Τις προγραμματικές δηλώσεις της ελληνικής κυβέρνησης σχολιάζει σήμερα ο γερμανικός Τύπος.
«Ο Τσίπρας ρισκάρει την τελική ρήξη», τιτλοφορείται άρθρο που δημοσιεύεται στην εφημερίδα Handelsblatt. «Ο Αλέξης Τσίπρας απομακρύνεται από τις ριζοσπαστικές θέσεις. Ένα όμως είναι σαφές: Ο ελληνικός λαός δεν πρέπει να πληρώσει άλλο, όπως κάνει μέχρι τώρα. Με τις προγραμματικές του δηλώσεις διακινδυνεύει την τελευταία διεθνή αλληλεγγύη», αναφέρει η εφημερίδα.
Σύμφωνα με τον αρθρογράφο, η κυβέρνηση κάνει πίσω σε δύο σημαντικά σημεία, παραιτείται από το αίτημα για κούρεμα χρέους, ενώ κάνει παραχωρήσεις στο θέμα των ιδιωτικοποιήσεων.
«Αλλά», συνεχίζει, «το σημαντικό σημείο τριβής με τους πιστωτές παραμένει. Ο Τσίπρας απορρίπτει μία παράταση του τρέχοντος προγράμματος βοήθειας. Θέλει να τερματίσει την πορεία λιτότητας και να ακυρώσει τις περισσότερες μεταρρυθμίσεις. Έτσι κατευθύνεται προς μία ρήξη με τους Ευρωπαίους εταίρους του, ακόμη και αν διαβεβαιώνει για το αντίθετο».
Στο άρθρο αναφέρεται ακόμη η πρόταση της κυβέρνησης για πρόγραμμα – γέφυρα, κατά τη διάρκεια του οποίου θέλει να διαπραγματευτεί μία νέα διευθέτηση του χρέους. «Την απαίτησή του για άφεση χρέους την έχει, προφανώς, εγκαταλείψει οριστικά. Η λέξη δεν εμφανίστηκε στις προγραμματικές δηλώσεις. Αντ’ αυτού, ο κ. Τσίπρας μίλησε για μία αναδιάρθρωση του κρατικού χρέους» συμπληρώνεται.
Για το θέμα των ιδιωτικοποιήσεων η Handelsblatt αναφέρει ότι ο κ. Τσίπρας εμφανίστηκε μετριοπαθής, καθώς δεν τις απέκλεισε, εφόσον εξυπηρετούν το δημόσιο συμφέρον.
Στη «σωστή κατεύθυνση» βλέπει ο αρθρογράφος τις εξαγγελίες για αντιμετώπιση της διαφθοράς και της φοροδιαφυγής, αλλά και της γραφειοκρατίας. «Ταυτόχρονα όμως ο Έλληνας πρωθυπουργός θέλει να πάρει πίσω τις μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας, να επαναπροσλάβει χιλιάδες απολυμένους δημοσίους υπαλλήλους και να αυξήσει τον κατώτατο μισθό από τα 586 στα 751 ευρώ και το αφορολόγητο όριο στις 12.000 ευρώ. Αυτές οι εξαγγελίες συνιστούν παραβίαση των συμφωνιών με τους δανειστές (…). Οι διαπραγματεύσεις με την ΕΕ, την ΕΚΤ και το ΔΝΤ δεν θα είναι, επομένως, εύκολες», συνεχίζει.
Αναφορικά με τα περί διεκδίκησης των πολεμικών επανορθώσεων και του αναγκαστικού κατοχικού δανείου από τη Γερμανία, ο συντάκτης κάνει λόγο για νέα παραφωνία στις ήδη τεταμένες σχέσεις (με τη Γερμανία).
Όπως αναφέρει, «το ζήτημα των αποζημιώσεων είναι από τα αγαπημένα του κ. Τσίπρα». «Ελληνικές αντιστασιακές οργανώσεις υπολογίζουν τις απαιτήσεις στα 160 δισεκατομμύρια, το μισό του ελληνικού χρέους. Η γερμανική κυβέρνηση απορρίπτει κάθε συζήτηση για το θέμα» σημειώνει.
