμές για επιχειρηματικές αψιμαχίες ως προς τις «διεκδικήσεις» και τις δουλειές τους. Λες και η «συνταγή» της επιτυχίας τους είναι η παράλληλη πορεία τους και διαδρομή.
Μια πορεία που ξεκινάει καταρχήν από τις αξίες του υγιούς επιχειρείν. Τις αξίες της δουλειάς χωρίς διθυράμβους και χωρίς κραυγές και αν θέλετε χωρίς διαπλοκές. Ίσως να είναι τέτοιο το αντικείμενο των εργασιών τους που να τους επιτρέπει να έχουν όσο το δυνατόν μικρότερη εξάρτηση από το λεγόμενο κρατικό χρήμα.
Όμως, τόσο στην Κρήτη, όσο και στην Θράκη, οι δύο οικογένειες των βιομηχάνων χαρακτηρίζονται ως άνθρωποι χαμηλών τόνων. Που ναι μεν πέρασαν στα σαλόνια της Αθήνας, αλλά δεν «δηλητηριάστηκαν» από τις παγίδες της ξέφρενης ζωής του κακώς εννοούμενου lifestyle. Ούτε εναγκαλίστηκαν με την εξουσία, ούτε έσπευσαν να κερδίσουν αυτή την «χάρτινη δόξα» φωτογραφιζόμενοι με πρωθυπουργούς και υπουργούς.
Με τις δικές τους δυνάμεις κατά κύριο λόγο προχωρούν. Επενδύουν μέχρι εκεί που μπορούν και τελικά αποδεικνύουν ότι μπορούν να κάνουν πολλά, έστω και αν υπάρχουν πολλοί που τους χαρακτηρίζουν «σφιχτοχέρηδες» και τσιγγούνηδες. Κοινή συνισταμένη των δύο εταιριών στα πλαστικά αποτελούν και τα οικονομικά αποτελέσματά τους.
Συνολικά κέρδη της τάξεως των 15,38 εκατ. ευρώ και για τις δύο. 12,8 εκ. για την Πλαστικά Κρήτης και 2,58 εκ. για την Πλαστικά Θράκης το 2013, ενώ και οι δύο παραμένουν σε κερδοφόρο «ρότα» την τελευταία πενταετία κόντρα στο «ρεύμα» της οικονομικής κρίσης. Με αύξηση πωλήσεων στα 265,3 εκατ. ευρώ για την εταιρία του Xαλιορή και… για εκείνη των Λεμπιδάκη και δραστηριότητα στο εξωτερικό, όπου διοχετεύουν το μεγαλύτερο μέρος των προϊόντων τους ενισχύοντας σημαντικά τα έσοδα στα ταμεία τους.
ΝΕΕΣ ΒΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ «ΑΥΡΙΟ»
Αξίζει να δει κανείς και τις άλλες παραμέτρους- κοινά σημεία των δύο εταιριών. Τόσο στην δραστηριότητά τους στο εσωτερικό, όσο και στο εξωτερικό. Και πάνω από όλα να σταθεί στην ταυτόχρονη σχεδόν «εκστρατεία» εκτός συνόρων, αλλά και στις νέες βάσεις που οι Χαλιορήδες και οι Λεμπιδάκηδες θέτουν για το «αύριο».
Εκτός από τις παραδοσιακές τους «δράσεις» στον τομέα της βιομηχανίας πλαστικών, οι δύο οικογένειες έχουν στρέψει το… βλέμμα τους και σε άλλα πεδία, ακολουθώντας μια στρατηγική διασποράς δραστηριοτήτων και κινδύνων. Τα Πλαστικά Κρήτης έχουν επεκταθεί και στον τομέα των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, λειτουργώντας ήδη ένα αιολικό πάρκο ισχύος 12 MW καθώς και φωτοβολταϊκούς σταθμούς συνολικής ισχύος 340 KW για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας.
Τα Πλαστικά Θράκης από την άλλη, έχουν κάνει στροφή και στον πρωτογενή γεωργικό τομέα, αξιοποιώντας την ευκαιρία που προέκυψε μετά την ψήφιση του νόμου για την γεωθερμία που επιτρέπει την παραχώρηση των συγκεκριμένων εκτάσεων σε ιδιώτες. Ένας κλάδος με σημαντικές προοπτικές ανάπτυξης. Ο Κωνσταντίνος Χαλιορής ίδρυσε έτσι, την «Θερμοκήπια Θράκης ΑΕ» με σκοπό την δημιουργία θερμοκηπίων για την παραγωγή ντομάτας με τη μέθοδο της υδροπονικής καλλιέργειας και την αξιοποίηση και χρήση της γεωθερμίας. Μια επένδυση η οποία σε βάθος δεκαετίας αναμένεται να φτάσει στα 10 εκατ. ευρώ.
