Οι συζητήσεις με ευρωπαϊκούς ομίλους για εξαγορές μονάδων παραγωγής φαρμάκων, η στρατηγική ανάπτυξης στην αγορά καφέ, η αναδιοργάνωση των SEPHORA και οι σχέσεις με τους ξένους συνεταίρους
Εξωστρεφής αλλά και αυστηρός. Κοσμικός, αλλά και παραδοσιακός. Αντιθέσεις μέσα από τις οποίες συντίθεται το επιχειρηματικό και προσωπικό προφίλ του Πάνου Μαρινόπουλου. Πιστός στη συμβουλή του αείμνηστου ιδρυτή του ομίλου Μαρινόπουλου, Δημήτρη, πως «η εταιρία μας δεν επιθυμεί να γίνει αποικία των ξένων επενδυτών, αλλά συνεργάτης τους επί ίσοις όροις» την τηρεί κατά γράμμα στις σχέσεις του με τους ξένους συνεταίρους του. Είτε πρόκειται για τους Γάλλους της Carrefour με τους οποίους ελέγχουν τον μεγαλύτερο όμιλο σούπερ μάρκετ στην Ελλάδα, είτε για τους Αμερικανούς της αλυσίδας καφεστίασης Starbucks, τους Ισπανούς και Γάλλους συνεργάτες της ΦΑΜΑΡ, τους Βρετανούς της Marks & Spencer και η λίστα των ηχηρών συμφωνιών συνεχίζεται…
Ο Πάνος Μαρινόπουλος, συνεχιστής της δυναστείας της οποίας η ιστορία ξεκινάει από το 1893 από ένα μικρό φαρμακείο, θεωρείται ο στρατηγικός νους της οικογενειακής επιχείρησης, την οποία ελέγχει με τα τρία του ξαδέλφια και ο έχων την γενική επιστασία. Άλλωστε, ο παρεμβατικός του χαρακτήρας και οι ισχυρές γνωριμίες που έχει αποκτήσει τόσα χρόνια επιχειρηματικής δραστηριότητας στο εξωτερικό αποτελούν «διαβατήριο» και για νέα μεγάλα deals στην ευρωπαϊκή και όχι μόνο αγορά.
Ειδικά σε μια περίοδο οικονομικής κρίσης, όπου τα σημάδια της είναι έντονα σε όλους τους κλάδους της αγοράς, όπου δραστηριοποιείται και ο όμιλος Μαρινόπουλου, στρατηγική του Πάνου Μαρινόπουλου είναι πως «αντίδοτο» των εγχώριων απωλειών αποτελεί ο εξαγωγικός προσανατολισμός.
Από το στρατηγείο του στον Άλιμο, αλλά και από το γραφείο του στις ΗΠΑ, συντονίζει όλες τις επαφές με τους ξένους κολοσσούς με τους οποίους έχει υπογράψει συμβόλαια αντιπροσώπευσης των προϊόντων τους στην Ελλάδα και σε πολλές ακόμη χώρες.
Τον τελευταίο καιρό, έχει ανοίξει δίαυλο επικοινωνίας με μία από τις μεγαλύτερες φαρμακευτικές εταιρίες του εξωτερικού για την εξαγορά μονάδων παραγωγής φαρμάκων για λογαριασμό της φαρμακοβιομηχανίας ΦΑΜΑΡ, ενώ διερευνά καινούριες επενδύσεις στην αγορά του καφέ, διεκδικώντας ένα αξιόλογο κομμάτι από την «πίτα» των 720 εκατ. ευρώ περίπου.
Άνθρωπος που παραδέχεται τα λάθη, όπως υποστηρίζουν άνθρωποι που τον γνωρίζουν προσωπικά, δεν δίστασε πριν από λίγο καιρό να πει ότι τόσο ο ίδιος όσο και τα υπόλοιπα μέλη της διοίκησης, δε «ζύγισαν» σωστά τις συνθήκες συνεργασίας τους με τον Γάλλο δισεκατομμυριούχο, Φρανσουά Πινό στα FNAC πριν από μια διετία. Ωστόσο, το γεγονός ότι τόλμησαν το άνοιγμα σε έναν κλάδο, όπως εκείνος της ψηφιακής τεχνολογίας και ψυχαγωγίας, που μέχρι τότε ήταν άγνωστος για τον όμιλο, καταγράφεται στα θετικά του. Δεν αποκλείεται μάλιστα να επιχειρήσει και άλλες ανάλογες επενδύσεις σε διαφορετικούς κλάδους, όταν οι συνθήκες το επιτρέψουν.
