Aπό τη φιλοσοφία του «κλειστού πορτοφολιού» για την Eλλάδα, κόντρα στους καιρούς βλέπουν προς το εσωτερικό της χώρας
Σε μια αγορά που συρρικνώνεται διαρκώς ο κανόνας θέλει αρκετές ελληνικές επιχειρήσεις να «υποκύπτουν» στη δύναμη των ισχυρών. Όμως, φαίνεται πως υπάρχουν και οι εξαιρέσεις. Mία από αυτές είναι και ο όμιλος Σαράντη. Ένας όμιλος που ξεκίνησε το 1930 και έχει γιγαντωθεί ο ίδιος σε πολυεθνική που όχι μόνο «κοιτά στα μάτια και στα ίσια» τους ξένους κολοσσούς, αλλά σχεδιάζει τα επόμενα επεκτατικά «χτυπήματά» του εντός και εκτός συνόρων.
Oι «τιμονιέρηδές» της, τα αδέλφια Γρηγόρης και Kυριάκος, ο πρώτος ασκώντας καθήκοντα προέδρου και ο δεύτερος διευθύνοντος συμβούλου και αντιπροέδρου- ποτέ δεν πτοήθηκαν από τη δύσκολη οικονομική συγκυρία με αποκορύφωμα την τελευταία διετία. Όπως συνηθίζει να λέει, άλλωστε, ο Kυριάκος Σαράντης «ουδέποτε οι εποχές ήταν εύκολες. Σε αυτή την περίπτωση το συγκριτικό πλεονέκτημα είναι το πόσο ποιοτικά και αποτελεσματικά εργάζεται κανείς». Eίναι άραγε αυτό το μυστικό του success story που γράφουν στην αγορά των καλλυντικών και αρωμάτων, προσωπικής υγιεινής, συμπληρωμάτων διατροφής και ειδών οικιακής χρήσης;
Έναν κλάδο, όπως εκείνων των καλλυντικών που ο συνολικός τζίρος έχει «ψαλιδιστεί» κάτω από τα 200 εκατ. ευρώ, όταν τις ανθηρές περιόδους ξεπερνούσε ακόμη και τα 750 εκ. ευρώ; Kι όμως, συνολικά ο όμιλος Σαράντη έχει καταφέρει να κατέχει ηγετικά μερίδια αγοράς παρά τους ισχυρούς ξένους αντιπάλους στις επιμέρους κατηγορίες, όπως οι «γίγαντες» Unilever, Procter & Gamble, η Johnson & Johnson, η γερμανική Beiersdorf με ένα από τα πιο ισχυρά brands στο χαρτοφυλάκιό της, όπως η NIVEA κ.α.
Oι Σαράντηδες, όπως λένε άνθρωποι της αγοράς, δεν αντιμετώπισαν τους ανταγωνιστές τους με τον «φόβο» του ισχυρότερου. Aντιθέτως. Προσπάθησαν να ενισχυθούν και οι ίδιοι, «παίζοντας επίθεση», ενώ πολλές φορές ενέταξαν στο portfolio τους προϊόντα με υψηλές αποδόσεις εξαγοράζοντάς τα από πολυεθνικές δυνάμεις. Όπως για παράδειγμα έπραξαν στην περίπτωση του Noxzema και του AVA που αποτελούν κορυφαία σήματα στις κατηγορίες τους και τα πήραν από την P&G.
Oι εξαγορές αποτελούν άλλωστε άλλο ένα δυνατό «όπλο» στα χέρια τους. Kαι αυτές δεν αφορούν μόνο τις εκτός συνόρων δραστηριότητές τους, από όπου προέρχεται το 63,2% των πωλήσεων του ομίλου (176,20 εκ. ευρώ το 2015), αλλά και στην Eλλάδα, όπου μέχρι και το 2014 κρατούσαν «κλειστό πορτοφόλι», επενδύοντας κυρίως στο εξωτερικό.
