H στρατηγική επιβίωσης μέσα στην κρίση και το «φάντασμα» με την επένδυση 20 εκατ. ευρώ της Σούδας. Oι κρούσεις επενδυτών που δεν απέδωσαν καρπούς και τα deals που δεν έγιναν
Οι «μπαλωθιές» της κρίσης και του ανταγωνισμού ακούγονται σε όλο τον κλάδο της εμπορίας καυσίμων και πετρελαίου. Δεν έχουν αφήσει εκτός και τον όμιλο Mamidoil- JetOil της οικογένειας Μαμιδάκη, ο οποίος δίνει τον δικό του αγώνα επιβίωσης και ανάκαμψης μέσα σε ένα περιβάλλον εχθρικό που δεν επιτρέπει περιθώρια πολλών ελιγμών. Ο Νίκος Μαμιδάκης, αντιπρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της εταιρίας, μετρά 58 χρόνια στο «παλκοσένικο» των επιχειρήσεων και γνωρίζει καλά ότι η αγορά των καυσίμων τα τελευταία πέντε χρόνια «μυρίζει μπαρούτι». Αντικρουόμενα συμφέροντα, συνεχείς «μάχες» για το μεγαλύτερο μερίδιο από μια «πίτα» που ξεπερνά τα 5 δισ. ευρώ, αλλά όλο και συρρικνώνεται, κρατικές παρεμβάσεις και οικονομική αβεβαιότητα συνθέτουν το «σκηνικό».
Οι δυσκολίες ωστόσο, ποτέ δεν πτόησαν τον ίδιο και τον αδελφό του Κυριάκο, ο οποίος διατηρεί την θέση του προέδρου στον όμιλο. Με την στόφα του Κρητικού και κάνοντας πράξη το σύνθημα ζωής των συντοπιτών τους, «ψηλά το κεφάλι», προσπαθούν να βγουν νικητές σε έναν αγώνα που πολλές φορές, λόγω εξωτερικών παραγόντων, συνθηκών και προσκομμάτων, μοιάζει άνισος.
Παλαιάς κοπής επιχειρηματίας, με έντονη προσωπικότητα και επίμονος, ο Νίκος Μαμιδάκης έχει καταφέρει η JetOil, παρά τους ισχυρούς αντιπάλους της, όπως η BP, η Shell, η Aegean Oil κ.α., να βρίσκεται μεταξύ των έξι μεγαλύτερων εταιριών εμπορίας καυσίμων με μερίδιο που υπερβαίνει το 10%, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία.
Ωστόσο, μετά το ξέσπασμα της «θύελλας» της κρίσης από το 2008 και έπειτα, «είδε»- όπως και σχεδόν το σύνολο των εταιριών του κλάδου- τον τζίρο να μειώνεται και τα έσοδα να γίνονται όλο και λιγότερα. «Χαριστική βολή» αποτέλεσε η υπερφορολόγηση των καυσίμων και η εξίσωση του φόρου πετρελαίου θέρμανσης με το πετρέλαιο κίνησης που επέφερε δραματική μείωση της κατανάλωσης, ξεπερνώντας το 30%. Παλαιότερα, ο Νίκος Μαμιδάκης συγκαταλεγόταν μεταξύ εκείνων, όπως υποστηρίζουν άνθρωποι που τον γνωρίζουν καλά, που ήθελαν να διατηρήσουν την επιχείρηση στα χέρια της οικογένειας πάση θυσία και δεν ενέδιδε εύκολα στο «φλερτ» κολοσσών που τον είχαν προσεγγίσει. Πριν από 15 χρόνια η εταιρία του είχε μπει στο «μικροσκόπιο» τόσο της Δημόσιας Επιχείρησης Πετρελαίου, όσο και του ομίλου Λάτση. Αν και έγιναν κάποιες διερευνητικές επαφές, αυτές δεν κατέληξαν σε… γάμο. Όπως συνήθιζε να λέει ο ίδιος: «η JetOil προτιμά να έχει τον ρόλο του… γαμπρού, παρά της νύφης», δίνοντας το στίγμα πως ο όμιλός του θα είχε τον πρώτο λόγο και ρόλο στην διαμόρφωση του νέου «χάρτη» της αγοράς. Δεδομένης της σημερινής οικονομικής συγκυρίας, όμως, πολλοί είναι εκείνοι που επισημαίνουν ότι η JetOil έχασε μια σημαντική ευκαιρία να πετύχει ένα deal με άλλον ισχυρό παίκτη του κλάδου, που θα την ενίσχυε ακόμη περισσότερο και θα την «θωράκιζε» μέσα στην κρίση.
