Το ελληνικό ζήτημα απασχολεί για μια ακόμη ημέρα τα δημοσιεύματα του γερμανόφωνου Τύπου.
Ξεχωρίζει ένα πορτρέτο για τη βουλευτή των σοσιαλδημοκρατών Έλκε Φέρνερ στη δεύτερη πατρίδα της, όπως λέει η ίδια: στην όμορφη Σύρο. Όπως μεταδίδει η Deutsche Welle, η εφημερίδα της Κολωνίας Kölner Stadt-Anzeiger συνοδεύει την κυρία Φέρνερ στο εξοχικό της και στην προσπάθειά της να βρει εισιτήριο της τελευταίας στιγμής για να επιστρέψει στο Βερολίνο, ώστε να συμμετάσχει στη συζήτηση και την ψηφοφορία για την Ελλάδα. Η Έλκε Φέρνερ δηλώνει ότι θα ψηφίσει υπέρ της δανειακής σύμβασης με την Ελλάδα και η εφημερίδα σκιαγραφεί το πορτρέτο της, ξεκινώντας με μία περιήγηση στη Σύρο: «Εδώ πάνω φαίνεται ότι ο κόσμος είναι ακόμη σε τάξη. Μόλις δέκα λεπτά διαρκεί το γεμάτο στροφές δρομολόγιο από την Ερμούπολη, την πρωτεύουσα του νησιού, στο μεσαιωνικό χωριουδάκι της Άνω Σύρου με τα λευκά, ασβεστωμένα σπιτάκια. Η διαδρομή με το ταξί στοιχίζει μόλις 3,48 ευρώ και μας επιφυλάσσει μία πρώτη έκπληξη: ο οδηγός μας αποχαιρετά τυπώνοντας μία πλήρως εμπεριστατωμένη απόδειξη, συμπεριλαμβανομένου ΦΠΑ 16%».
Η οικονομική επιθεώρηση Handelsblatt έχει συμπτύξει τη συζήτηση για την Ελλάδα σε δισέλιδο άρθρο με μορφή ερωτήσεων και απαντήσεων. Στο ερώτημα «γιατί να σώσουμε την Ελλάδα από τη χρεοκοπία;» αναφέρονται μεταξύ άλλων, επιγραμματικά, τα εξής: «Σε περίπτωση επιστροφής σε μία ανίσχυρη δραχμή τα κράτη-μέλη της ευρωζώνης θα έπρεπε να διαγράψουν μεγάλο μέρος των δανείων τους προς την Ελλάδα και να παραχωρήσουν ανθρωπιστική βοήθεια στη χώρα αυτή. Επιπλέον οι ΗΠΑ πιέζουν για τη σταθεροποίηση της Ελλάδας, η οποία συνορεύει με την Τουρκία και γειτνιάζει με χώρες που βρίσκονται σε εμπόλεμη κατάσταση, όπως η Συρία και το Ιράκ. Η Άνγκελα Μέρκελ θα διακινδύνευε να χάσει τη φήμη της ως η πιο σημαντική επικεφαλής κυβέρνησης στην Ευρώπη. Μετά από πέντε χρόνια θα έπρεπε να παραδεχθεί ότι η ευρωπαϊκή πολιτική της απέτυχε. Μετά από ένα δημοψήφισμα και τρεις εβδομάδες τραπεζικής αργίας ο Αλέξης Τσίπρας έχει πραγματοποιήσει μία εντυπωσιακή στροφή. Ακόμη και ο υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ο οποίος τον Ιούλιο ζητούσε Grexit, επαινεί πλέον τον Τσίπρα και τον υπουργό του των Οικονομικών, τον Ευκλείδη Τσκαλώτο».
Ένα πορτρέτο του νέου υπουργού Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτου φιλοξενεί η Süddeutsche Zeitung του Μονάχου, κάνοντας σύγκριση και αντιδιαστολή με τον προκάτοχό του Γιάνη Βαρουφάκη. Ένα απόσπασμα: «Ο Τσακαλώτος έλεγε στους πιστωτές τι θα ήταν διατεθειμένη να επωμιστεί η ελληνική κοινωνία. Τους έλεγε επίσης τί υπερβαίνει τα εσκαμμένα. Αλλά στην περίπτωση αυτή είχε πάντα και μία εναλλακτική πρόταση. Ένας από τους συμμετέχοντες στο τραπέζι των συνομιλιών τον περιγράφει ως διαπραγματευτή με εποικοδομητική διάθεση και πολύ φιλικό στην προσωπική επαφή. Κάτι τέτοιο δεν θα συνέβαινε με τον Βαρουφάκη».
