«Η πτώση του παιδιού-θαύματος» τιτλοφορεί η Süddeutsche Zeitung του Μονάχου πρωτοσέλιδο άρθρο για την έρευνα εναντίον του Λαυρέντη Λαυρεντιάδη -μία υπόθεση που ενδιαφέρει ιδιαίτερα τον γερμανικό Τύπο, δεδομένου ότι η διάσωση της τράπεζας «Proton» έγινε με χρήματα της διεθνούς οικονομικής βοήθειας προς την Ελλάδα.
Ο Klaus Ott, δημοσιογράφος της Süddeutsche Zeitung, που είχε αποκαλύψει την υπόθεση Siemens, σχολιάζει: «Για πρώτη φορά από την αρχή της μεγάλης κρίσης η Δικαιοσύνη επεμβαίνει με αποφασιστικότητα απέναντι στους πλούσιους και ισχυρούς, οι οποίοι λέγεται ότι έχουν λεηλατήσει την πατρίδα τους με πολλούς τρόπους: με το να μην πληρώνουν σχεδόν καθόλου φόρους, με το να αυτοεξυπηρετούνται στις δημόσιες προμήθειες, με το να κρύβουν τα λεφτά τους στο εξωτερικό».
«Παραμένει ανοιχτό το ερώτημα, αν η υπόθεση Λαυρεντιάδη αποτελεί άλλοθι για να ησυχάσει ο απλός κόσμος που υποφέρει από την κρίση ή αν σημαίνει πραγματικά ότι η Αθήνα θα αρχίσει τον αγώνα εναντίον τής “οικονομίας των κεκτημένων”. Για να γίνει αυτό χρειάζονται περισσότεροι εισαγγελείς, από τους δύο που έχουν αναλάβει τη δίωξη του Λαυρεντιάδη, και διερωτώνται πώς είναι δυνατόν η τράπεζα «Proton» να έχει φτάσει σήμερα σε αυτό το σημείο. Μήπως οι αρμόδιοι για την επιτήρηση του τραπεζικού συστήματος δεν έκαναν καλά τη δουλειά τους; Σε κάθε περίπτωση τα περιθώρια στενεύουν για τον Λαυρεντιάδη. Εάν κριθεί ένοχος, θα μπορούσε να καταδικαστεί σε ισόβια. Το δίκτυο επαφών του με τους πολιτικούς δεν λειτουργεί πλέον», υποστηρίζει ο Klaus Ott.
Απειλεί με αποκαλύψεις ονομάτων ο Λαυρεντιάδης
Πριν από δύο χρόνια ο Λαυρέντης Λαυρεντιάδης εµφανιζόταν ως ένας πανίσχυρος επιχειρηµατίας µε το χάρισµα του… Μίδα. Σήµερα βρίσκεται κατηγορούµενος και µάλιστα για πέντε κακουργήµατα σχετιζόµενα µε την κατάρρευση της Proton Bank, ενώ του έχει απαγορευτεί και η έξοδος από τη χώρα.
Ο Λαυρέντης Λαυρεντιάδης, ύστερα από πολύ καιρό, λύνει τη σιωπή του και µιλά για όλους και για όλα στην εφημερίδα Πρώτο Θέμα, υποστηρίζοντας ότι δεν θα διστάσει να δώσει και ονόµατα. Κάνει λόγο για εκβιασµούς από εκδοτικά, επιχειρηµατικά, τραπεζικά, πολιτικά και εποπτικά συµφέροντα.
Παραδέχεται µάλιστα ότι η εµπλοκή του µε τα media ήταν αναγκαία, γιατί «δεν µπορείς να κάνεις τη δουλειά σου ως επιχειρηµατίας στην Ελλάδα χωρίς την άσκηση επιρ-ροής µέσω των εκδοτικών συγκροτηµάτων».
Χωρίς διάθεση να σας προσβάλω, αλλά έχοντας διαβάσει τα πορίσµατα της Τραπέζης της Ελλάδος και της Εισαγγελίας, θέλω να σας ρωτήσω: τι απαντάτε σε αυτούς που θεωρούν την περίπτωσή σας το µεγαλύτερο σκάνδαλο των τελευταίων ετών;
Δεν υπάρχει σκάνδαλο. Ή, για να σας το πω διαφορετικά, το πραγµατικό σκάνδαλο είναι η συστηµατική προσπάθεια για την επιχειρηµατική µου εξόντωση, να συκοφαντηθεί η φήµη µου και να γίνει πλιάτσικο στην περιουσία µου. Η δική µου υπόθεση είναι µια καθαρά τραπεζική υπόθεση, η δε ποινικοποίησή της είναι έργο της πίεσης που άσκησαν εκδοτικά, πολιτικά και επιχειρηµατικά συµφέροντα, καθώς και της προσπάθειας της Τραπέζης της Ελλάδος να αποποιηθεί της ευθύνης της για τον πληµµελή έλεγχο ως εποπτεύουσα αρχή των άλλων τραπεζικών ιδρυµάτων και να κατασκευάσει έναν αποδιοποµπαίο τράγο που θα σηκώσει όλες τις αµαρτίες του τραπεζικού συστήµατος. Και είναι απορίας άξιον πώς οι εισαγγελείς σκοπίµως δεν έχουν ερευνήσει άλλη υπόθεση στον τραπεζικό κλάδο. Δυστυχώς, όµως, την αρπακτικότητα αυτών των πολιτικών, επιχειρηµατικών, τραπεζικών και εκδοτικών συστηµάτων, που γιγαντώθηκε µέσα από σχέσεις διαπλοκής, οι εισαγγελείς µέχρι σήµερα είτε την αγνοούν είτε επιλέγουν να την αγνοούν. Εκούσια ή ακούσια εξυπηρετούν άριστα όλους αυτούς που ζητούν εδώ και τώρα το επιχειρηµατικό κεφάλι µου επί πίνακι.
Το γεγονός ότι δεχτήκατε τη συµφωνία µε τη ∆ικαιοσύνη και επιστρέψατε 51 εκατ. ευρώ, αλλά και ότι αργότερα διαπραγµατευτήκατε για να επιστρέψετε περισσότερα χρήµατα, δεν είναι ουσιαστικά µια έµµεση αποδοχή των όσων σας κατηγορούν;
Όχι! Ουδέποτε επέστρεψα χρήµατα, διότι ουδέποτε πήρα χρήµατα. Στο πλαίσιο της απρόσκοπτης συνέχισης της επιχειρηµατικής µου δραστηριότητας, πρότεινα τη ρύθµιση µόνο δύο δανείων εταιρειών που συνδέονται µε εταιρεία που ανήκει στην οικογένειά µου, ώστε να εξασφαλίσω τη λειτουργία τους, δηλώνοντας ότι θα καταβάλω για τον σκοπό αυτό 80 εκατ. ευρώ. Δέσµευση την οποία και θα τηρήσω. Οι ενέργειες όµως τόσο της Τραπέζης της Ελλάδος όσο και των υπόλοιπων τραπεζών όχι µόνο δεν βοηθούν στη ρύθµιση των δανείων όλων των εταιρειών, αλλά τις οδηγούν µε µαθηµατική ακρίβεια στο κλείσιµό τους και στη δηµιουργία νέων ανέργων. Και το ερώτηµα είναι ότι εκτός από τη δική µου εξόντωση επιθυµούν, όπως φαίνεται, και την εξόντωση χιλιάδων υπαλλήλων που εργάζονται σε αυτές. Οι κατηγορίες που µου αποδίδονται είναι έωλες, νοµικά αστήρικτες και είµαι βέβαιος για την τελική µου αθώωση.