Το θέμα του κουρέματος του ελληνικού χρέους επαναφέρουν ορισμένα γερμανικά ΜΜΕ, με αφορμή το ότι οι ελληνικές τράπεζες παραμένουν εκτός χρηματοδότησης από την ΕΚΤ.
«Ανησυχούν οι Νοτιοευρωπαίοι. Διογκώνεται ο κίνδυνος χρεοκοπίας στην Ελλάδα» είναι ο τίτλος του διαδικτυακού, οικονομικού πόρταλ Deutsche Wirtschafts Nachrichten, το οποίο αναφέρεται στην πρόσφατη απόφαση της ΕΚΤ.
«Η Ελλάδα συνεχίζει να απειλείται με χρεοκοπία. Ακόμη και τα δάνεια που δόθηκαν πρόσφατα δεν πρόκειται να αλλάξουν κάτι σε αυτό. Οι χρηματοπιστωτικές αγορές αντέδρασαν στη συμφωνία με μείωση των ασφαλίστρων κινδύνου CDS.
Ωστόσο οι ελληνικές τράπεζες παραμένουν αποκομμένες από την άμεση χρηματοδότηση της ΕΚΤ», αναφέρει το δημοσίευμα και προσθέτει:
«Η πρόσφατη συμφωνία με τους δανειστές να δοθούν νέα δάνεια ύψους 10,3 δισ. ευρώ καθυστερεί κι άλλο την πρακτικά αναπόφευκτη χρεοκοπία της Ελλάδας. Η οικονομία της χώρας βρίσκεται σε ύφεση αφού τα απαιτούμενα από το ΔΝΤ, την ΕΚΤ και την Κομισιόν μέτρα λιτότητας δεν αφήνουν περιθώρια για ώθηση της ανάπτυξης».
«Όχι» στο κούρεμα
Από την πλευρά του, το περιοδικό Focus επαναφέρει για άλλη μια φορά το θέμα του «κουρέματος», με άρθρο του οικονομολόγου Γιούργκεν Μάτες, από το Ινστιτούτο Γερμανικής Οικονομίας στην Κολωνία.
«Ένα πραγματικό κούρεμα θα σήμαινε ότι η Ελλάδα δεν θα αποπλήρωνε μέρος των δανείων. Έτσι όμως θα αποτύγχανε η στρατηγική διάσωσης, σύμφωνα με την οποία δίνονται μόνο δάνεια, τα οποία η Ελλάδα μπορεί μακροπρόθεσμα να αποπληρώσει χωρίς απώλειες για τους δανειοδότες. Ένα κούρεμα θα ήταν για τη Γερμανία πολιτικά επικίνδυνο εν μέσω του εντεινόμενου ευρωσκεπτικισμού. Αναφορικά με το ερώτημα εάν οι Ευρωπαϊκές Συνθήκες επιτρέπουν ένα πραγματικό κούρεμα επικρατεί μεγάλη νομική αβεβαιότητα» επισημαίνεται στο άρθρο.
Στη συνέχεια, ο Μάτες επικαλείται στοιχεία του Ινστιτούτου στο οποίο εργάζεται: «Πρόσφατη ανάλυση της βιωσιμότητας του χρέους από το Ινστιτούτο Γερμανικής Οικονομίας στην Κολωνία δείχνει ότι τα μέτρα είναι σωστά. Μια παράταση των προθεσμιών αποπληρωμής κατά 15 με 20 χρόνια θα ήταν αρκετή για να μειώσει η Ελλάδα το χρέος της μέσω της ανάπτυξης και του πληθωρισμού και να επιστρέψει στις αγορές, όταν το χρέος θα έχει μειωθεί στο 100% επί του ΑΕΠ. Όσο η Αθήνα πληρώνει τουλάχιστον τους τόκους και τα κόστη χρηματοδότησης του ESM, η λύση αυτή δεν επιβαρύνει τους δανειοδότες με απώλειες».