«Σόιμπλε – ο παγωτατζής» επιγράφεται το σκωπτικό σχόλιο της εφημερίδας Tageszeitung του Βερολίνου. Και αυτό, γιατί όπως ισχυρίζεται η σχολιογράφος, ο υπουργός Οικονομικών «θυμίζει παγωτατζή που στέκεται στο λιοπύρι, αλλά τα ψυγεία του έχουν χαλάσει. Τα σχέδιά του εξατμίζονται όπως λιώνουν τα παγωτά. (…) Πόσο ανεδαφικές είναι οι ιδέες του υπουργού Οικονομικών φαίνεται από μία φαινομενική επιτυχία: Ο γερμανικός όμιλος Fraport αναλαμβάνει 14 ελληνικά περιφερειακά αεροδρόμια έναντι 1,23 δισεκατομμυρίων ευρώ. Αυτό ακούγεται πολύ ευχάριστο. Επιτέλους μπαίνουν χρήματα στα ελλειμματικά ταμεία του ελληνικού κράτους, θα μπορούσε κανείς να σκεφτεί. Αλλά στην πραγματικότητα τα στοιχεία αυτά προκαλούν θλίψη, γιατί μας λένε ότι δεν αναμένονται μεγαλύτερα έσοδα από τις ιδιωτικοποιήσεις. Τα ελληνικά αεροδρόμια ανήκουν στις λίγες κρατικές επιχειρήσεις που έχουν κέρδη. Εάν δεν αποφέρουν πάνω από ένα δισεκατομμύριο, τότε είναι προφανές ότι η εκποίηση της υπόλοιπης κρατικής περιουσίας θα αποφέρει ακόμα λιγότερα…»
Σύμφωνα πάντα με την DW, με κριτική διάθεση, η εφημερίδα Berliner Zeitung του Βερολίνου κάνει λόγο για «μία συμφωνία, την οποία κανείς δεν ήθελε. Παρ΄όλα αυτά, έγινε. Οι πιστωτές δεν ήθελαν να εγκαταλείψουν την Ελλάδα για λόγους δημοσιονομικούς και γεωπολιτικούς. Οι Έλληνες φοβούνταν τις συνέπειες μίας εξόδου από το ευρώ. Ο υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε λέει ότι δεν ήταν μία εύκολη απόφαση και για τον ίδιον. Ο πρωθυπουργός της Ελλάδας παραπονιέται λέγοντας ότι δεν πιστεύει στη συμφωνία. Όλα αυτά δεν αποτελούν και τις καλύτερες προϋποθέσεις».
To σενάριο για πιθανή συμμετοχή των καταθετών στη διάσωση των ελληνικών τραπεζών επαναφέρει η Die Welt του Βερολίνου. Η εφημερίδα σημειώνει μεν τη διαβεβαίωση του Γιούρογκρουπ ότι δεν θα θιγούν οι καταθέτες, παρά οι μέτοχοι και οι ομολογιούχοι των τραπεζών. Υποστηρίζει ωστόσο, επικαλούμενη σχετικές εκτιμήσεις της Royal Bank of Scotland, ότι στην περίπτωση των ελληνικών τραπεζών οι ομολογιούχοι δεν θα μπορούσαν να συνεισφέρουν περισσότερα από 6,3 δισεκατομμύρια ευρώ. Και συμπεραίνει τα εξής: «Αν θελήσει κανείς να διασώσει τις ελληνικές τράπεζες αποκλειστικά με ιδιωτικά κεφάλαια, θα πρέπει να ‘πειράξει’ και τις καταθέσεις. Η ευρωπαϊκή οδηγία για την εξυγίανση των τραπεζών επιτρέπει κατ΄αρχήν ένα τέτοιο βήμα για καταθέσεις άνω των 100.000 ευρώ. Αυτό θα καθιστούσε την ανακεφαλαιοποίηση πιο ευνοϊκή για τους πιστωτές, αλλά θα προκαλούσε σημαντικό πλήγμα στην ελληνική οικονομία και θα ήταν μάλλον αντιπαραγωγικό, προειδοποιεί ήδη από τα τέλη Ιουλίου ο οίκος αξιολόγησης Fitch».