Η Φαμάρ
Στο χαρτοφυλάκιο του ομίλου Μαρινόπουλου, ένα από τα «βαριά χαρτιά» του αποτελεί η φαρμακοβιομηχανία Φαμάρ. Με 13 εργοστάσια παραγωγής φαρμάκων και καλλυντικών εντός και εκτός ελληνικών συνόρων, έχει βρει το «αντίδοτο» στην εγχώρια κρίση του κλάδου και στις απώλειες του όγκου παραγγελιών στην έντονα εξωστρεφή της διάθεση. Γι’ αυτό και έχει καταφέρει να συγκαταλέγεται μεταξύ των έξι μεγαλύτερων φαρμακοβιομηχανιών της χώρας από άποψη τζίρου, με τις πωλήσεις το 2011 να εκτιμώνται κοντά στα 450 εκατ. ευρώ, σπάζοντας έτσι το… φράγμα των 350 εκατ. που είχε βάλει ως προσωπικό στοίχημα ο Πάνος Μαρινόπουλος και ο ξάδελφός του Στέφανος πριν από μια διετία περίπου.
Η εταιρία ανέκαθεν αποτελούσε σημαντικό σταθμό για μεγάλα deals, όπως με την Johnson & Johnson για την απόκτηση του εργοστασίου στη Νέα Ορλεάνη. Πριν από ένα εξάμηνο επίσης, ο Πάνος Μαρινόπουλος συζητούσε την εξαγορά μονάδας της Sanofi Aventis στην Ισπανία έναντι 70 εκατ. ευρώ και τελικά οι δύο πλευρές κατέληξαν σε συμφωνία, ώστε ο κατασκευαστικός τομέας της γαλλικής φαρμακοβιομηχανίας να «συγκεντρωθεί» στο δίκτυο της ελληνικής.
Η ΦΑΜΑΡ θα συνεχίσει να προμηθεύει την Sanofi με συγκεκριμένα προϊόντα, ενώ εκπόνησε και ένα επενδυτικό πλάνο ενίσχυσης της παραγωγικής δυναμικότητας του εργοστασίου της. Την ίδια ώρα, οι πληροφορίες την φέρουν να συζητά και με άλλες μεγάλες φαρμακοβιομηχανίες για την απόκτηση και άλλων μονάδων παραγωγής σε καίριες γεωγραφικά περιοχές της Ευρώπης. Το χαρτοφυλάκιο της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας μετρά πάντως πολλές ηχηρές συμφωνίες την τελευταία δεκαετία: από την εξαγορά του εργοστασίου παραγωγής φαρμάκων της SmithKline Beecham στην Ιταλία και της μονάδας της Roche στο Bladei της Ολλανδίας μέχρι αντίστοιχες εξαγορές των Novartis, Abbott και Aventis Pharma.
Έτσι, κατόρθωσε να γίνει γρήγορα ο τρίτος μεγαλύτερος κατασκευαστής φαρμάκων και καλλυντικών στην Ευρώπη, δουλεύοντας κυρίως «φασόν». Μέσα στην κρίση πάντως, η οικογένεια Μαρινόπουλου προχωρά με συνετές κινήσεις και έχει υιοθετήσει και την λογική του «συμμαζέματος», περικόπτοντας τα λειτουργικά κόστη.
Τα SEPHORA
Μπορεί η ΦΑΜΑΡ να παράγει καλλυντικά, τα Sephora όμως (τα οποία ελέγχει επίσης ο όμιλος Μαρινόπουλου) δραστηριοποιούνται στην λιανική, αντιπροσωπεύοντας το διάσημο αμερικανικό brand στην Ελλάδα. Οι πωλήσεις τους όμως, μετά το ξέσπασμα της κρίσης έχουν παρουσιάσει σημάδια υποχώρησης μέχρι και 10% και πλέον η διοίκηση προσπαθεί να αναδιοργανώσει το δίκτυο, να διορθώσει λάθη του παρελθόντος, αλλά και να προσελκύσει τους καταναλωτές με μπαράζ προσφορών και εκπτώσεων σε μια ευρεία γκάμα προϊόντων. Ο Πάνος Μαρινόπουλος έχει ήδη προχωρήσει σε κλείσιμο καταστημάτων που δεν απέδιδαν τα αναμενόμενα, ενώ διατηρεί εκείνα τα οποία βρίσκονται σε στρατηγικά σημεία, όπως στα εμπορικά κέντρα, αλλά και σε περιοχές με υψηλή αγοραστική δύναμη. Η «απορρόφηση» και των καταστημάτων Beauty Shop, αλλά και η απαλλαγή από δικαιοπαρόχους του δικτύου που δεν είχαν καλές σχέσεις μεταξύ τους με αποτέλεσμα αυτό να έχει επιπτώσεις και στην λειτουργία της αλυσίδας συνολικά πιστεύει πως θα αποφέρουν άμεσα θετικά αποτελέσματα.