Εξάλλου, κατά τον αρθρογράφο «δεν είναι να ζηλεύει κανείς τον Έλληνα πρωθυπουργό», καθώς -όπως υποστηρίζει- «είναι αιχμάλωτος της προεκλογικής ρητορικής του». Από τη μία πλευρά οι υποστηρικτές του περιμένουν τα δώρα που υποσχέθηκε προεκλογικά, κάτι που απαιτούν τόσο η «ισχυρή ακροαριστερή πτέρυγα του κόμματός του» όσο και ο κυβερνητικός εταίρος του, «το ακροδεξιό κόμμα των ΑΝΕΛ».
Από την άλλη πλευρά, συνεχίζει το άρθρο, πρέπει ο ίδιος να έχει αντιληφθεί ότι οι υποσχέσεις του δεν μπορούν να χρηματοδοτηθούν. «Ο Τσίπρας κατευθύνεται έτσι σε μία αντιπαράθεση με την Ε.Ε.. Επίσης, ρισκάρει το μέλλον της χώρας του στην Ευρώπη. Ακόμη, εισπράττει γι’ αυτό, εσωτερικά, πολύ χειροκρότημα. Τρεις στους τέσσερις Έλληνες, σύμφωνα με δημοσκόπηση, στηρίζουν τη σκληρή πορεία του. Όμως, ο ενθουσιασμός θα μπορούσε να μετατραπεί γρήγορα σε φρίκη, αν ο Τσίπρας εκσφενδονίσει τη χώρα του από το ευρώ», καταλήγει.
Η εφημερίδα Die Welt δημοσιεύει άρθρο με τίτλο «Ο Τσίπρας υπόσχεται ακόμη το αδύνατο» και επισημαίνει ότι στις προγραμματικές δηλώσεις του ο Έλληνας πρωθυπουργός «δεν ακούστηκε τόσο έντονος όσο τις προηγούμενες ημέρες, αλλά έδωσε υποσχέσεις που δεν μπορούν να τηρηθούν».
Ο συντάκτης παρατηρεί πως ο Πρωθυπουργός έκανε λόγο για ένα «πρόγραμμα – γέφυρα» και όχι για μία «χρηματοδότηση – γέφυρα» (όπως συνήθιζε), ενώ εκτιμά ως απειλή την αποστροφή του κ. Τσίπρα σχετικά με το χρέος και τη διαπραγμάτευση με τους δανειστές: «Αν δεν θέλετε, τότε το ευρώ θα καταρρεύσει».
Στο άρθρο γίνεται λόγος για «πυροτεχνήματα» με αφορμή τις εξαγγελίες για χορήγηση ιθαγένειας σε μετανάστες δεύτερης γενιάς. «Αυτοί θα ήταν περίπου 200.000 νέοι πολίτες, οι οποίοι στις μελλοντικές εκλογές θα μπορούσαν να στηρίξουν τον ΣΥΡΙΖΑ» αναφέρεται, ενώ παρατίθενται αναλυτικά τις εξαγγελίες για αντιμετώπιση της διαφθοράς και της φοροδιαφυγής, αλλά και για τις αλλαγές στην φορολόγηση.
«Είναι πράγματα τα οποία ενθουσιάζουν τους περισσότερους Έλληνες. Ο κ. Τσίπρας κέρδισε τις εκλογές με 36%. Σήμερα, δύο εβδομάδες αργότερα, στηρίζουν την πορεία του τα δύο τρίτα των πολιτών. Αυτό μπορεί να συνιστά πρόβλημα. Σήμερα τον τιμούν επειδή τους υπόσχεται “τον ουρανό με τ’ άστρα”. Περισσότερα χρήματα. Περισσότερη δουλειά. Λιγότερους φόρους. Και ένα τέλος της κρίσης χρέους. Επί της αρχής αδύνατον, αλλά η δυναμική κυβέρνηση ανδρών του κ. Τσίπρα φαίνεται αποφασισμένη να ανοίξει, μέσα από την πλαδαρή μάζα των άτολμων Ευρωπαίων γραφειοκρατών, τον δρόμο προς τον παράδεισο. Αν όμως αυτό δεν πετύχει και η καταθλιπτική καθημερινότητα παραμείνει καταθλιπτική, τότε η απογοήτευση θα είναι αντίστοιχα μεγάλη», καταλήγει ο συντάκτης.