Το μυστικό και των δύο βρίσκεται επίσης, στο εξωτερικό. Οι Χαλιορήδες με «σύνθημά» τους τις εξαγορές εκτός συνόρων (όπως εκείνη της Thrace Polybulk στη Νορβηγία ή της Thrace LINQ στη Β. Αμερική κ.α.) έχουν καταφέρει να δημιουργήσουν έναν παραγωγικό «ιστό» των Πλαστικών Θράκης σε 12 χώρες και να χτίσουν ένα δίκτυο πωλήσεων σε 80 χώρες, από την Αμερική και την Ευρώπη ως την Ασία. Αλλά και οι αδελφοί Λεμπιδάκη «είδαν» από νωρίς τις προοπτικές ανάπτυξης εκτός Ελλάδος. Με θυγατρικές στη Γαλλία, τη Ρουμανία, την Πολωνία, τη Ρωσία, την Τουρκία και την Κίνα (η τελευταία αποτελεί αιχμή του δόρατος για τις αυξημένες πωλήσεις του ομίλου) και με έμφαση στα καινοτόμα προϊόντα, πραγματοποιούν εξαγωγές σε περισσότερες από 50 χώρες του κόσμου.
Από τις λίγες διαφορές τους πάντως, είναι πως τα Πλαστικά Κρήτης δεν έχουν προχωρήσει σε διορθωτικές κινήσεις και περιστολή δαπανών σε αντίθεση με τα Πλαστικά Θράκης, τα οποία προχώρησαν σε κάποιες κινήσεις «ψαλιδιού» δαπανών.
«ΨΗΦΟΣ ΕΜΠΙΣΤΟΣΥΝΗΣ» ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Με νέες επενδύσεις 15 εκατ. ευρώ στις μονάδες τους
Αν και τα προηγούμενα χρόνια τόσο ο Κωνσταντίνος Χαλιορής, όσο και οι αδελφοί Λεμπιδάκη έριχναν το… βάρος των επενδύσεών τους στις ξένες αγορές, πλέον ακολουθούν και μια παράλληλη τάση «επιστροφής» στην Ελλάδα.
Και οι δύο όμιλοι, και τα Πλαστικά Κρήτης και τα Πλαστικά Θράκης, σχεδιάζουν νέες επενδύσεις συνολικού ύψους 15 εκατ. ευρώ, οι οποίες κατευθύνονται εντός συνόρων προκειμένου να στηρίξουν τις τοπικές οικονομίες, όπου δραστηριοποιούνται, αλλά και την εθνική οικονομία.
Οι Λεμπιδάκηδες ετοιμάζονται να «ρίξουν» 10 εκατ. ευρώ στο εργοστάσιό τους στο Ηράκλειο για να ενισχύσουν την παραγωγή πλαστικών φύλλων για αγροτικές χρήσεις με μια νέα τεχνολογία που εφαρμόζεται για πρώτη φορά και η οποία εξελίχθηκε στα εργαστήρια της κρητικής επιχείρησης από Έλληνες επιστήμονες. Μια επένδυση, η οποία αναμένεται να δημιουργήσει νέες θέσεις εργασίας, ενώ το μεγαλύτερο μέρος των παραγόμενων προϊόντων θα «ταξιδεύει» προς το εξωτερικό. Παράλληλα, όμως, και ο Κωνσταντίνος Χαλιορής με τα Πλαστικά Θράκης φέτος θα «τρέξει» ένα επενδυτικό πρόγραμμα, συνολικού ύψους 9 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων περίπου 5 εκατ. ευρώ θα αφορούν σε επενδύσεις στις εννέα μονάδες της στην Ελλάδα.
Είτε για την ενίσχυση του τεχνολογικού εξοπλισμού ή και για περαιτέρω αναβάθμιση της παραγωγικής δυναμικότητας των εργοστασίων. Επενδυτικές κινήσεις κόντρα στο «ρεύμα» της κρίσης και των τάσεων φυγής πολλών ηχηρών επιχειρηματικών ονομάτων στο εξωτερικό, οι οποίες αποτελούν ταυτόχρονα «ψήφο εμπιστοσύνης» στην πατρίδα τους και την εθνική οικονομία. Άλλωστε, έχουν πολλές φορές δηλώσει και οι δύο πλευρές πως αν την χώρα μας και την προσπάθεια εξόδου από την κρίση δεν την στηρίξουν πρώτα οι Έλληνες, κανένας ξένος δεν θα ενδιαφερθεί πραγματικά γι’ αυτή.
