Εκτενείς αναφορές στην Ελλάδα περιλαμβάνουν και σήμερα τα δημοσιεύματα του γερμανικού Τύπου.
Αναφερόμενη στην Εαρινή Σύνοδο του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας, η οικονομική εφημερίδα Handelsblatt κάνει λόγο για μία «σύνοδο απειλών» απέναντι στην ελληνική κυβέρνηση, η οποία -όπως σχολιάζεται- «έχει απολέσει ήδη σε σύντομο χρονικό διάστημα σχεδόν κάθε εμπιστοσύνη (…) με τις διαρκείς ανακοινώσεις και υποσχέσεις της». Ως εκ τούτου, επισημαίνει ο σχολιαστής, «κανείς δεν θέλει να αποκλείσει πλέον το χείριστο σενάριο. (…) Όλοι τονίζουν, με περισσότερη ή λιγότερη σαφήνεια, ότι η ευρωζώνη είναι θωρακισμένη ως ένα βαθμό για ένα Grexit, παρότι παραμένει ένα υπόλοιπο κινδύνου. Ακόμη και ο Ντράγκι, ο πρώτης γραμμής υπερασπιστής του ευρώ, παρέπεμψε στο ότι υπάρχουν στο μεταξύ καλύτερα εργαλεία (σ.σ. διαχείρισης κινδύνων). Όλα αυτά είναι βεβαίως και διαπραγματευτική τακτική. Η πίεση στον Τσίπρα πρέπει να αυξηθεί. Ακόμη και η αμερικανική κυβέρνηση, που είχε εκφράσει λίγο μετά τις εκλογές κατανόηση για τον Τσίπρα και τους στόχους του, θεωρεί πλέον ότι οι κινήσεις που οφείλουν να γίνουν εναπόκεινται στην Ελλάδα. Η Αθήνα δεν απομονώθηκε μόνο εντός του Eurogroup αλλά και πέρα από αυτό. Αν η Αθήνα δεν συγκλίνει θεμελιωδώς προς τους δανειστές της, δεν θα υπάρξει βοήθεια. Η κρατική χρεοκοπία και μαζί με αυτήν το Grexit θα ήταν σχεδόν αδύνατο να αποτραπούν», εκτιμά η Handelsblatt.
«Ο Τσίπρας ξεμένει από συμμάχους», σχολιάζει η Berliner Zeitung. Όπως σημειώνει η εφημερίδα του Βερολίνου, «όταν ανέλαβε ο Αλέξης Τσίπρας την εξουσία στην Ελλάδα ήλπιζε να βρει ευρεία στήριξη για μία αλλαγή τροχιάς στο πεδίο της πολιτικής για το ευρώ. Τρεις μήνες μετά είναι σαφές ότι δεν προέκυψε τίποτα. Ναι μεν υπάρχει σε πολλές ευρωπαϊκές πρωτεύουσες μεγάλη δυσαρέσκεια για την πολιτική λιτότητας, στην οποία εμμένει πρωτίστως η Γερμανία. Ωστόσο, ο Τσίπρας δεν έτυχε στήριξης ούτε στη Ρώμη ούτε στο Παρίσι στην προσπάθειά του να δημιουργήσει ένα μέτωπο κατά της καγκελαρίου Μέρκελ. Η νέα κυβέρνηση συμπεριφέρθηκε με υπερβολικά απρόβλεπτο, μη συνεργάσιμο και εγωιστικό τρόπο απέναντι σε καλόβουλους πολιτικούς».
Όπως μεταδίδει Deutsche Welle, η Η Süddeutsche Zeitung αμφισβητεί ευθέως τις προβλέψεις του ΔΝΤ για τον ελληνικό ρυθμό ανάπτυξης τα επόμενα δύο χρόνια, επισημαίνοντας ότι βασίζονται σε πεπαλαιωμένα οικονομικά στοιχεία. Η εφημερίδα του Μονάχου εκτιμά ότι «μπορεί κανείς εύστοχα και δικαίως να αντιπαρατεθεί γύρω από το αν ήταν ορθή η στρατηγική που ακολουθήθηκε έως τώρα για την υπέρβαση της ευρωκρίσης». Όπως επισημαίνει ωστόσο ο αρθρογράφος, την αποκλειστική ευθύνη για τη διολίσθηση της Ελλάδας στην ύφεση φέρουν οι Αλέξης Τσίπρας και Γιάνης Βαρουφάκης, στον οποίο επιρρίπτει μάλιστα παραπλανητική στάση. «Όπου κι αν εμφανιζόταν ο Βαρουφάκης το Σαββατοκύριακο στην Εαρινή Σύνοδο του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας, επικρατούσε ακολούθως σύγχυση, ορισμένες φορές και αγανάκτηση».
Οι γερμανοί σχολιαστές εστιάζουν και στην είδηση περί επικείμενης συνεργασίας μεταξύ Ελλάδας και Ρωσίας στον ενεργειακό τομέα, που κυκλοφόρησε τις προηγούμενες ημέρες και αφορά τη συμμετοχή της Ελλάδας στο έργο της κατασκευής του αγωγού φυσικού αερίου Turkish Stream, που αναμένεται να φέρει στα κρατικά ταμεία με τη μορφή προκαταβολής τρία έως πέντε δις ευρώ. «Τελευταία ελπίδα η Μόσχα», σχολιάζει σχετικά η διαδικτυακή έκδοση του περιοδικού Spiegel, σημειώνοντας ότι «η ελληνική κυβέρνηση είναι βέβαιη: Μία συμφωνία για αγωγό με τη Ρωσία βρίσκεται προ των πυλών – μαζί με αυτήν μία ένεση ρευστότητας ύψους δισεκατομμυρίων. Επιφυλακτικοί τόνοι από την πλευρά του Κρεμλίνου δεν μπορούν να μετριάσουν τις προσδοκίες». Το δημοσίευμα φιλοξενεί δηλώσεις υψηλόβαθμου εκπροσώπου του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος επισημαίνει ότι «δεν έχει αλλάξει τίποτα» και διευκρινίζει ότι Ελλάδα και Ρωσία πρόκειται να υπογράψουν εντός της εβδομάδας τα συμβόλαια για τον Turkish Stream.
Η Tageszeitung του Βερολίνου φιλοξενεί δημοσιεύματα για τη Χρυσή Αυγή με αφορμή τη δίκη των στελεχών του νεοναζιστικού κόμματος, που ξεκίνησε (και διεκόπη προσωρινά) σήμερα με τη βαρύτατη κατηγορία της σύστασης εγκληματικής οργάνωσης. Όπως σημειώνει η εφημερίδα, «οι ηγέτες της στέκουν ενώπιον του δικαστηρίου, αλλά η Χρυσή Αυγή παραμένει τρίτη πολιτική δύναμη στην Ελλάδα». Όπως γράφει η TAZ, «ως σημαντικότερες αιτίες για την επιτυχία των ακροδεξιών αναφέρονται στα ελληνικά μέσα ενημέρωσης η οικονομική κρίση και η αθρόα είσοδος μεταναστών στην Ελλάδα. Η Βασιλική Γεωργιάδου, καθηγήτρια Πολιτικής Επιστήμης στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, (…) εκτιμά ότι υπάρχουν αρκετοί ψηφοφόροι που δεν επιλέγουν τους ακροδεξιούς ως ένδειξη διαμαρτυρίας, αλλά εξαιτίας ιδεολογικής πεποίθησης».