ΣΤΡΟΦΗ 180 ΜΟΙΡΩΝ…
Το τελευταίο διάστημα, όμως, και όσο η οικονομική αβεβαιότητα επιτείνεται και τα έσοδα σημειώνουν «βουτιά», ο Νίκος Μαμιδάκης εξέταζε μαζί με τους στενούς του συνεργάτες όλο και περισσότερο το ενδεχόμενο να παραχωρήσει μέρος της JetOil, σε μια αλλαγή στρατηγικής κατά 180 μοίρες.
Η ευκαιρία παρουσιάστηκε πριν από λίγο καιρό, όταν ένας ισχυρός όμιλος από το εξωτερικό έδειξε ενδιαφέρον για την ελληνική εταιρία καυσίμων και ξεκίνησε ο γύρος των συνομιλιών. Ο ξένος όμιλος με δραστηριότητα στα Βαλκάνια ήθελε να «βάλει πόδι» και στην ελληνική αγορά με «όχημα» την JetOil. Μάλιστα, πραγματοποιήθηκε ο σχετικός έλεγχος στο δίκτυο και τους αποθηκευτικούς χώρους της επιχείρησης, συντάχθηκε η έκθεση των αποτιμητών και ενώ όλα έδειχναν πως θα επέλθει «γάμος», τελικά προέκυψε… διάλυση του διαφαινόμενου αρραβώνα. Αιτία για το… ναυάγιο, όπως λένε οι πληροφορίες, ήταν αφενός η οικονομική κατάσταση που επικρατεί στο retail και αφετέρου το ότι και τα οικονομικά της επιχείρησης δεν ήταν όπως τα περίμεναν οι υποψήφιοι αγοραστές. Ωστόσο, δεν αποκλείεται κάποια επαναπροσέγγιση στο μέλλον, αν και η κυβέρνηση εξετάσει ενδελεχώς κάποια ζητήματα, όπως η φορολόγηση, και λάβει τα μέτρα εκείνα που θα συμβάλουν στο να γεμίσει με καύσιμα και πάλι τα «ρεζερβουάρ» των εταιριών του κλάδου και έτσι προσελκύοντας και πάλι επενδυτές. Τότε ίσως επανέλθει στο τραπέζι και το θέμα πώλησης ποσοστού της JetOil.
Άλλωστε, ο όμιλος της οικογένειας Μαμιδάκη αποτελεί «φιλέτο», καθώς ελέγχει ένα δίκτυο περίπου 600 πρατηρίων, «τζίραρε» πάνω από 1 δισ. ευρώ σε Ελλάδα και εξωτερικό μέχρι πριν από λίγα χρόνια, ελέγχει μεγάλο ποσοστό και στα ναυτιλιακά καύσιμα με ιδιόκτητο στόλο 7 πλοίων και διαθέτει τον μεγαλύτερο αποθηκευτικό χώρο στα Βαλκάνια, μέσω του οποίου εφοδιάζει το δίκτυό του στη Β. Ελλάδα και προωθεί τις εξαγωγές του. Δραστηριοποιείται σε Αλβανία, Βουλγαρία, Κόσσοβο και Σκόπια, ενώ πρόσφατα αποφάσισε να δημιουργήσει αποθηκευτικούς χώρους και στην Σερβία.