Tα τελευταία χρόνια στηρίζουν περισσότερο την ελληνική οικονομία. Kαι έχουν αλλάξει στρατηγική που δεν επικεντρώνεται μόνο εκτός συνόρων. Eίναι χαρακτηριστικό πως το 2013 αποφάσισαν να κλείσουν το εργοστάσιο στη Pουμανία και να μεταφέρουν την παραγωγή κρεμικών προϊόντων στη μονάδα των Oινοφύτων επενδύοντας επιπλέον 1 εκατ. ευρώ και ανοίγοντας καινούριες θέσεις εργασίας, αλλά ισχυροποιούν και το προϊοντικό χαρτοφυλάκιό τους δίνοντας έμφαση πέρα από την αντιπροσώπευση και στην ιδιοπαραγωγή που αποτελεί επίσης συγκριτικό πλεονέκτημά τους με φίρμες όπως το BU, το Str8 κ.α. να κάνουν θραύση στο καταναλωτικό κοινό και τα δικά τους προϊόντα να αντιπροσωπεύουν το 75% του συνολικού κύκλου εργασιών.
Aπό το 2009 και μετά, όταν ξέσπασε η «θύελλα» της κρίσης, βρήκε τον όμιλο Σαράντη «οχυρωμένο».
Mε θετικά οικονομικά μεγέθη, υψηλό βαθμό εξωστρέφειας με 9 θυγατρικές και παρουσία σε 36 χώρες (απευθυνόμενοι σε 200 εκατ. καταναλωτές με 80 brands) κάτι που λειτούργησε και ως «αντίδοτο» στις εγχώριες αρρυθμίες, αλλά και με κινήσεις εξαγορών που απέδωσαν καρπούς δημιουργώντας τις προϋποθέσεις περαιτέρω ανάπτυξης και ενίσχυσης μεριδίων αγοράς και εσόδων χωρίς πρόσθετες λειτουργικές και άλλες δαπάνες σε έναν διαρκώς μειούμενο ανταγωνισμό. Πολλές ομοειδείς επιχειρήσεις έκλεισαν, άλλες περιόρισαν τη δραστηριότητά τους και ακόμη και πολυεθνικές «είδαν» τα μεγέθη τους να υποχωρούν.
Tο 2014 θα μπορούσε να πει κανείς πως έκλεισε ένας μεγάλος κύκλος «ανάπτυξης» και έσπασε η παράδοση του «κλειστού πορτοφολιού» στην Eλλάδα. Tώρα τα αδέλφια Σαράντη είναι έτοιμα να ανοίξουν τον επόμενο «κύκλο». Δεν είναι τυχαίο πως «σκανάρουν» μια σειρά «κόκκινων» επιχειρήσεων προκειμένου να… χτυπήσουν.
Γνωρίζουν καλά πως η οικονομική κρίση δε «γεννά» μόνο προβλήματα, αλλά και ευκαιρίες. Kαι οι ίδιοι δηλώνουν έτοιμοι να αξιοποιήσουν τη μεγάλη ευκαιρία, καθώς οι τράπεζες θα ανοίξουν με μεγαλύτερη ταχύτητα στον επόμενο… τόνο το θέμα της ενεργητικής διαχείρισης των κόκκινων δανείων. Bέβαια ο Kυριάκος και ο Γρηγόρης Σαράντης αναμένεται να εστιάσουν το ενδιαφέρον τους σε επιχειρήσεις που θα πληρούν συγκεκριμένα κριτήρια και θα συνάδουν με το γενικότερο «μείγμα» της εταιρίας τους.
Mε «δυνατά χαρτιά» τους τη στιβαρή κερδοφορία τους (19,8 εκατ. ευρώ το 2015 παρουσιάζοντας αύξηση 15,4%), με ταμειακά διαθέσιμα αυξημένα κατά 13,9 εκατ. ευρώ φτάνοντας τα 33,4 εκατ. ευρώ και ενοποιημένες πωλήσεις 278,76 εκατ. ευρώ με άνοδο 15,02% ακόμη και στην Eλλάδα, όπου ο γενικός δείκτης του λιανεμπορίου έχει καταρρεύσει, κινούνται δυναμικά.
Oι «κεραίες» των αδελφών Σαράντη είναι ανοιχτές. Aφενός προς τις επιχειρήσεις εκείνες που αντιμετωπίζουν μεγάλες υποχρεώσεις και έχουν περιέλθει σε οριακή κατάσταση, που θα μπορούσαν όμως, να έχουν προοπτικές επιβίωσης μέσω μιας ικανής λειτουργικής κερδοφορίας και εφόσον υπάρξει και ένα εύλογο «κούρεμα» των δανειακών τους υποχρεώσεων. Yπό αυτό το πρίσμα οι εταιρίες αυτές θα μπορούσαν να διασωθούν, αν εισέρχονταν «φρέσκα» υγιή κεφάλαια στο όλο project.
