H Ελλάδα δεν έχει καλά Plan B, γράφει ο Ηugo Dixon των New York Times. Η μόνη λογική πορεία δράσης είναι να εργαστεί με τους εταίρους της στην Ευρωζώνη να αναμορφώσει την οικονομία της.
Ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, βρίσκεται σε δύσκολη θέση. Τον περασμένο μήνα σύναψε μία βραχυπρόθεσμη συμφωνία με άλλες κυβερνήσεις της Ευρωζώνης, αλλά δυσκολεύτηκε να την «πουλήσει» στην αριστερή πλατφόρμα του κόμματός του, που τον κατηγορεί για στροφή 180 μοιρών.
Ο αρθρογράφος επισημαίνει πως ορισμένες από τις δηλώσεις των αξιωματούχων της κυβέρνησης Τσίπρα, όπως οι υποσχέσεις για ακύρωση ιδιωτικοποιήσεων, υπήρξαν προβληματικές. Το ίδιο και κάποιες αποφάσεις όπως η αυτή της αύξησης των αποδοχών των εργαζομένων της ΔΕΗ.
Στο μεταξύ, ο Γιάνης Βαρουφάκης, έστειλε μία κάπως «αραιή» λίστα προτεινόμενων μεταρρυθμίσεων για να συζητηθεί στο σημερινό Eurogroup. Θα χρειαστεί να δώσει αρκετές εξηγήσεις.
Εάν η Ελλάδα θέλει να εξασφαλίσει μια μακροπρόθεσμη συμφωνία με τους πιστωτές της, ο Α. Τσίπρας θα πρέπει να εγκαταλείψει τις περισσότερες από τις προεκλογικές του δεσμεύσεις, λένε οι New York Times. Δεδομένης της δυσκολίας που αντιμετωπίζει να προχωρήσει ακόμη και τη βραχυπρόθεσμη συμφωνία, υπάρχει δέλεαρ να αναζητήσει εναλλακτικές.
Στο σημείο αυτό το δημοσίευμα αναφέρεται στα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ που θέλουν την Ελλάδα να ανακτά τη χρηματοοικονομική της ανεξαρτησία μέσω της χρεοκοπίας και της αποχώρησης από το ευρώ. Στο μεταξύ, ειδικοί επί του θέματος όπως ο Wolfgang Munchau των The Financial Times αναφέρονται σε μια Ελλάδα που θέλει να απειλεί με χρεοκοπία αλλά εντός της Ευρωζώνης και να χρησιμοποιεί αυτή την απειλή ως τακτική για να εξασφαλίσει μια καλύτερη συμφωνία με τους πιστωτές.
Ο Α. Τσίπρας θα πρέπει να κλείσει τα αυτιά του σε αυτές τις « Σειρήνες». Οι συμβουλές τους θα οδηγήσουν στην καταστροφή, λένε οι New York Times.
Για τη χρεοκοπία με έξοδο από την Ευρωζώνη, ο Dixon σχολιάζει πως είναι φαινομενικά ελκυστική επειδή το ελληνικό χρέος θα μειωνόταν σε πιο διαχειρίσιμα επίπεδα και η επιστροφή στη δραχμή θα επέτρεπε στη χώρα να υποτιμήσει το νόμισμά της και να ενισχύσει την ανταγωνιστικότητά της. Ωστόσο, η μετάβαση θα ήταν εφιαλτική. Θα εφαρμόζονταν πολύ αυστηροί έλεγχοι στη διακίνηση κεφαλαίων έως ότου εισαχθεί το νέο νόμισμα-μια διαδικασία που θα χρειαζόταν πολλούς μήνες.
Για το άλλο υποτιθέμενο Plan B, αυτό της χρεοκοπίας εντός Ευρωζώνης, ο Dixon σχολιάζει πως και αυτή είναι μια αξιοθρήνητη λύση. Μια τέτοια κίνηση θα οδηγούσε σε χρεοκοπία το τραπεζικό σύστημα, λόγω της έκθεσής του στο δημόσιο. Επειδή η Αθήνα δεν θα έχει πλέον τη δυνατότητα να πάρει κεφάλαια από τους εταίρους της στην Ευρωζώνη για να ανακεφαλαιοποιήσει τις τράπεζές της, η μόνη της επιλογή θα είναι να επιβάλει «κούρεμα» στους καταθέτες –μετατρέποντας ένα μέρος των χρημάτων στους λογαριασμούς τους σε μερίδια στις τράπεζες, σε ευθυγράμμιση με τα όσα συνέβησαν στην Κύπρο. Αυτό θα γινόταν με τη βοήθεια της επιβολής κεφαλαιακών ελέγχων. Στο μεταξύ η κυβέρνηση θα χρειαζόταν να εξισορροπήσει τον προϋπολογισμό της. Αυτό θα ήταν δύσκολο, δεδομένου ότι οι έλεγχοι στην κίνηση κεφαλαίων θα νέκρωναν την οικονομική δραστηριότητα.