Η στρατηγική του για να αντισταθμίσει τις απώλειες εντός συνόρων, επικεντρώνεται εξάλλου στην ενίσχυση των εξαγωγών. Από την άλλη στην Ελλάδα έχει «παγώσει» σχέδια επέκτασης του δικτύου πρατηρίων (μάλιστα έχει «ξεφορτωθεί» από ορισμένα σημεία πώλησης που δεν απέδιδαν τα προσδοκώμενα), μειώνει τις πιστώσεις και τους χρόνους πληρωμών στη βιομηχανία και όπου υπάρχει δυνατότητα ζητά την εξόφληση σε μετρητά.
«ΣΤΟΙΧΕΙΩΜΕΝΗ» ΕΠΕΝΔΥΣΗ
Ένα από τα μεγάλα «αγκάθια» για την JetOil αποτελεί εδώ και επτά χρόνια η «στοιχειωμένη» επένδυση στην Σούδα, ύψους 20 εκατ. ευρώ, όπου η οικογένεια Μαμιδάκη θέλει να δημιουργήσει αποθηκευτικές εγκαταστάσεις. Μια υπόθεση που έχει λάβει κατά καιρούς διαστάσεις πολιτικο- επιχειρηματικού θρίλερ. Αν και έχει λάβει την άδεια από το 2002 και μετά από αλλεπάλληλες προσφυγές στο ΣτΕ από μερίδα τοπικών φορέων της Κρήτης, αυτή την στιγμή το project βρίσκεται «κολλημένο» στην Πολεοδομία Χανίων και την Δασική Υπηρεσία.
Οι πολέμιοι της επένδυσης υποστηρίζουν ότι τα 58 στρέμματα, όπου θα κατασκευαστούν οι αποθήκες, είναι χορτολιβαδική έκταση, η διαχείριση της οποίας ανήκει στις Διευθύνσεις Δασών των νομών. Μάλιστα, ένας από τους μεγαλύτερους «πολέμιους» της επένδυσης ήταν και ο κ. Καρούτζος, τότε γενικός γραμματέας της Περιφέρειας Κρήτης, με τον οποίο ο όμιλος Μαμιδάκη αντήλλαξε πριν από μια 3ετία μέχρι και μηνύσεις. Ο κ. Καρούτζος μιλούσε για σοβαρά κενά στην περιβαλλοντική μελέτη, άποψη που συμμερίστηκε και μερίδα εκπροσώπων του Δήμου, ενώ πολλοί ήταν εκείνοι που καταλόγισαν στην οικογένεια Μαμιδάκη ότι χρησιμοποίησε τις ισχυρές πολιτικές της διασυνδέσεις για να λάβει την πρώτη άδεια πριν από 7 χρόνια.
Ο Μαμιδάκης μάλιστα ζήτησε ακόμη και την παρέμβαση του πρώην Πρωθυπουργού, Γ. Παπανδρέου με μια επιστολή- κόλαφο, προκειμένου να προχωρήσει το έργο, αλλά δεν έγινε κάποιο βήμα προόδου. Πίσω από το «μπλόκο» η πλευρά Μαμιδάκη άφησε πολλές φορές να εννοηθεί ότι ίσως κρύβονται και «σκοπιμότητες μελών των εκάστοτε κυβερνήσεων και τοπικών φορέων» που δεν επιθυμούν την ανάπτυξη, αλλά και ανταγωνιστικά συμφέροντα που «ενοχλούνται» από την προσπάθεια επέκτασης των αποθηκευτικών εγκαταστάσεων της JetOil, αφού, όπως είναι γνωστό, η αύξηση της αποθηκευτικής δυναμικότητας, αποτελεί προάγγελο για νέες μεγάλες business. Έχει δε πολλές φορές προειδοποιήσει πως θα προσφύγει στα Ευρωπαϊκά Δικαστήρια για να βρεθεί λύση και πως θα διεκδικήσει αποζημιώσεις από το Δημόσιο, που αλλάζει συνεχώς τους νόμους.