«Ψήνει» deals στον καφέ
Οκτώ χρόνια έχουν περάσει από τότε που με την Μαρινόπουλος εταιρία Καφέ η οικογένεια Μαρινόπουλου έφερε στην Ελλάδα το brand της αμερικανικής πολυεθνικής αλυσίδας καφέ, Starbucks με σκοπό να δημιουργήσουν μια αγορά «gourmet καταναλωτών». Η γρήγορη επέκτασή τους στην ελληνική περιφέρεια και η «εισβολή» στα σούπερ μάρκετ Carrefour-Μαρινόπουλος απέφεραν οφέλη της τάξεως του +10% και έτσι δημιουργήθηκε ένα δίκτυο 60 καταστημάτων.
Η κάμψη της κατανάλωσης όμως, σε συνδυασμό με την αύξηση του ΦΠΑ έχουν επηρεάσει και το αμερικανικό brand με τις πωλήσεις να έχουν μειωθεί. Ωστόσο, η διοίκηση της αλυσίδας καφέ, με ένα από τα σημαντικότερα στελέχη στο δυναμικό της, τον κ. Στέφανο Αραβανή, όχι μόνο δε σχεδιάζει την αποχώρησή της από την Ελλάδα, φήμη που κυκλοφόρησε έντονα πριν από έναν μήνα, αλλά ακολουθεί μια στρατηγική περαιτέρω ανάπτυξης του δικτύου με το άνοιγμα νέων σημείων πώλησης, όπως έγινε στο Μοναστηράκι μέσα στο 2011, μια επένδυση της τάξεως των 300 χιλ. ευρώ. Ήδη ετοιμάζεται να εγκαινιαστεί και το τέταρτο κατάστημα Starbucks στην Κύπρο, ενώ ο όμιλος Μαρινόπουλου ψάχνει και άλλες ευκαιρίες στην βαλκανική αγορά, κυρίως σε Βουλγαρία και Ρουμανία.
Στρατηγική του είναι επίσης, στο τέλος του χρόνου να εξετάζει την λειτουργική και οικονομική απόδοση του κάθε καταστήματος, να κλείνει εκείνα που δεν αποδίδουν, ώστε να «νοικοκυρεύονται» και τα κόστη, αλλά και να δημιουργεί νέα, προσελκύοντας νέους πελάτες. Όσο για τις αιτιάσεις περί ακριβού καφέ; Τα στελέχη της αλυσίδας απαντούν πως η τιμή είναι συνάρτηση της ποιότητας του προϊόντος.
Στόχος να διατηρηθεί ο τζίρος των 90 εκατ. για τα Marks&Spencer
Τριάντα τρία χρόνια συνεργασίας μετρά ο όμιλος Μαρινόπουλος με τους Βρετανούς της Marks & Spencer. Όταν η διοίκηση ανέλαβε να φέρει την φίρμα στην Ελλάδα, όπως και την αμερικανική Gap, στους επιχειρηματικούς κύκλους μίλησαν για ρίσκο, δεδομένου ότι οι καταναλωτές δεν ήταν συνηθισμένοι σε τέτοια λαμπερά brands. Ωστόσο, για πολύ καιρό και ειδικά πριν από το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης, το στοίχημα της διοίκησης είχε πετύχει, αφού οι δύο μάρκες συγκαταλέγονταν μεταξύ των πρώτων στις αγοραστικές προτιμήσεις. Γι’ αυτό και όταν πριν από καιρό ένα διοικητικό στέλεχος της οικογένειας Μαρινόπουλου, ο Στέφανος, ανακοίνωσε την πώληση του 50% των μετοχών που κατείχε στη μητρική εταιρία ένδυσης, πολλοί ξαφνιάστηκαν.
Η κίνηση, όμως, αυτή εντάσσεται στα πλαίσια του στρατηγικού σχεδιασμού που θα επιτρέψει ταχύτερους ρυθμούς ανάπτυξης, ενώ ο ελληνικός όμιλος διατηρεί το δικαίωμα διαχείρισης του λιανικού δικτύου. Αυτή την στιγμή τα Marks & Spencer στην Ελλάδα «μετρούν» περίπου 30 καταστήματα και το θετικό είναι πως παρά την υποχώρηση του κλάδου της ένδυσης κατά 30%, η αλυσίδα διατηρεί σε υψηλά επίπεδα την επισκεψιμότητά της, αν και το επενδυτικό της πλάνο προχωρά με το… σταγονόμετρο. Κι αυτό, επειδή η οικογένεια Μαρινόπουλου θέλει να κινείται προσεκτικά και να μην κάνει μεγάλα ανοίγματα εν μέσω κρίσης. Την περασμένη χρονιά προχώρησε στο άνοιγμα τεσσάρων νέων καταστημάτων σε Ελλάδα, Ρουμανία, Κροατία, Βουλγαρία, ενώ έκλεισε και δύο μη αποδοτικά σημεία, μεταξύ των οποίων το outlet της Αργυρούπολης. Πέρυσι ο τζίρος της κυμάνθηκε κοντά στα 89,4 εκατ. ευρώ και στόχος είναι να διατηρηθεί ή και να τον ξεπεράσει και φέτος κόντρα στην δυσμενή συγκυρία.
