Μπαράζ δημοσιευμάτων στον γερμανικό Τύπο, μετά την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, που υποχρεώνει τις επιχειρήσεις να καταγράφουν τον χρόνο εργασίας, ώστε να γίνονται σεβαστά τα δικαιώματα των εργαζομένων. Το Δικαστήριο ζητεί ένα υποχρεωτικό σύστημα μέτρησης, ώστε να διαπιστώνεται αν τηρούνται τα ανώτατα χρονικά όρια εργασίας, αν γίνονται υπερωρίες, αν διαχωρίζεται η επαγγελματική από την ιδιωτική ζωή του εργαζόμενου.
«Ο χρόνος εργασίας πρέπει να υπολογίζεται με ακρίβεια» γράφει το πρωτοσέλιδο της εφημερίδας Süddeutsche Zeitung. Όπως επισημαίνει ο αρθρογράφος, «η απόφαση θα μπορούσε να έχει εκτεταμένες συνέπειες για την εργασιακή καθημερινότητα στη Γερμανία. Μέχρι στιγμής η πλήρης καταμέτρηση του χρόνου εργασίας προβλέπεται σε ελάχιστους κλάδους, για παράδειγμα στους μεταφορείς. Οι υπόλοιποι εργοδότες ήταν απλώς υποχρεωμένοι να καταγράφουν υπερωρίες όπως προβλέπει το γερμανικό εργασιακό δίκαιο. Αλλά αυτό δεν θεωρείται αρκετό από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. (…) Σύμφωνα με την απόφαση θα πρέπει να καταγράφεται και ο χρόνος εργασίας στο σπίτι, καθώς και οι εξωτερικές εργασίες, ενώ στην υποχρεωτική καταγραφή θα μπορούσε να περιληφθεί και κάθε επαγγελματικό τηλεφώνημα ή μέιλ».
Αναχρονιστική η απόφαση του Δικαστηρίου;
Η απόφαση των δικαστών προκαλεί αίσθηση, αλλά και αντιδράσεις. Ο αρχισυντάκτης της εφημερίδας Die Welt Ουλφ Πόσαρντ κάνει λόγο για «άγνοια του νέου κόσμου της εργασίας» και ισχυρίζεται ότι «το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο έβγαλε μία ανόητη απόφαση, που θα επιδεινώσει ακόμη περισσότερο την ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων, οι οποίες ήδη υστερούν απέναντι σε άλλους επενδυτικούς προορισμούς. Ελάχιστα πρωτότυπο, αλλά ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι η προσφυγή προήλθε από ένα ισπανικό συνδικάτο, το οποίο φροντίζει να δημιουργηθεί στην ΕΕ ένα ακόμη γραφειοκρατικό τέρας, εδραιώνοντας ένα μοντέλο εργασίας και προστιθέμενης αξίας που τελεί υπό εξαφάνιση».
Διαμετρικά αντίθετη η άποψη της Frankfurter Rundschau: «Όταν οι εργοδότες αποκαλούν την απόφαση ‘αναχρονιστική’ σου προκαλούν είτε γέλια, είτε έντονη αγανάκτηση. (…) Μπορεί να μη συμφωνούμε όλοι με αυτό, αλλά η σύγχρονη τεχνολογία σου δίνει τη δυνατότητα να καταμετρήσεις τα πάντα, από τον σφυγμό μέχρι τον χώρο διαμονής. Και δεν είναι δυνατόν να καταγράψεις με ακρίβεια τον χρόνο εργασίας; Φυσικά και είναι δυνατόν, όπου και να βρίσκεται ο εργαζόμενος. Το αντεπιχείρημα των εργοδοτών είναι τόσο αδύναμο, που απογυμνώνεται ακαριαία».
Ασαφείς οι λεπτομέρειες
Η οικονομική επιθεώρηση Handelsblatt κάνει λόγο για «επιστροφή της κάρτας» και σημειώνει ότι η απόφαση του Δικαστηρίου συμπίπτει με τη συζήτηση που γίνεται ούτως ή άλλως στη Γερμανία για την «προσαρμογή του προβλεπόμενου χρόνου εργασίας στα δεδομένα του ψηφιακού κόσμου. Το ισχύον δίκαιο προβλέπει ανώτατο ημερήσιο χρόνο εργασίας οκτώ- και σε εξαιρετικές περιπτώσεις δέκα- ωρών. Στη συνέχεια ο εργαζόμενος πρέπει να αναπαύεται για έντεκα ώρες. Οι εργοδότες το θεωρούν λίγο-πολύ αναχρονιστικό, καθώς, για παράδειγμα, ένας εργαζόμενος που ασχολείται με τα παιδιά του το απόγευμα και στις έντεκα το βράδυ δουλεύει άλλη μία ώρα, θεωρητικά δεν επιτρέπεται να εμφανιστεί στο γραφείο την άλλη μέρα στις εννέα το πρωί, αν δεν θέλει να παραβεί τα προβλεπόμενα για τον χρόνο ανάπαυσης».
Διαφορετική εκτίμηση από την εφημερίδα Kölner Stadt Anzeiger της Κολονίας: «Δεν χρειάζεται να επαναφέρουν την κάρτα όλες οι επιχειρήσεις, από τις νεοφυείς μέχρι τις εισηγμένες στο χρηματιστήριο. Συνειδητά οι δικαστές αφήνουν περιθώρια χειρισμών στα κράτη-μέλη, τα οποία έχουν διαφορετικό ρυθμιστικό πλαίσιο για τα εργασιακά. Αυτό που κυρίως θέλουν οι δικαστές είναι να τηρείται ο χρόνος ανάπαυσης. Είναι υπόθεση των εργοδοτών να μην κουράζουν συνεργάτες τους το βράδυ με μέιλ ή τηλεφωνήματα, που μπορούν και να περιμένουν ως την επόμενη μέρα. Αλλά και οι ίδιοι οι συνεργάτες φέρουν ευθύνη, προκειμένου να τηρούνται τα δικαιώματά τους».