ΜΕ ΤΗ ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΓΕΝΙΑΣ
«Παίζει» επιθετικά και σε τουρισμό-διατροφή Η οικογένεια Μαμιδάκη λόγω και της κρητικής της καταγωγής που δίνει ιδιαίτερη σημασία στον οικογενειακό θεσμό, κάνει πράξη το «η ισχύς εν τη ενώσει». Μέσα στο πέρασμα των χρόνων, η επιχείρηση δεν γινόταν «όχημα» για την προώθηση προσωπικών συμφερόντων, αλλά πάντα, από τους ιδρυτές της μέχρι σήμερα που με σταθερά βήματα «προετοιμάζει» και τη νεότερη γενιά για το τιμόνι της, αντιμετωπίζεται ως ενιαίος «πόλος». Ο γιος του Νίκου Μαμιδάκη, Αλέξανδρος, μετά τις σπουδές του και αφού πέρασε από όλες τις βαθμίδες της ιεραρχίας, για να «ψηθεί» στην δουλειά, όπως πάντα τον συμβούλευε ο πατέρας του, πλέον κατέχει την θέση του αναπληρωτή διευθύνοντος συμβούλου στην Mamidoil- JetOil. Ο Νίκος Μαμιδάκης έχει και μια κόρη, η οποία είναι παντρεμένη με τον Γεράσιμο Σκλαβενίτη, της ομώνυμης ελληνικής αλυσίδας σούπερ μάρκετ, στην οποία ο Ν. Μαμιδάκης κατέχει ποσοστό στο μετοχικό κεφάλαιο λίγο πάνω από 10%. Καθώς ο όμιλος αναπτύσσει πολυσχιδή δραστηριότητα και σε άλλους κλάδους του επιχειρείν πέρα από την εμπορία καυσίμων, όπως οι ξενοδοχειακές επιχειρήσεις και η παραγωγή κρασιού και ελαιόλαδου (μέσω της εταιρίας Ανώσκελη ΑΕ- όνομα του χωριού τους), και οι άλλοι διάδοχοι των αδελφών Μαμιδάκη έχουν θέση στον οικογενειακό όμιλο.
Η Μαριλένα και η Τζίνα Μαμιδάκη απασχολούνται στον τομέα του τουρισμού και των ξενοδοχείων. Η πρώτη είναι επιφορτισμένη όχι μόνο με την διοίκηση των πολυτελών ξενοδοχείων του ομίλου Μ.Γ. Μαμιδάκη στην Κρήτη, του 5άστερου Minos Palace και του Arina Sand και του συνεδριακού κέντρου «Γεώργιος Μαμιδάκης» στο Ηράκλειο της Κρήτης. «Επενδύει» και στον πολιτισμό, τον οποίο θεωρεί συγκριτικό πλεονέκτημα της χώρας μας. Στον πολυχώρο «Αθηναΐς» στο Γκάζι, όπου η ίδια τελεί πρόεδρος, έχει φιλοξενήσει ορισμένα από τα μεγαλύτερα πολιτιστικά δρώμενα του κόσμου, ενώ ελέγχει και την εταιρία παροχής υπηρεσιών διατροφής «Αθηναΐς Catering». Η αδελφή της Τζίνα είναι διευθύνουσα σύμβουλος της ΤΕΙΜ bluegr- Mamidakis Hotels, με επίσης πλούσια δραστηριότητα σε ξενοδοχεία σε όλη την Ελλάδα. Πριν από λίγο καιρό αντιμετώπισε προβλήματα με το «Life Gallery» στην Εκάλη, το οποίο σφράγισε το ΣτΕ με το επιχείρημα ότι δεν εφαρμόστηκε ο συντελεστής δόμησης, αλλά τελικά η επιχειρηματίας προσέφυγε στα δικαστήρια, όπου και δικαιώθηκε.
ΠΩΣ ΕΜΕΙΝΕ ΟΡΘΙΟΣ Ο ΠΕΤΡΕΛΑΪΚΟΣ ΟΜΙΛΟΣ
Τα χτυπήματα… κάτω από τη ζώνη από ανταγωνιστές
Ο επιχειρηματικός «δρόμος» της JetOil και της οικογένειας Μαμιδάκη δεν ήταν πάντα… στρωμένος με ροδοπέταλα. Από την δεκαετία του ’60 ακόμη όταν ο ιδρυτής του ομίλου, Γιώργος Μαμιδάκης, το όνομα του οποίου έγινε συνώνυμο για πολλές δεκαετίες με την ιστορία του «μαύρου χρυσού» στην Ελλάδα, έκανε τα πρώτα βήματα για να «χτίσει» την σημερινή αυτοκρατορία, είχε «ενοχλήσει» τους άλλους ισχυρούς παίκτες του κλάδου.
