Σύμφωνα με πληροφορίες της γερμανικής Bild, σε χθεσινοβραδινή τηλεφωνική επικοινωνία με την Άγκελα Μέρκελ, ο Αλέξης Τσίπρας ζήτησε από την γερμανίδα καγκελάριο «διευκολύνσεις» για την υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων.
Όπως γράφει η Deutsche Welle, η Bild σημειώνει χαρακτηριστικά: «Νέα έκκληση βοήθειας από την Αθήνα: στη διαμάχη για το χρέος και τις μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα, ο έλληνας πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας επικοινώνησε, σύμφωνα με πληροφορίες της Bild, το βράδυ της Τρίτης τηλεφωνικά με την γερμανίδα καγκελάριο Άγκελα Μέρκελ. Για άλλη μια φορά! Όπως κάθε φορά όταν στενεύουν τα πράγματα».
Σύμφωνα με το περιβάλλον του έλληνα πρωθυπουργού, «ο Τσίπρας παρακάλεσε ρητά τη Μέρκελ να αμβλύνουν οι δανειστές τις πιέσεις προς την Ελλάδα. (…) Κατά τη διάρκεια της 20λεπτης επικοινωνίας ο Τσίπρας εξήγησε ότι ήδη δεν διαθέτει πλέον πλειοψηφία στο ίδιο του το κόμμα και στη Βουλή για μεταρρυθμίσεις, πόσο μάλλον για επιπρόσθετες». Οι ίδιες πηγές αναφέρουν ότι ο έλληνας πρωθυπουργός «αποκόμισε την αίσθηση ότι η Μέρκελ φάνηκε να αντιλαμβάνεται την κατάσταση και να δείχνει κατανόηση για τη θέση του ». Η Bild εξηγεί ότι το τηλεφώνημα αυτό και τα όσα μετέφερε ο Αλέξης Τσίπρας στην Άγκελα Μέρκελ σχετίζονται «με τις νέες απαιτήσεις των δανειστών της Ελλάδας» και κυρίως του ΔΝΤ.
«Εναλλακτικά το ΔΝΤ ζητά από τους υπόλοιπους πιστωτές ένα σαφέστατο κούρεμα ύψους 200 δις ευρώ! Οι Ευρωπαίοι ωστόσο και κυρίως η Γερμανία δεν είναι διατεθειμένοι να το δεχθούν. Συνεπώς απομένουν μόνον το προληπτικά μέτρα. Διότι σε διαφορετική περίπτωση το ΔΝΤ δεν είναι διατεθειμένο να συμμετέχει στο τρίτο πακέτο στήριξης. Χωρίς το ΔΝΤ όμως η συνολική διάσωση της Ελλάδας θα ήταν άκυρη διότι στη σχετική συγκατάθεσή της στο τρίτο πακέτο βοήθειας το φθινόπωρο του 2015, η γερμανική Βουλή είχε θέσει ως όρο τη συμμετοχή του Ταμείου. Σε περίπτωση που το ΔΝΤ αποχωρήσει, τότε η γερμανική Βουλή θα έπρεπε να αποφασίσει εκ νέου ή το πακέτο βοήθειας θα ακυρώνονταν. Η Ελλάδας θα χρεοκοπούσε εν ριπή οφθαλμού. Αυτό θα οδηγούσε άμεσα στο Grexit, την έξοδο από το ευρώ».
Όπως τονίζει η γερμανική λαϊκή εφημερίδα, «τα χρονικά περιθώρια είναι ασφυκτικά. Σύμφωνα με πληροφορίες της εφημερίδας το ενδεχόμενο επίτευξης συμφωνίας μέχρι τη συνάντηση των υπ. Οικονομικών στο Άμστερνταμ στις 22 Απριλίου μπορεί να αποκλειστεί. Και τότε θα απέμεναν –και μέχρι να κληθεί η Ελλάδα να καταβάλει τις επόμενες δόσεις των δανείων- μόνον οι συναντήσεις του Μαΐου και του Ιουνίου».
Συνέντευξη του αναπληρωτή υπουργού Εξωτερικών, αρμόδιου για τις Ευρωπαϊκές Υποθέσεις, Νίκου Ξυδάκη φιλοξενεί σήμερα στην ηλεκτρονική της έκδοση η Die Zeit. Σε ερώτηση εάν ελλοχεύει και πάλι ο κίνδυνος ενός «χαοτικού καλοκαιριού», λόγω της εμπλοκής στις διαπραγματεύσεις Ελλάδας και θεσμών, ο υπουργός απαντά κατηγορηματικά ότι αυτό δεν θα επαναληφθεί, εντούτοις κάνει λόγο για μια θεμελιώδη σύγκρουση που θα πρέπει να αντιμετωπιστεί άμεσα. «Κυρίως η Γερμανία επιμένει στην παραμονή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα. Την ίδια ώρα όμως η Γερμανία δεν συναινεί σε ένα κούρεμα, το οποίο ζητά το Ταμείο στη βάση των εσωτερικών του κανονισμών. Εάν δεν επέλθει συμφωνία, αυτό δεν θα οφείλεται στην Ελλάδα».
Σε ερώτηση εάν η Ελλάδα προτίθεται να συνεχίσει τη πρόγραμμα χωρίς το ΔΝΤ, ο κ. Ξυδάκης διατυπώνει το ερώτημα γιατί να έχει το Ταμείο τόσο ισχυρό ρόλο στη στρατηγική διάσωσης της Ελλάδας, από τη στιγμή που είναι γνωστό ότι θα συμμετέχει με μόλις ένα 10% επί του συνολικού ποσού της παρεχόμενης οικονομικής βοήθειας;
Για να απεμπλακεί το ΔΝΤ από το ελληνικό πρόγραμμα, σύμφωνα με τον υπουργό, «θα έπρεπε να μεταφερθούν τα υφιστάμενα δάνεια στους υπόλοιπους πιστωτές». Αυτό, κατά τον ίδιο, δεν συνιστά πρόβλημα καθώς πρόκειται για ένα ζήτημα οικονομικής φύσης. «Η γερμανική πλευρά όμως επιμένει στην περαιτέρω συμμετοχή του ΔΝΤ, εντούτοις μέχρι στιγμής δεν έχει εξηγήσει πώς μπορεί αυτό να λειτουργήσει χωρίς να παραβιάσει το Ταμείο το καταστατικό του».
Τις διαπραγματεύσεις των τελευταίων τριών μηνών σχολιάζει σήμερα λακωνικά η γαλλική Les Echos, σημειώνοντας ότι «προφανώς η Ευρώπη δεν έχει λύση στο αδιέξοδο. (…) Η Ελλάδα όμως δεν πρόκειται να εξέλθει από αυτό όταν της ζητείται να κάνει τα αδύνατα δυνατά –να πετύχει ανέφικτους στόχους στο οικονομικό και στο χρέος- χωρίς να αποκατασταθούν οι προϋποθέσεις ανάπτυξης».