ΤΟΥΣ ΗΘΕΛΑΝ «ΕΙΣ ΣΑΡΚΑΝ ΜΙΑΝ» ΕΝΩ…
Δεν υποκύπτουν στις «Σειρήνες» των ξένων
Πριν από κάποια χρόνια και συγκεκριμένα από τότε που ξέσπασε η «θύελλα» της οικονομικής κρίσης, η αγορά ήθελε τις δύο μεγαλύτερες επιχειρήσεις του κλάδου των πλαστικών, τα Πλαστικά Κρήτης και Πλαστικά Θράκης, να ενώνουν τις δυνάμεις τους.
Αν και υπήρξαν κάποιες εισηγήσεις και προς τις δύο πλευρές, σύμφωνα με πληροφορίες της εποχής, για να δημιουργηθεί ένας «εθνικός πρωταθλητής» στην αγορά, ουδέποτε έγινε κάτι τέτοιο αφού προτίμησαν την αυτόνομη πορεία.
Μια απόφαση που ναι μεν ήταν τολμηρή, αλλά τους δικαίωσε, όπως αποδεικνύεται σήμερα από τις «υψηλές πτήσεις» που πραγματοποιούν και οι δύο όμιλοι, αλλά και από τις προοπτικές περαιτέρω ανάπτυξης που παρουσιάζουν σε Ελλάδα και εξωτερικό.
Είναι ακριβώς αυτή η ανοδική τους «κούρσα» και η συνετή στρατηγική που ακολουθούν οι οικογένειες Χαλιορή και Λεμπιδάκη που έχει στρέψει και το… βλέμμα πολλών ξένων επενδυτών προς τις εταιρίες τους. Κύκλοι της αγοράς υποστηρίζουν ότι το τελευταίο διάστημα ο κινεζικός κολοσσός της Fosun, ο οποίος έχει πραγματοποιήσει σημαντικές επενδύσεις στην χώρα μας, «μαρκάρει» στενά την οικογένεια Λεμπιδάκη στα Πλαστικά Κρήτης. Αν και η «πολιορκία» ξεκίνησε πρόσφατα, κανείς δεν γνωρίζει για την ώρα πώς θα καταλήξει.
Και αυτό επειδή κατά το παρελθόν, αν και πολλές φορές είχαν δείξει ενδιαφέρον ισχυροί ξένοι «παίκτες» για να εισέλθουν στο μετοχικό κεφάλαιο των δύο ομίλων, τόσο της Κρήτης όσο και της Θράκης, οι οικογένειες Λεμπιδάκη και Χαλιορή δεν έχουν «υποκύψει» στις… Σειρήνες. Και ας τους έγιναν και αρκετές δελεαστικές προτάσεις.
Ένα ακόμη κοινό σημείο των δύο ομίλων και «κοινή γραμμή» τους μέχρι σήμερα είναι η επιθυμία και προτεραιότητά τους να παραμείνουν οι επιχειρήσεις τους σε ελληνικά χέρια.
«Η επιχείρηση δεν πωλείται» είχε δηλώσει χαρακτηριστικά πριν από δύο χρόνια περίπου ο διευθύνων σύμβουλος της Πλαστικά Θράκης, Κωνσταντίνος Χαλιορής, τότε που τα σενάρια πώλησης της θρακιώτικης βιομηχανίας έδιναν και έπαιρναν, δίνοντας με αποφασιστικότητα το «στίγμα» της στρατηγικής που θα ακολουθήσει και «κόβοντας» τις ορέξεις όσων «έβλεπαν» προς τον όμιλο.
Επιμένουν μάλιστα… ελληνικά και για συναισθηματικούς λόγους. Σε μια προσπάθεια να συνεχίσουν την παράδοση των πατεράδων τους που επένδυσαν οικονομικά και συναισθηματικά στις εταιρίες τους και κατόρθωσαν να παραμείνουν οικογενειακές ακόμη και μέσα σε δύσκολες συγκυρίες. Τις κράτησαν όρθιες και τις κληροδότησαν στις επόμενες γενεές αποφεύγοντας τις «εύκολες λύσεις». Βέβαια, οι δύο εταιρίες δεν απορρίπτουν εξ αρχής τις όποιες συζητήσεις. Κάνουν επαφές, συζητούν, ακούνε τους συνομιλητές τους και εν συνεχεία αποφασίζουν.