Διάχυτη είναι η ανησυχία στον γερμανικό τύπο για το προς τα πού οδεύει η Τουρκία μετά το πραξικόπημα. Υπό πίεση βλέπει η FAZ την ελληνική κυβέρνηση λόγω των οκτώ τούρκων αξιωματικών.
Η Τουρκία μετά το πραξικόπημα μεταβάλλεται σε μια άλλη Τουρκία. Σε αυτό το συμπέρασμα καταλήγει σήμερα ο γερμανικός τύπος ιδιαίτερα μετά τη συνέντευξη του τούρκου προέδρου Ερντογάν στο CNN, όπου διαφαίνεται η σαφής πρόθεσή του να επαναφέρει σε ισχύ τη θανατική ποινή.
Όπως γράφει η Deutsche Welle, η Frankfurter Allgemeine Zeitung διαπιστώνει μαζικό αντιπραξικόπημα του τούρκου προέδρου. «Μέσα σε λίγες ώρες χιλιάδες συλλήψεις στρατιωτών, αστυνομικών, δικαστών, 13.000 υπάλληλοι σε διαθεσιμότητα, όλα αυτά δεν θα κατόρθωνε ούτε και το πιο καλά οργανωμένο αστυνομικό κράτος του κόσμου, που σημαίνει ότι οι κατάλογοι υπήρχαν, είτε επειδή ο Ερντογάν σχεδίαζε ούτως ή άλλως ένα να τέτοιο χτύπημα, είτε επειδή ήταν προετοιμασμένος για πραξικόπημα. Η χώρα υπό τον Ερντογάν και τις επευφημίες των πολλών οπαδών του απομακρύνεται όλο και περισσότερο από το ελάχιστο όριο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, το κράτος δικαίου και την αρχή της διάκρισης των εξουσιών», διαπιστώνει ο σχολιαστής της. «Οι σκέψεις για επαναφορά της θανατικής ποινής είναι ένα μόνο παράδειγμα. Αλλά ακόμη κι αυτή η ερεθιστική λέξη δεν ώθησε κανέναν στη σκέψη να καταγγείλει τη συμφωνία της ΕΕ με τη χώρα για τους πρόσφυγες, που έχει γίνει κάτι σαν Magna Carta ανάμεσα στην ΕΕ και την Τουρκία» σημειώνει η εφημερίδα. Η Berliner Zeitung περιγράφει τα στενά όρια που έχουν δημιουργηθεί αναφορικά με την Τουρκία ως μέλος του ΝΑΤΟ και καταλήγει. «Όσο κι αν προσπαθεί η γερμανική κυβέρνηση να χρησιμοποιήσει καθαρή γλώσσα σε σχέση με τον τούρκο πρόεδρο, η κατάσταση είναι δυσδιάκριτη», γράφει. «Το Βερολίνο και οι εταίροι στο ΝΑΤΟ χρειάζονται τον Ερντογάν προφανώς περισσότερο από ό,τι αυτός εκείνους. Κι αυτό κάνει τη στάση απέναντί του τόσο δύσκολη» καταλήγει η εφημερίδα.
Η Süddeutsche Zeitung του Μονάχου επικεντρώνει το κεντρικό της σχόλιο στις γερμανοτουρκικές σχέσεις και υπενθυμίζει τις σκηνές της περασμένης Παρασκευής προς το Σάββατο, όταν εκατοντάδες Τούρκοι που ζουν στη Γερμανία, κατέβηκαν στους δρόμους. «Δεν διαδήλωναν μόνον κατά του Ερντογάν, αλλά και υπέρ του», σημειώνει. «Πολλοί Τούρκοι με γερμανική υπηκοότητα, κυρίως οι πιο ηλικιωμένοι, αισθάνονται βέβαια τυπικά ενσωματωμένοι στη χώρα που εργάζονται, αλλά δεν θεωρούν τη Γερμανία πατρίδα τους».
Η Frankfurter Allgemeine Zeitung φιλοξενεί ρεπορτάζ του ανταποκριτή της στην Αθήνα, για τις εξελίξεις γύρω από την τύχη των οκτώ τούρκων αξιωματικών που με το ελικόπτερό τους προσγειώθηκαν στην Αλεξανδρούπολη και ζήτησαν πολιτικό άσυλο. Στο ρεπορτάζ ο γερμανός αρθρογράφος μεταφέρει συζήτηση που είχε με την συνήγορο τεσσάρων εξ αυτών, την Ίλια Μαρινάκη, η οποία περιγράφει ως εξής τα γεγονότα από την οπτική γωνία των πελατών της: «Οι εξελίξεις εκτυλίχτηκαν εντελώς απρόοπτα. Οι αξιωματικοί βρέθηκαν ανάμεσα σε πυρά της αστυνομίας, ενώ παράλληλα έπαιρναν την είδηση ότι βρισκόταν σε εξέλιξη πραξικόπημα μέσω των κινητών τους. Οι άντρες ανησύχησαν για τη ζωή τους και γι αυτό ήρθαν στην Ελλάδα προκειμένου να ζητήσουν πολιτικό άσυλο».
Και ο γερμανός δημοσιογράφος συνεχίζει: «Το πόσο μεγάλες είναι οι πολιτικές πιέσεις για την Ελλάδα φαίνεται και από την ταχύτητα με την οποία οι αρχές στην Αθήνα αντιδρούν στο αίτημα για άσυλο. Το ότι ξεκίνησε η επεξεργασία των αιτήσεων εντός 24 ωρών από την κατάθεσή τους είναι ρεκόρ όχι μόνο για τα ελληνικά δεδομένα. (…) Κανονικά διαρκεί, εάν κάποτε ξεκινήσει, τρεις μήνες. Αλλά και στην περίπτωση των τούρκων αξιωματικών, ακόμη κι αν απορριφθεί σε πρώτο βαθμό η διαδικασία συνεχίζεται και σε δεύτερο βαθμό. Μέχρι να ληφθεί η οριστική απόφαση μπορεί να περάσει πολύς χρόνος». Ο αρθρογράφος υπενθυμίζει την περίπτωση του αρχηγού του PKK Αμπντουλάχ Οτσαλάν, ο οποίος είχε καταφύγει στην ελληνική πρεσβεία της Κένυας και στη συνέχεια κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες απήχθη από άντρες των τουρκικών μυστικών υπηρεσιών.