Δεν είναι οι εκλογές, αλλά ο τρόπος που η Ε.Ε. στο σύνολό της, αλλά και οι χώρες μεμονωμένα, θα διαχειριστούν τα διάφορα προβλήματα – συμπεριλαμβανομένου και του ελληνικού ζητήματος – που θα έχει τη μεγαλύτερη σημασία για το 2017. Σε αυτό το συμπέρασμα καταλήγει ο Simon Nixon, σε άρθρο του στη Wall Street Journal, αναφερόμενος στις προκλήσεις που καλείται να αντιμετωπίσει η Ε.Ε., στην αδυναμία που επέδειξε στο παρελθόν να αντεπεξέλθει σε προβλήματα και στον φαύλο κύκλο που την καθιστά εκτεθειμένη σε πολιτικούς κινδύνους.
Για όσους βλέπουν το ποτήρι μισογεμάτο, οι προοπτικές της Ευρώπης δεν έμοιαζαν τόσο πολλά υποσχόμενες, εδώ και χρόνια. Η ανάκαμψη ανεβάζει ταχύτητα, με τη βοήθεια του παγκόσμιου outlook, των χαμηλών επιτοκίων, του αδύναμου ευρώ και του τέλους της λιτότητας. Οι έρευνες δείχνουν ότι η μεταποιητική δραστηριότητα και το οικονομικό αίσθημα βρίσκονται στα υψηλότερα επίπεδα από το 2011. Η ανεργία υποχωρεί παντού: Στη Γερμανία, διαμορφώνεται στο 4,1%. Η Ισπανία έχει καταγράψει τη μεγαλύτερη άνοδο στην απασχόληση από το 2008. Στην Ιταλία, όπου το πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα αυξάνεται με τον μεγαλύτερο ρυθμό από το 2001, το “ξεκαθάρισμα” του τραπεζικού συστήματος βρίσκεται καθ’οδόν, διευθετώντας έναν από του μεγαλύτερους κίνδυνους για την ευρωπαϊκή οικονομία.
Αυτές είναι οι θετικές εξελίξεις, οι οποίες όμως επισκιάζονται από τους πολιτικούς κινδύνους, όπως παρατηρεί ο αρθρογράφος. Συγκεκριμένα, κάνοντας μνεία στις περιπτώσεις της εκλογής του Donald Trump και του Brexit, αναφέρεται στις επικείμενες εκλογές στην Ολλανδία, στη Γαλλία και στη Γερμανία. Πάντως, οι ανησυχίες για τις εν λόγω χώρες φαίνεται να έχουν ξεπεραστεί, με τις πιθανότητες ανάδυσης ενός λαϊκιστικού κόμματος να είναι μεγαλύτερες για την Ιταλία, όπου εάν υπάρξουν εκλογές το 2017, θα μπορούσε να κερδίσει το Κίνημα των Πέντε Αστέρων.
Όπως αναφέρει, χαρακτηριστικά, ο Simon Nixon, το μάθημα του 2016 είναι ότι – με βάση και τα πρόσφατα παραδείγματα – οι οικονομίες και οι αγορές έχουν αναπτύξει υψηλό βαθμό ανθεκτικότητας στους πολιτικούς κινδύνους. Νοικοκυριά, επιχειρήσεις και επενδυτές φαίνεται να έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι οι εκλογές δεν αλλάζουν τίποτα. Αυτό που έχει σημασία είναι το τι κάνουν οι κυβερνήσεις.
Πράγματι, η επίμονη κρίση στη διακυβέρνηση της Ε.Ε., και όχι οι εκλογές, είναι ο πραγματικός πολιτικός κίνδυνος, δεδομένης της ολοένα και μεγαλύτερης αδυναμίας της Ευρώπης να βρει κοινές λύσεις για τις κοινές προκλήσεις, μένοντας εκτεθειμένη σε ενδεχόμενα σοκ.
Τα τελευταία χρόνια, η Ε.Ε. πασχίζει να αναλάβει αποφασιστική δράση, προκειμένου να αντιμετωπίσει πολλαπλές προκλήσεις, χωρίς ωστόσο να υπάρχει αποτέλεσμα: Παράδειγμα η προσφυγική κρίση, αλλά και οι κίνδυνοι από το πρόγραμμα διάσωσης της Ελλάδας, το οποίο και εκτροχιάζεται εξ αιτίας των πολιτικών διαφοροποιήσεων μεταξύ των πιστωτών της.
Πρόκειται για έναν φαύλο κύκλο. Οι προσπάθειες της Ε.Ε. να βρει λύσεις στα ίδια προβλήματα έχει υποβαθμίσει την αξιοπιστία της στα μάτια των ψηφοφόρων, τροφοδοτώντας τη στήριξη υπέρ των αντικυβερνητικών κομμάτων. Στα μάτια πολλών, η Ε.Ε., πλέον, εκλαμβάνεται ως φορέας ανασφάλειας, παρά ασφάλειας.
Την ίδια ώρα, η ενισχυμένη στήριξη των λαϊκιστικών κομμάτων επιδεινώνει την κρίση διακυβέρνησης σε εθνικό επίπεδο, καθιστώντας το πιο δύσκολο για τις κυβερνήσεις να δρομολογήσουν τις μεταρρυθμίσεις που χρειάζονται και τα εθνικά προβλήματα μπορούν γρήγορα να καταστούν κοινά προβλήματα, φέροντας αστάθεια στο σύνολο της Ευρώπης.
Η λίστα των προκλήσεων που καλείται να αντιμετωπίσει η Ε.Ε. το 2017 είναι τρομακτική: Πρέπει να διαπραγματευτεί τις συμφωνίες για το Brexit, την Ελλάδα και να ενισχύσει την προστασία στα σύνορά της, να ολοκληρώσει την τραπεζική ένωση, αλλά και να διασφαλίσει τη σταθερότητα στις αγορές όταν λήξει το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ.