Επίθεση του Spiegel προς τον πρόεδρος της ΕΚΤ
«Πράξη απόγνωσης» χαρακτηρίζει το Spiegel τις χθεσινές αποφάσεις της ΕΚΤ. «Όποιος παίζει αμυντικά σε ένα παιγνίδι εντός έδρας, δεν έχει εμπιστοσύνη στις ικανότητές του. Αυτό ισχύει για τις ποδοσφαιρικές ομάδες, αλλά ισχύει και για τον πρόεδρο της ΕΚΤ», επισημαίνει το γερμανικό περιοδικό και διευκρινίζει: «Προφανώς και ο Ιταλός δεν είναι πλέον απόλυτα πεπεισμένος ότι η βαθιά κρίση στην ευρωζώνη μπορεί να λυθεί με τα μέσα της νομισματικής πολιτικής». Κι όμως, τα μάτια όλου του χρηματοοικονομικού κόσμου ήταν στραμμένα χθες στην Νάπολη, όπου συνεδρίαζε το Δ.Σ. της ΕΚΤ. «Επενδυτές, επιστήμονες και πολιτικοί περίμεναν να δουν ποιο μαγικό όπλο θα παρουσίαζε ο Ντράγκι στη μάχη κατά της διαρκούς κρίσης. Στο τέλος όλοι αντέδρασαν με απογοήτευσή».
Σύμφωνα με την Deutsche Welle, σε διαφορετικό μήκος Σε διαφορετικό μήκος κύματος και το σχόλιο της Frankfurter Allgemeine Zeitung που παρατηρεί: «Η ΕΚΤ δεν είναι σε θέση να επιλύσει μόνη της την παρούσα κρίση. Στην καλύτερη περίπτωση ρίχνει τον σπόρο για την επόμενη κρίση. Η Ευρώπη έχει άλλο πρόβλημα. Λείπουν επενδύσεις, στις οποίες ιδιώτες και επιχειρήσεις θα πάρουν λεφτά στα χέρια τους και θα χτίσουν ένα σπίτι ή ένα εργοστάσιο ή θα επενδύσουν σε μισθούς για το προσωπικό τους. Σε χώρες όπως η Ιταλία και η Γαλλία το σύστημα αυτό δεν λειτουργεί, επειδή οι αγκυλώσεις της οικονομίας, πέντε χρόνια μετά το ξέσπασμα της ευρωκρίσης, δεν έχουν ακόμη αρθεί», επισημαίνει η γερμανική εφημερίδα.
Έντονη κριτική στις αποφάσεις του Δ.Σ. της ΕΚΤ ασκεί και το οικονομικό μαγκαζίνο Wirtschaftswoche, θεωρώντας απίθανο το ενδεχόμενο παρέμβασης του Βερολίνου στις πρωτοβουλίες του κεντρικού χρηματοπιστωτικού ιδρύματος της ευρωζώνης.
«Είναι απίθανο να ενεργήσουν τώρα οι κυβερνώντες στο Βερολίνο. Ο φόβος τους για μια νέα τραπεζική κρίση είναι μεγάλος…Η καταπάτηση από την ΕΚΤ και τους διασώστες του ευρώ νόμων και κανόνων ενάντια σε κάθε αρχή του κράτους δικαίου, έχει γίνει πλέον η νέα ομαλότητα στην Ευρώπη. Η ΕΚΤ αναγκάστηκε να γίνει η μυστική κυβέρνηση της Ευρώπης και ορίζει με το έτσι θέλω τα νέα όρια δράσης της νομισματικής πολιτικής», υπογραμμίζει επικριτικά η Wirtschaftswoche.