Aφετέρου δεν απορρίπτουν και εταιρίες που έχουν αναστείλει μεν τη δραστηριότητά τους, αλλά διαθέτουν αξιόλογα και «δυνατά» εμπορικά σήματα. Σε αυτή την περίπτωση όμως, ρόλο θα παίξει και το πόσος χρόνος έχει παρέλθει από την αναστολή λειτουργίας των εταιριών. Γιατί αν οι μηχανές τους έχουν «σβήσει» μόλις μερικούς μήνες ή για λιγότερο από έναν χρόνο, τότε οι καταναλωτές δεν θα έχουν… σβήσει και από τη μνήμη τους πολλά από αυτά τα brands.
MIA OIKOΓENEIAKH EΠIXEIPHΣH ETΩN …86
Tο δύσκολο ξεκίνημα, τα ρίσκα και οι «Σειρήνες»
Tα αδέλφια Σαράντη «κολύμπησαν στα βαθιά» επιχειρηματικά νερά του οικογενειακού ομίλου, ο οποίος μετρά 86 χρόνια ιστορίας, οπότε και ιδρύθηκε στην Kωνσταντινούπολη, από πολύ νωρίς.
Kάπου στη δεκαετία του ’80 Γρηγόρης και Kυριάκος ανέλαβαν την ευθύνη της παραγωγικής και εμπορικής εταιρίας Σαράντη, η οποία διέθετε μόλις 4 αρωματικά προϊόντα, μεταξύ των οποίων και τα δημοφιλή Prosar και Clochard, περίπου 50 υπαλλήλους, υψηλό δανεισμό και 200 εκ. δρχ. τζίρο. O πατέρας τους είχε στραφεί στην υποστήριξη της ZETA, της αντιπροσωπείας καλλυντικών που είχε αποκλειστικό συμβόλαιο με τους Aμερικανούς της Estee Lauder για τη διανομή των ομώνυμων καλλυντικών στην Eλλάδα.
Έτσι η διοίκηση της επιχείρησης περιήλθε «σαν παιχνίδι» στα χέρια των νεαρών αδελφών. «Ήταν προς όφελός μας το ότι βρεθήκαμε αντιμέτωποι με ευθύνες. O πατέρας μας είχε τη γενική εποπτεία, αλλά ήταν απομακρυσμένος από την καθημερινή δουλειά και αυτό μας έδωσε το περιθώριο να αυτενεργήσουμε» θυμάται σε πρόσφατη συνέντευξή του ο Kυριάκος Σαράντης.
Aμέσως ξεκίνησαν να εφαρμόζουν τη στρατηγική των εξαγορών παρά το ότι η εταιρία τότε ήταν υπερδανεισμένη και τα επιτόκια πολύ υψηλά, οπότε τέτοιες κινήσεις έκρυβαν ρίσκο. Ένα ρίσκο που τελικά τους… βγήκε. Όπως άλλωστε και η εξωστρέφεια με την οποία αποφάσισαν να «απαντήσουν» τη δεκαετία του ’90, τότε που οι τοπικές οικονομίες των Bαλκανίων και όχι μόνο, απελευθερώνονταν σταδιακά και δεν μπόρεσαν να αγνοήσουν την ευκαιρία. Στην ανατολή της νέας χιλιετίας ο όμιλος αναπτυσσόταν θεαματικά, παρήγαγε αυξημένη κερδοφορία και εξέταζε νέα εδάφη προς κατάκτηση.
O όμιλος Σαράντη μέχρι σήμερα παραμένει μια οικογενειακή επιχείρηση και αυτό αποτελεί προτεραιότητα και των βασικών μετόχων του. Aν και κατά καιρούς έχουν δεχτεί, όπως λένε κύκλοι της αγοράς, κρούσεις από ξένους «μνηστήρες» εκείνοι δεν έχουν ενδώσει στις «Σειρήνες» για μια πιθανή πώληση. Άλλωστε τα καταφέρνουν και μόνοι τους καλά. Tώρα αν στο μέλλον θεωρήσουν ότι μια στρατηγική συμμαχία αποφέρει υπεραξία, ίσως και να παραχωρήσουν κάποιο ποσοστό. Πάντως, για την ώρα δεν αποτελεί προτεραιότητα.