Από την άλλη και η αμερικανική φίρμα GAP έχει υποστεί απώλειες, όμως συνεχίζει να αποτελεί ένα ισχυρό brand στο χαρτοφυλάκιο του ομίλου Μαρινόπουλου.
Πιστοί συνοδοιπόροι του τα τρία ξαδέλφια
Πιστοί «συνοδοιπόροι» στις επιχειρηματικές δραστηριότητές του Πάνου Mαρινόπουλου, έχει τα τρία ξαδέλφια του, με τους οποίους ανέλαβαν τα ηνία του ομίλου που τους κληροδότησαν οι πρόγονοί τους.
Κάνοντας πράξη το «η ισχύς εν τη ενώσει», ο Λεωνίδας, ο Στέφανος και ο συνονόματος ξάδελφός του, Πάνος, έχουν μοιράσει τις διοικητικές αρμοδιότητες μεταξύ τους και ας προεξοφλούσαν κάποιες «Κασσάνδρες» ότι οι οικογενειακοί τριγμοί ήταν θέμα χρόνου, με δεδομένο ότι όλοι θα επιθυμούσαν το μεγαλύτερο «κομμάτι» από την εξουσία και τη διοίκηση. Όχι μόνο τους διέψευσαν, αλλά τα τρία ξαδέλφια όρισαν ως τον «γενικό επιστάτη» όλων των δραστηριοτήτων τον Πάνο Μαρινόπουλο.
Ο Λεωνίδας και ο δεύτερος Πάνος έχουν αναλάβει κυρίως τον τομέα των καλλυντικών της ΦΑΜΑΡ, ενώ ο τρίτος ξάδελφος Στέφανος «τρέχει» το business plan της αλυσίδας Marks&Spencer, αλλά και τον κλάδο του φαρμάκου της ΦΑΜΑΡ. Στο επιχειρηματικό «παιχνίδι» έχει μπει δυναμικά και η σύζυγος του συνονόματου ξαδέλφου του, Σάντρα Φιξ Μαρινοπούλου, η οποία επιβλέπει την εμπορική πολιτική της φαρμακοβιομηχανίας, ενώ ταυτόχρονα μεγάλο μέρος του χρόνου της αφιερώνει στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης και στο Ίδρυμα Ν.Π. Γουλανδρή, όπου είναι πρόεδρος.
Φιλότεχνες δράσεις και ευαισθησίες έχει όμως, και ο επικεφαλής του ομίλου, αφού πολύ συχνά με την νυν σύζυγό του, Ιωάννα, με την οποία έχει αποκτήσει δύο γιους, επισκέπτονται συχνά διάσημες εκθέσεις έργων τέχνης στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
Είναι μια άλλη πτυχή της προσωπικότητάς του, την οποία είχε καλλιεργήσει από τον πρώτο του γάμο ακόμη, με την Όλγα Γουλανδρή (με την οποία επίσης έχει αποκτήσει έναν γιο) και που πολλοί λίγοι γνωρίζουν, αφού συνήθως δίνει την εικόνα του μπον βιβέρ κοσμικού, ο οποίος περνά τις διακοπές και τον χρόνο του κυρίως στη Μύκονο τα καλοκαίρια, στα δημοφιλή θέρετρα της Ελβετίας τον χειμώνα και «ξεκλέβει» χρόνο στα ακριβά εστιατόρια. Τα τέσσερα ξαδέλφια πάντως, δεν μοιράζονται μόνο την κοινή επιχειρηματική «στέγη», αλλά περνούν χρόνο μαζί και εκτός γραφείου. Πότε στις κατοικίες τους που διαθέτουν στην Αθήνα, τη Μύκονο και το Λονδίνο και πότε απολαμβάνοντας κρουαζιέρες, αλωνίζοντας τις θάλασσες του Ιονίου και του Αιγαίου. Άλλωστε επιθυμία των προηγούμενων γενεών ήταν να μείνουν για πάντα «ενωμένοι σαν μια γροθιά». Όπως ψιθυρίζεται πάντως, στους επιχειρηματικούς κύκλους, η περιουσία της οικογένειας είναι τεράστια και περιλαμβάνει εκτός από ακίνητα, παχυλές τραπεζικές καταθέσεις, αλλά και δυνατές επενδύσεις σε μετοχές.