«Αν πιστέψει κανείς τον Αλέξη Τσίπρα το 2019 θα είναι για την Ελλάδα χρονιά ελπίδας… Αλλά η πλειοψηφία των πολιτών δεν συμμερίζονται την αισιοδοξία του», γράφει η Frankfurter Rundschau επισημαίνοντας ότι απειλείται μια επιστροφή στην κρίση…
94% των ερωτηθέντων περιγράφουν σε έρευνα του Ευρωβαρόμετρου από «κακή» έως «πολύ κακή» την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας, ενώ τέσσερις στους δέκα φοβούνται επιδείνωση το επόμενο δωδεκάμηνο. «Κανένας άλλος λαός της ΕΕ δεν υποδέχεται με τόση απαισιοδοξία το νέο έτος όσο η Έλληνες», σημειώνει η γερμανική εφημερίδα.
Αναιμική η ανάκαμψη της οικονομίας
Και μπορεί η Ελλάδα να βγήκε από τα προγράμματα διάσωσης τον περασμένο Αύγουστο μετά από οκτώμιση χρόνια, αλλά δεν έχει ανακτήσει ακόμη την πρόσβαση στις αγορές, με τα επιτόκια των δεκαετών ομολόγων να κυμαίνονται στο 4,4%. «Αν η Αθήνα επιχειρούσε να δανειστεί χρήματα υπ’ αυτούς τους όρους θα ήταν καταστροφικό», σχολιάζει η FR.
Tα υψηλά ασφάλιστρα κινδύνου που απαιτούν οι επενδυτές από την Ελλάδα αντανακλούν τη δυσπιστία των αγορών καθώς η ανάκαμψη που ξεκίνησε το 2017 είναι σαφώς κατώτερη του αναμενομένου. «Σ’ αυτό προστίθενται και οι ανησυχίες για μεταρρυθμιστική κόπωση στην Ελλάδα μετά τη λήξη του προγράμματος και μήπως ο Τσίπρας θυσιάσει τη δημοσιονομική πειθαρχία με ακριβά δώρα ενόψει των εκλογών. Ενδείξεις υπάρχουν ήδη. Στην αλλαγή του χρόνου ο Τσίπρας μοίρασε περίπου 710 εκ. ευρώ ως κοινωνικό μέρισμα σε 1,4 εκ. οικογένειες. Ο πρωθυπουργός ακύρωσε την αποφασισθείσα για την 1η Ιανουαρίου μείωση των συντάξεων, θέλει να αυξήσει τον κατώτατο μισθό, να αναστρέψει τις μεταρρυθμίσεις στις συλλογικές διαπραγματεύσεις και να προσφέρει σε δεκάδες χιλιάδες εργαζομένους επικερδείς θέσεις στο δημόσιο», υπογραμμίζει ο ανταποκριτής της γερμανικής εφημερίδας σημειώνοντας ότι πολλοί ειδικοί φοβούνται ότι η Ελλάδα θα χάσει έτσι σε ανταγωνιστικότητα με αποτέλεσμα να μειωθεί ακόμη περισσότερο το ενδιαφέρον των επενδυτών, πόσω μάλλον που η Ελλάδα υποχώρησε τον περασμένο χρόνο από την 61η στην 67η θέση (επί συνόλου 190) της λίστας “Doing Business” της Παγκόσμιας Τράπεζας.
Οικονομολόγοι καλούν την κυβέρνηση να μην παρεκκλίνει από την πορεία ανάταξης των δημοσιονομικών με την «ελληνική κεντρική τράπεζα να απαιτεί στην τελευταία έκθεσή της για τη δημοσιονομική πολιτική τη συνέχιση των δομικών μεταρρυθμίσεων, περαιτέρω ιδιωτικοποιήσεις, απομείωση της γραφειοκρατίας και φορολογική μεταρρύθμιση», από τα οποία θα εξαρτηθεί πότε θα επιστρέψει η Ελλάδα στις αγορές κεφαλαίων.
Το «μαξιλάρι» ρευστότητας των 26 δισ. ευρώ
Το άρθρο αναφέρει ότι ναι μεν η Ελλάδα δεν χρειάζεται επειγόντως χρήματα καθώς το μαξιλάρι των 26 δισ. ευρώ εξασφαλίζει επαρκή χρηματοδότηση για τους επόμενους 22 μήνες, αλλά υπενθυμίζει τις πρόσφατες προειδοποιήσεις μέσω του «Βήματος» του πρώην πρωθυπουργού Κώστα Σημίτη ότι στην ΕΕ θεωρούν σίγουρο πως η χώρα μας θα στραφεί σύντομα και πάλι στον ΕΜΣ για βοήθεια με νέους σκληρούς όρους για την οικονομική πολιτική καθώς και τις επισημάνσεις του Γενικού Διευθυντή του ΙΟΒΕ, Νίκου Βέττα στην «Καθημερινή» ότι οι λιγοστές επενδύσεις, η μειωμένη παραγωγικότητα και το υψηλό χρέος μπορεί να καταστήσουν αναγκαίο ένα νέο πρόγραμμα διάσωσης.
Οι προσφυγές για τις συντάξεις
«Πράγματι η Ελλάδα μπορεί πολύ σύντομα να βρεθεί ξανά σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης αναφορικά με την οικονομία» σημειώνει η Frankfurter Rundschau καθώς «η κυβέρνηση περιμένει με αυξανόμενη νευρικότητα» την απόφαση του ΣτΕ για την μη εφαρμογή σειράς αποφάσεων του με τις οποίες κρίθηκαν αντισυνταγματικές και αντίθετες στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) οι περικοπές των συντάξεων κυρίων και επικουρικών που έγιναν το 2012.
Σε περίπτωση, που όπως φαίνεται, γίνουν δεκτές οι προσφυγές των συνταξιούχων, τότε τα κρατικά ασφαλιστικά ταμεία θα επιβαρυνθούν με έως και 4 δισ. ευρώ ετησίως, ενώ το κόστος για το ελληνικό κράτος μπορεί να φθάσει ακόμη και τα 15 δισ. ευρώ -ποσό που αντιστοιχεί στο 8% του ΑΕΠ.
«Έτσι», καταλήγει το άρθρο, «θα μετατραπεί σε παλιόχαρτα όχι μόνον ο προϋπολογισμός του 2019, αλλά και ολόκληρος μεσοπρόθεσμος οικονομικός σχεδιασμός της χώρας, όπως και όλοι οι μέχρι τώρα υπολογισμοί για τη βιωσιμότητα του χρέους. Και σε μια τέτοια εξέλιξη σχεδόν αποκλείεται το ενδεχόμενο να μπορέσει η Αθήνα να αναχρηματοδοτηθεί στις αγορές κεφαλαίου με λογικούς όρους. Και τα νέα δάνεια βοήθειας θα αποτελέσουν, ως εκ τούτου, τη μοναδική διέξοδο για να αποφύγει η Ελλάδα τη χρεοκοπία».