Ο «πατριάρχης» της Mamidoil- JetOil εκμεταλλεύτηκε την κρίση του Σουέζ και στράφηκε στην Ανατολή: έκλεισε συμφωνία με τους Ρώσους για αποκλειστική αντιπροσώπευση των πετρελαίων τους, η οποία είχε διάρκεια μέχρι το 1981. Ο Γιώργος Μαμιδάκης ήταν πανίσχυρος, αφού μετέφερε το ρωσικό πετρέλαιο στα ελληνικά διυλιστήρια με δικά του καράβια, όμως, την ισχυροποίησή του αυτή δεν την είδαν με καλό… μάτι ποτέ οι ανταγωνιστές του. Ανταγωνιστικά συμφέροντα κρύβονταν όμως, όπως λένε οι πληροφορίες, και πίσω από την εμπλοκή του ονόματος του ομίλου σε υπόθεση λαθρεμπορίας καυσίμων στο παρελθόν, για την οποία η οικογένεια Μαμιδάκη έφτασε μέχρι τα Ευρωπαϊκά Δικαστήρια για να μπορέσει τελικά να δικαιωθεί. Ένα από τα μεγαλύτερα πλήγματα που δέχτηκε η οικογενειακή επιχείρηση, ήταν όταν το 1986 πέθανε ο ιδρυτής της, Γιώργος, αλλά και η μεγάλη πυρκαγιά που κατέστρεψε τις εγκαταστάσεις στην Θεσσαλονίκη πριν από 27 χρόνια.
Παρά τις «Συμπληγάδες», ωστόσο τα αδέλφια Νίκος και Κυριάκος Μαμιδάκης κατάφεραν να… αναστήσουν την JetOil και να παραμείνει όρθια μέχρι σήμερα που περνά την νέα «δοκιμασία»: της κρίσης. Άνθρωποι που δεν χαρίζουν τα λόγια τους, αλλά τα λένε «τσεκουράτα» πολλές φορές έχουν καυτηριάσει τα κακώς κείμενα και τις στρεβλώσεις της αγοράς καυσίμων. Ο Νίκος Μαμιδάκης σε συνεντεύξεις του έχει μιλήσει για την ανάγκη ενός αναπτυξιακού πλάνου ώστε να βγει η χώρα από την κρίση, την μείωση της πολυνομίας και της γραφειοκρατίας για να έρθουν επενδυτές και την αναγκαιότητα ύπαρξης ενός σταθερού φορολογικού πλαισίου που δεν θα οδηγεί σε «αφαίμαξη» των επιχειρήσεων.
Μάλιστα, πριν από λίγο καιρό πήρε θέση και για την ανάγκη αλλαγής ταυτότητας των πολιτικών κομμάτων, τα οποία, σύμφωνα με τον ίδιο πρέπει να εκσυγχρονιστούν και να απαρτιστούν από νέους τεχνοκράτες και πολιτικούς που θα εμπνέουν. Ο ίδιος και ο αδελφός του Κυριάκος, ουδέποτε έκρυψαν ότι τους συνδέουν στενοί φιλικοί δεσμοί με την οικογένεια Μητσοτάκη- τους ενώνει και η κοινή καταγωγή από τα Χανιά- αν και ουκ ολίγες φορές η φιλία αυτή έχει επικριθεί σε διάφορες επιχειρηματικές φάσεις της οικογένειας. Τους καταλογίζουν ότι στηρίζονται σε αυτήν για να προωθούν τα σχέδιά τους. Παρά τις κατά καιρούς «κόντρες» με τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ, ο Μαμιδάκης θεωρείται «παντός καιρού» επιχειρηματίας, αφού προκειμένου να υλοποιεί τα επενδυτικά του πλάνα, πιέζει προς κάθε κατεύθυνση και υπουργεία ανεξαρτήτως κομματικού «χρώματος».