Τον ασκό του Αιόλου άνοιξε ο γερμανός ευρωβουλευτής Μάνφρεντ Βέμπερ με τις δηλώσεις του στην εφημερίδα Süddeutsche Zeitung περί διαφαινόμενης μεταστροφής της στάσης του Βερολίνου σχετικά με το ΔΝΤ. «Εφόσον το Ταμείο ζητά κούρεμα χρέους, τότε ας το αφήσουμε να αποχωρήσει» ήταν η επίμαχη φράση που προκάλεσε θύελλα διαμαρτυριών στους κόλπους των δύο χριστιανικών κομμάτων.
Όπως γράφει η Deutsche Welle, το μήνυμα Βέμπερ αναλύει στις οικονομικές σελίδες η Süddeutsche Zeitung. «Επαναφέρει μια συζήτηση που θα έπρεπε να είχε γίνει από καιρό, αν δηλαδή οι Ευρωπαίοι δεν έχουν φτάσει σε ηλικία που να μπορούν να φροντίσουν τα του οίκου τους μόνοι τους», επισημαίνει η αρθρογράφος υπενθυμίζοντας τις αλλαγές στον παγκόσμιο πολιτικό και οικονομικό περίγυρο σε σχέση με το 2015, όταν αποφασίστηκε το πρόγραμμα και εγκρίθηκε στη γερμανική βουλή, αλλά και μέσα στην ΕΕ με κρίσιμες εκλογικές διαδικασίες σε τρεις χώρες του ευρωπαϊκού πυρήνα. «Το σενάριο με τις απειλές Σόιμπλε για Grexit που προκάλεσε νευρικότητα στις αγορές […] θυμίζει καλοκαίρι του 2015, όταν η Αθήνα ήταν λίγο πριν την έξοδο από το ευρώ που την ωθούσε ο Σόιμπλε και απέτρεψε αργότερα η Μέρκελ […] μόνο που το 2017 δεν είναι 2015. Με το Brexit η ΕΕ χάνει το πρώτο μέλος της, στις ΗΠΑ κυβερνά το Ντόναλντ Τραμπ και η Ευρώπη θέλει να μείνει συσπειρωμένη. Η εύθραυστη κατάσταση και οι επικείμενες εκλογές κάνουν αβέβαιη την έκβαση της διαμάχης για τη συμμετοχή του Ταμείου». Η εφημερίδα του Μονάχου επισημαίνει και την αυξανόμενη ανησυχία του Βερολίνου στο ενδεχόμενο η Κριστίν Λαγκάρντ να διατηρήσει σκληρή στάση. Και η αρθρογράφος καταλήγει: «Η Μέρκελ διατρανώνει ότι θέλει να κρατήσει την Ελλάδα στο ευρώ, από την άλλη αρχίζει η προεκλογική εκστρατεία και η εκδοχή της αναμονής αποκλείεται. Άρα, απομένουν δύο δυνατότητες, είτε η Μέρκελ και o Σόιμπλε θα εντείνουν τις ηθικές πιέσεις προς την ευρωπαΐστρια Λαγκάρντ για να συμμετάσχει στο πρόγραμμα, είτε, σε διαφορετική περίπτωση, δεν τους απομένει άλλη λύση από να υιοθετήσουν την πρόταση Βέμπερ. Ούτως ή άλλως το πρόγραμμα καλύπτεται με τον καλύτερο τρόπο από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας. Τι εμποδίζει αυτό το status quo να γίνει ρεαλιστική εκδοχή για το μέλλον;».
Τις κακές υπηρεσίες του Μάνφρεντ Βέμπερ εν μέσω εντατικών διαπραγματεύσεων επισημαίνει η Münchner Merkur. «Επρόκειτο για υπόσχεση της γερμανικής κυβέρνησης για να αποσπάσει το καλοκαίρι του 2015 την έγκριση του κοινοβουλίου για το τρίτο πρόγραμμα», τονίζει. «Εκπλήσσει η ελαφρότητα ορισμένων βουλευτών από τα δύο χριστιανικά κόμματα, που τότε έδιναν όρκους αιώνιας πίστης».
Και για όποιον δεν το είχε αντιληφθεί η εφημερίδα Die Welt υπενθυμίζει ότι η Ελλάδα επέστρεψε ως ευρωπαϊκό θέμα. Αλλά σε αυτήν τη φάση κανείς μέσα στο κόμμα της καγκελαρίου δεν ενδιαφέρεται να γίνει προεκλογικό θέμα ή να θέσει την συνοχή της ΕΕ σε δοκιμασία. Επικαλούμενη κυβερνητικούς κύκλους η εφημερίδα του Βερολίνου αποκαλύπτει ότι πριν από λίγες ημέρες υπήρξε τηλεφωνική συνομιλία μεταξύ της Μέρκελ και της Λαγκάρντ: «Στο τηλεφώνημα η επικεφαλής του ΔΝΤ υποσχέθηκε στήριξη στην καγκελάριο. Το Ταμείο θα συμμετάσχει στο τρέχον πρόγραμμα, αλλά το επίμαχο θέμα των ελαφρύνσεων του χρέους θα ξαναμπεί στην ατζέντα το 2018, μετά τις βουλευτικές εκλογές».
Σύμφωνα με την επισήμανση του αρθρογράφου το ΔΝΤ εξαγοράζει για άλλη μια φορά χρόνο προς όφελος της πολιτικής θέλοντας να στηρίξει τα νώτα της καγκελαρίου στον προεκλογικό αγώνα. Πληροφορίες της εφημερίδας αναφέρουν ότι οι δύο κυρίες έχουν καλή προσωπική επαφή. Η γερμανίδα καγκελάριος φέρεται να άνοιξε το δρόμο για να πάρει η γαλλίδα πρώην υπουργός Εξωτερικών το πόστο στο Ταμείο, από την άλλη η Λαγκάρντ βλέπει στην Μέρκελ έναν από τους λίγους σταθερούς πυλώνες σε έναν όλο και πιο αβέβαιο κόσμο. Σε ό,τι αφορά τον έλληνα πρωθυπουργό, η εφημερίδα σημειώνει ότι έχει αντιληφθεί πως το 2017 δεν μοιάζει με το 2015. «Διότι μετά τον Ομπάμα δεν μπορεί να περιμένει πολιτική υποστήριξη, ο Ολάντ δεν θα υπάρχει για πολύ ακόμη και το περιβάλλον έχει γίνει πιο δύσκολο από το 2017. Η σκληρή στάση που τήρησε o Τσίπρας το 2015 ξύπνησε μεν το διεθνές ενδιαφέρον, αλλά επί της ουσίας δεν βοήθησε την Ελλάδα, το αντίθετο μάλιστα».