Τα όσα διημείφθησαν το βράδυ της Δευτέρας στο Eurogroup, κυρίως μεταξύ του γερμανού υπουργού Οικονομικών Β. Σόιμπλε και του επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Προγράμματος του ΔΝΤ Π. Τόμσεν αποκαλύπτει η Handelsblatt.
Όπως αναφέρει η Deutsche Welle, σύμφωνα με αποκλειστικές πληροφορίες της γερμανικής εφημερίδας, το σενάριο που προκρίνουν Βερολίνο και ΔΝΤ για το ελληνικό ζήτημα και το οποίο φέρεται να απέρριψε η ελληνική πλευρά το βράδυ της Δευτέρας προβλέπει τα εξής:
Ο γερμανός υπουργός Οικονομικών Σόιμπλε δέχεται την μερική εξειδίκευση πιθανών μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος -όπως την παράταση της ωρίμανσης των δανείων του EFSF κατά 15 χρόνια- με τη γνωστή στο μεταξύ επισήμανση ότι αυτά θα υλοποιηθούν το καλοκαίρι του 2018 και εφόσον κριθεί όντως αναγκαίο. Σε αντάλλαγμα το ΔΝΤ ανακοινώνει τη συμμετοχή του στο ελληνικό πρόγραμμα, ικανοποιώντας έτσι το πάγιο αίτημα του Βερολίνου.
Εν συνεχεία ακολούθησε τηλεφωνική επικοινωνία μεταξύ του Π.Τόμσεν και της επικεφαλής του Ταμείου Κριστίν Λαγκάρντ, από την οποία προέκυψε το εξής: το ΔΝΤ δέχεται μεν να συμμετάσχει, αλλά με τεχνική και όχι οικονομική υποστήριξη. Βάσει της προωθούμενης συμφωνίας (stand-by-arrangement) θα εκταμιεύσει χρήματα μόνον όταν θα έχει αποσαφηνιστεί το ζήτημα της βιωσιμότητας του χρέους.
Σύμφωνα με την οικονομική εφημερίδα, με τον τρόπο αυτό ο Β. Σόιμπλε θα εκπλήρωνε την υπόσχεσή του προς την κοινοβουλευτική του ομάδα για τη συμμετοχή του ΔΝΤ, οι Ευρωπαίοι θα μπορούσαν να εκταμιεύσουν την επόμενη δόση ενώ ικανοποιημένο θα ήταν και το ΔΝΤ αφού δεν θα χρειαζόταν να καταβάλει χρήματα όσο δεν πληρούνται οι όροι που θέτει.
Αναλυτές κάνουν πάντως λόγο για «πλάνη» και για μια μεσοβέζικη λύση που αναβάλει απλώς τη λήψη αποφάσεων για το θέμα του χρέους. «Εντέλει ενδέχεται να ολοκληρωθεί το πρόγραμμα το καλοκαίρι του 2018 χωρίς το ΔΝΤ να έχει καταβάλει ούτε σεντ», γράφει η Handelsblatt.
Όπως επισημαίνει η εφημερίδα, σε αυτό το πνεύμα αναμένεται να κινηθεί η λύση που δρομολογείται ενόψει της 15ης Ιουνίου, μολονότι απορρίφθηκε καταρχήν από την ελληνική πλευρά. Εκτιμάται ωστόσο ότι υπό την πίεση του χρόνου και των ομολόγων που λήγουν, η ελληνική πλευρά θα υπαναχωρήσει.