Η δυσφορία των Γερμανών έναντι της ΕΚΤ αυξάνεται – και τα αισθήματα φαίνεται να είναι αμοιβαία, διαπιστώνει το Bloomberg σε δημοσίευμά του που αναφέρεται στην ψυχροπολεμικό κλίμα που επικρατεί στις σχέσεις Γερμανίας – Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), με αφορμή την πολιτική των αρνητικών επιτοκίων και της ποσοτικής χαλάρωσης που ακολουθεί η ευρωτράπεζα.
Η εξέλιξη αυτή αντανακλά, σύμφωνα με το Bloomberg, τις πιέσεις που υπάρχουν στην Ευρωζώνη, η οποία δεν έχει ολοκληρώσει την ανασυγκρότησή της μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση και τη διπλή ύφεση.
Λίγες ημέρες πριν από τη συνεδρίαση της G20 (της ομάδας των 20 μεγαλύτερων αναπτυγμένων και αναπτυσσόμενων οικονομιών) και της συνόδου του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) στην Ουάσιγκτον, ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε δήλωσε ότι ο Πρόεδρος της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι είναι συνυπεύθυνος για την άνοδο των λαϊκιστικών κομμάτων.
Με τους εκπροσώπους της κυρίαρχης γερμανικής τάσης να καταγγέλλουν την ΕΚΤ, οι αξιωματούχοι της τελευταίας αγανακτούν για το ότι δέχονται επιθέσεις από πολιτικούς που απέτυχαν να αναβαθμίσουν τα οικονομικά θεμέλια της Ευρωζώνης.
Ενώ ο εκπρόσωπος του Σόιμπλε δήλωσε χθες ότι η ανάδειξη των κινδύνων από την πολιτική της ΕΚΤ είναι «δικαιολογημένη», άλλοι προειδοποιούν ότι αυτή αποτελεί σύμπτωμα μίας επικίνδυνης έλλειψης συναίνεσης στην Ευρωζώνη. Από τη διαφωνία για το προσφυγικό έως την αβελτηρία στη διαχείριση της οικονομικής πολιτικής, οι Γερμανοί ψηφοφόροι και η ΕΚΤ είναι απογοητευμένοι γι’ αυτό που θεωρούν ως τις μη τηρηθείσες υποσχέσεις της άλλης πλευράς, σημειώνει το Bloomberg.
«Η Γερμανία δεν διαφέρει από άλλες ευρωπαϊκές χώρες, καθώς συνεχίζει (να αναζητά) εξιλαστήρια θύματα», δήλωσε ο Μάρτσελ Φράτσερ, Πρόεδρος του Γερμανικού Ιδρύματος Οικονομικής Έρευνας και πρώην αξιωματούχος της ΕΚΤ. Η συζήτηση «είναι πολύ επιβλαβής για την αξιοπιστία της ΕΚΤ, καθώς το δημόσιο αίσθημα είναι ότι κάνει κάτι τρομακτικά καταστροφικό», πρόσθεσε ο Φράτσερ.
Η γερμανική οργή για τα χαμηλά – και αρνητικά – επιτόκια, που θεωρείται ότι απαλλοτριώνουν τους αποταμιευτές, έχει τροφοδοτηθεί από τις επανειλημμένες αυξήσεις των προγραμμάτων στήριξης της κεντρικής τράπεζας.
Επιπλέον, η αντίληψη ότι η ΕΚΤ μπορεί να καταργήσει το χαρτονόμισμα των 500 ευρώ έχει αυξήσει τις υποψίες στη Γερμανία, όπου οι συναλλαγές γίνονται κυρίως με μετρητά, ότι η κεντρική τράπεζα θέλει να καταργήσει τα χαρτονομίσματα για να μειώσει περαιτέρω τα επιτόκια.
Η δημόσια διατύπωση εκτιμήσεων για ένα άλλο μέτρο, γνωστό ως «χρήμα από το ελικόπτερο» – που συνιστά άμεση χρηματοδότηση της οικονομίας από την κεντρική τράπεζα – έχει εκτοξεύσει τη δυσφορία στα όρια της υστερίας σε τμήματα του γερμανικού πληθυσμού. Ο Ντράγκι χαρακτήρισε «πολύ ενδιαφέρουσα ιδέα» το μέτρο αυτό τον περασμένο μήνα, αν και ο ίδιος και οι συνεργάτες του αναφέρουν ότι δεν το έχουν συζητήσει.
«Όσο περισσότερο συνεχισθεί η φάση των χαμηλών επιτοκίων, τόσο σοβαρότερες θα είναι οι συνέπειες για τους αποταμιευτές, τα συνταξιοδοτικά ταμεία και τις συνταξιοδοτικές υποχρεώσεις των εταιρειών», δήλωσε η ‘Αντγιε Τίλμαν, εκπρόσωπος για τη χρηματοπιστωτική πολιτική του χριστιανοδημοκρατικού κόμματος της ‘Αγκελα Μέρκελ, προσθέτοντας: «Η ΕΚΤ πρέπει να εξηγεί συνεχώς δημόσια τις πολιτικές της. Και το πιο σημαντικό είναι ότι πρέπει να επεξεργασθεί ένα σενάριο εξόδου».
Την Παρασκευή, ο Σόιμπλε δήλωσε από το Κρόνμπεργκ της Γερμανίας ότι το 50% της επιτυχίας του κόμματος «Εναλλακτική για τη Γερμανία», που είναι κατά των μεταναστών, μπορεί να αποδοθεί στη νομισματική πολιτική της ΕΚΤ.
«Υπάρχει σε αυτή τη χώρα, αλλά και στην Ευρώπη και διεθνώς, μία συζήτηση για τη νομισματική πολιτική και τις συνέπειές της», δήλωσε ο εκπρόσωπος του Σόιμπλε, Μάρτιν Γιέγκερ, προσθέτοντας: «Είναι μία δικαιολογημένη συζήτηση που πρέπει να γίνει. Αλλά αυτό, δεν πρέπει βέβαια να συγχέεται με μία προσπάθεια άσκησης οποιουδήποτε άμεσου ελέγχου».
Η άποψη της ΕΚΤ είναι ότι η χαλαρή νομισματική πολιτική είναι αναγκαία για να επιτύχει τον στόχο της για τον πληθωρισμό και να αναθερμάνει την οικονομία της Ευρωζώνης. Επιπλέον, σημειώνεται ότι η κεντρική τράπεζα θα μπορούσε να κάνει λιγότερα, αν οι πολιτικοί έκαναν περισσότερα.
Παρακαλώ, δώστε μας ένα πολιτικό σύστημα, ένα δημοσιονομικό σύστημα, ένα θεσμικό σύστημα», που αποφεύγει «όλα αυτά τα θέματα να έρχονται στην ΕΚΤ», δήλωσε το μέλος του Εκτελεστικού Συμβουλίου της, Μπενουά Κερέ, σε συνέντευξη στη Φρανκφούρτη στις 7 Απριλίου, προσθέτοντας: «Όλες οι συζητήσεις που γίνονται για τη νομισματική πολιτική ή τα μηδενικά επιτόκια, είναι πολύ λιγότερο σημαντικές», δήλωσε ο Κερέ.