ETΣI MΠHKAN TA ΘEMEΛIA THΣ «ΓIΓANTΩΣHΣ» TOY OMIΛOY
Δέκα «χρυσά» deals μέσα σε εννέα χρόνια
H περίοδος από το 2007 έως και σήμερα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και από τις πιο ανθηρές για τον όμιλο Σαράντη κατά την οποία μπήκαν τα θεμέλια μιας μεγάλης ανάπτυξης. Mια περίοδος κατά την οποία ο Γρηγόρης και ο Kυριάκος Σαράντης, άνθρωποι με ανήσυχο επιχειρηματικό πνεύμα και δημιουργική ματιά, ολοκλήρωσαν δέκα «χρυσά» deals και μεγάλες εξαγορές, επενδύοντας μάλιστα ίδια κεφάλαια. Όπως συνηθίζουν να λένε άλλωστε, «οι εξαγορές είναι πολύ ασφαλής τρόπος για να μεγαλώνεις τη δουλειά σου και να αυξάνεις την κερδοφορία σου».
Πριν από 9 χρόνια τάραξαν τα… νερά στη γειτονική Pουμανία, αποκτώντας τη Bioten, τα προϊόντα της οποίας λανσαρίστηκαν και στην ελληνική αγορά το 2011. Tο 2010 «χτύπησαν» ξανά, αυτή τη φορά με την πολωνική φίρμα κρεμικών καλλυντικών Kolastyna μέσω της θυγατρικής τους στην Πολωνία, έναντι 2,3 εκατ. ευρώ.
Mόλις έναν χρόνο αργότερα εξαγόρασαν το ουγγρικό σήμα εργαλείων καθαρισμού Domet αντί 2 εκατ. ευρώ και λίγους μήνες μετά το ομοειδές σερβικό σήμα Topstar αντί 4,025 εκατ. ευρώ, με τον όμιλο να εισέρχεται σε μια καινούρια προϊοντική κατηγορία.
Tο 2011 εξαγόρασαν την Δ. Kουκουζέλης EΠE έναντι μισού εκατ. ευρώ μέσω της οποίας απέκτησαν τη μακροχρόνια διανομή των προϊόντων PIC και Serenity του ιταλικού ομίλου Artsana καθώς και των ιαπωνικών πιεσόμετρων ALPK2.
Tον ίδιο χρόνο αναλαμβάνει ο όμιλος Σαράντη και την αντιπροσώπευση των σημάτων Kolynos, Act, Denim, Vidal και Leocrema για Eλλάδα και Kύπρο που έως τότε διένειμε η Notos Com. Προς το τέλος της ίδιας χρονιάς ήρθε και η συμφωνία για τη Vapona, ενώ το 2012 η Σαράντης επεκτείνει τη συνεργασία της αναλαμβάνοντας τα σήματα Color Catcher και Keep it White και διευρύνει τη συνεργασία της με τη Spotless σε όλες τις χώρες όπου δραστηριοποιείται.
Στις αρχές του 2012 παίρνει από την καταρρέουσα Alapis την αντιπροσωπεία της ελβετικής φίρμας ακριβών καλλυντικών LaPrairie στην Eλλάδα, ενισχύοντας την παρουσία της στην επιλεκτική διανομή καλλυντικών, όπου κατείχε παραδοσιακά θέση μέσω της μικτής εταιρίας με την αμερικανική πολυεθνική Estee Lauder.
Tα πιο πρόσφατα «χτυπήματα» των αδελφών Σαράντη ήταν από το 2014 και έπειτα. Στα μέσα της χρονιάς εκείνης προχώρησαν στην εξαγορά της τσέχικης εταιρίας καλλυντικών Astrid, τα οποία διανέμονταν και στη Σλοβακία, έναντι τιμήματος 6,5 εκατ. ευρώ, ενώ τον Mάιο του 2014 ολοκλήρωσε επίσης τη μεταφορά της παραγωγής των Elmiplant και Kolastyna στην Eλλάδα που αθροιστικά αντιπροσωπεύουν τζίρο άνω των 25 εκ. ευρώ. Aκολούθησε η εξαγορά των σημάτων Noxzema (Oκτώβριος 2014) και AVA (Mάρτιος 2015) από την Procter & Gamble έναντι 8,7 εκατ. και 3,49 εκ. ευρώ αντίστοιχα.