Πληθαίνουν τα σενάρια για τη χρηματοδότηση που θα λάβει η Ελλάδα μετά τη λήξη του τρέχοντος προγράμματος.
Στο σχετικό δημοσίευμα του περιοδικού Spiegel προστίθεται σημερινό πρωτοσέλιδο δημοσίευμα της εφημερίδας Welt, που επιβεβαιώνει την είδηση περί ευρωπαϊκής συμφωνίας για τη χορήγηση 10 δισ. ευρώ ως «προληπτική γραμμή στήριξης» της ελληνικής οικονομίας μετά τη λήξη του τρέχοντος προγράμματος.
Η εφημερίδα του Βερολίνου σημειώνει στον τίτλο της ότι «η Ελλάδα πρόκειται να λάβει νέο πακέτο βοήθειας». Σύμφωνα με πληροφορίες της Welt, «διαφαίνεται μία λύση στις επίπονες προσπάθειες για ένα πρόγραμμα διάσωσης. Τα κράτη-μέλη της ΕΕ συμφώνησαν σε συνάντηση της προηγούμενης εβδομάδας να θέσουν στη διάθεση της Ελλάδας ένα νέο πρόγραμμα βοήθειας ύψους 10 δισ. ευρώ με τη μορφή ‘προληπτικής οικονομικής βοήθειας’, όπως αποκαλείται».
Σύμφωνα με την Deutsche Welle, όπως επισημαίνει η εφημερίδα, η Ελλάδα αποκτά έτσι «μαξιλαράκι ασφαλείας», το οποίο θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει τον επόμενο χρόνο σε περίπτωση που οι χρηματαγορές επιβάλουν υπέρογκα επιτόκια δανεισμού στη χώρα. «Σε αντάλλαγμα οι δανειστές θέλουν να διατηρήσουν υπό έλεγχο την Αθήνα», αναφέρει το δημοσίευμα, διευκρινίζοντας πάντως ότι ακόμη δεν έχει ληφθεί οριστική απόφαση για τη χορήγηση των 10 δισ. «Προϋπόθεση είναι να εκπληρώσει η Ελλάδα όλους τους όρους του τρέχοντος προγράμματος, έτσι ώστε να μπορεί η τρόικα να κλείσει το (σ.σ. τρέχον) πακέτο βοήθειας. Εδώ ‘κολλάει’ ακόμη (σ.σ. η υπόθεση)», δήλωσε στη Welt υψηλόβαθμος αξιωματούχος της γερμανικής κυβέρνησης.
Το δημοσίευμα διευκρινίζει ότι τα 10 δισ. ευρώ θα τεθούν στη διάθεση της Ελλάδας μέσω του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM), ωστόσο δεν πρόκειται για «φρέσκο χρήμα», αλλά για χρήματα του δεύτερου πακέτου στήριξης της ελληνικής οικονομίας που προορίζονταν αρχικά για την τραπεζική ανακεφαλαιοποίηση και δεν έχουν χρησιμοποιηθεί.
Spiegel: Ο ασθενής παίρνει μόνος του εξιτήριο
Το περιοδικό Spiegel σκιαγραφεί τις αδυναμίες της Ελλάδας ενόψει της λήξης του τρέχοντος προγράμματος οικονομικής βοήθειας των ευρωπαίων εταίρων, επισημαίνοντας ότι η χώρα εμφανίζεται ανέτοιμη να βασιστεί στις δικές τις δυνάμεις. Ενδεικτική της κατάστασης είναι η αντίδραση των χρηματαγορών στην πρόσφατη εξαγγελία του Αντώνη Σαμαρά ότι «τελειώνει η εποχή των μνημονίων», που συνοδεύτηκε από ραγδαία άνοδο των επιτοκίων δανεισμού της Ελλάδας.
Το γερμανικό περιοδικό επιλέγει τον γλαφυρό τίτλο «ο ασθενής παίρνει μόνος του εξιτήριο και σημειώνει: «Είναι σαν ένας ασθενής να έχει επιβιώσει στη μονάδα εντατικής θεραπείας και θέλει αμέσως μετά να δώσει εξιτήριο στον εαυτό του, σχολιάζει ένας υψηλόβαθμος ευρωπαίος αξιωματούχος: Η υποτροπή είναι προδιαγεγραμμένη, ο κόπος που θα καταβληθεί στη συνέχεια για την αποθεραπεία θα είναι πολύ μεγαλύτερος συγκριτικά με το αν έμενε ο ασθενής στο νοσοκομείο και άφηνε τη διαδικασία ανάρρωσης να εξελιχθεί με ηρεμία». Το Spiegel υπογραμμίζει την ατυχή έκβαση των διαπραγματεύσεων τρόικας-ελληνικής κυβέρνησης την περασμένη εβδομάδα στο Παρίσι, αναφέροντας ότι η τρόικα θεωρεί ότι η χώρα δεν έχει εκπληρώσει τις προϋποθέσεις για την εκταμίευση της τελευταίας δόσης. Το δημοσίευμα ασκεί κριτική στην ελληνική πλευρά υπογραμμίζοντας ότι σε αντίθεση με την Ιρλανδία και την Πορτογαλία, «οι οποίες υλοποίησαν υποδειγματικά τους όρους που είχαν τεθεί, οι Έλληνες μένουν ανέκαθεν πίσω στις μεγάλες μεταρρυθμίσεις που πρόκειται να κάνουν και πάλι ανταγωνιστική τη χώρα».
Όπως παρατηρεί το δημοσίευμα, παρά τη μικρή αύξηση του ΑΕΠ της χώρας για πρώτη φορά από το 2007 και την ελαφρά μείωση της ανεργίας, «σε άλλους τομείς κυριαρχεί, παρά τη μαζική ευρωπαϊκή αναπτυξιακή βοήθεια, η παλιά τσαπατσουλιά». Όπως επισημαίνεται, εξακολουθεί να λείπει ένα αξιόπιστο εθνικό κτηματολόγιο. «Η ΕΕ έστειλε ολλανδούς ειδικούς προκειμένου να βοηθήσουν στη δημιουργία ενός αντίστοιχου συστήματος. Στην αρχή της χρονιάς προκηρύχθηκε δημόσιος διαγωνισμός, ο οποίος απλά ακυρώθηκε στη συνέχεια από τους Έλληνες». Σοβαρές υστερήσεις καταγράφει το δημοσίευμα και στο πεδίο της καταπολέμησης της διαφθοράς. Όπως σημειώνει, σε αυτόν τον τομέα «προσφέρουν αναπτυξιακή βοήθεια Φιλανδοί, οι οποίοι εκπαίδευσαν 700 υπαλλήλους. (…) Ωστόσο, όπως συμβαίνει τόσο συχνά, στην πράξη δεν υπάρχει πρόοδος. (…) Οι αλλαγές είναι κοπιαστικές και γίνονται στην καλύτερη περίπτωση υπό ισχυρή διεθνή πίεση».