«Ποια η διέξοδος από την κρίση για την Ελλάδα;» ρώτησε πέντε προσωπικότητες, Γάλλους και Έλληνες η γαλλική εφημερίδα «Le Monde», σε δισέλιδο αφιέρωμά της.
Σύμφωνα με τον Γκυ Μπυρζέλ, καθηγητή στο στο Πανεπιστήμιο της Ναντέρ και συγγραφέα του «Miracle Athenien au XX siecle» («Το αθηναϊκό θαύμα του 20ού αιώνα), υποστηρίζει ότι δεν πρέπει να δούμε την κρίση μόνο υπό το πρίσμα «της κρατικής αδιαφορίας και της κοινωνικής ανεμελιάς που δικαιολογεί συνταγές λιτότητας σε τεράστιες δόσεις» γιατί «θα σκοτώσουμε τον άρρωστο αλλά κυρίως δεν θα έχουμε καταλάβει τίποτε».
Θεωρεί ότι η ελληνική περίπτωση βρίσκεται στο σταυροδρόμι τριών αυτόνομων δυνάμεων: «μιας κοινωνικής κρίσης, μιας κρίσης του Κράτους και μια κρίσης της Ευρώπης».
Το ελληνικό σύστημα «έχει φθάσει στα όριά του». Οι Ολυμπιακοί του 2004 καθυστέρησαν αυτή την συνειδητοποίηση η οποία άρχισε να γίνεται αντιληπτή τρία χρόνια αργότερα, με τις πολύνεκρες πυρκαϊές στην Πελοπόννησο.
«Η ελληνική κοινωνία είναι έτοιμη για επανίδρυση, να δεχθεί την ίδρυση ενός “δημόσιου αντικειμένου” και να πληρώσει γι’ αυτή;» αναρωτιέται. Θεωρεί ότι το ελληνικό κράτος, το οποίο χαρακτηρίζει «αδύναμο» και «πελατειακό», δεν ευνοεί αυτή την συνειδητοποίηση.
Πιστεύει ότι η επιθυμία των Ελλήνων για λιγότερη λιτότητα και ταυτόχρονα παραμονή στο ευρώ δεν είναι αντιφατική. «Δεν θα είχαν αντίρρηση να κάνουν τις θυσίες που απαιτεί ένα πραγματικό κράτος, αλλά αυτές να εφαρμοστούν με πνεύμα ισότητας και υπευθυνότητας».
Ο συγγραφέας Νίκος Δήμου πιστεύει ότι όταν ο Γ. Παπανδρέου ανέβηκε στην εξουσία το 2009 η κατάσταση «ήταν κρίσιμη, αλλά όχι απελπιστική». Ωστόσο η κυβέρνηση, αντί να περιορίσει τις δαπάνες και να ενισχύσει την παραγωγικότητα, ξετίναξε τα δημόσια ταμεία. Η τρόικα απαίτησε διαρθρωτικές αλλαγές αλλά αντιστάθηκαν «ορισμένα μέλη του ΠαΣοΚ, μεταξύ των οποίων υπουργοί, και τα πανίσχυρα συνδικάτα».
Τελικά «οι δημόσιοι υπάλληλοι διέσωσαν τις θέσεις τους αλλά ένα εκατομμύριο μισθωτοί του ιδιωτικού τομέα βρέθηκαν στην ανεργία. Ουσιαστικά δεν άλλαξε τίποτα». Αυτό που μας χρειάζεται, καταλήγει, «είναι να αλλάξουμε νοοτροπία. Ηρθε ο καιρός να βγούμε από τον λήθαργο και να ανοιχτούμε στον εκσυγχρονισμό… Ποιος ξέρει; Η κρίση ίσως έχει και μια ευεργετική επίπτωση».
Ο καθηγητής Οικονομικών Γιάννης Βαρουφάκης αναφέρει ότι «σύμφωνα με την επικρατούσα άποψη η Ελλάδα, αν θέλει να παραμείνει στο ευρώ, οφείλει να υποκύψει στους όρους» με τους οποίους λαμβάνει τα πακέτα διάσωσης.
«Είμαι πεπεισμένος ότι η επικρατούσα άποψη είναι τελείως λανθασμένη και ότι η μοναδική πιθανότητα για να παραμείνει η Ελλάδα στο ευρώ είναι να επαναδιαπραγματευθεί τους όρους της συμφωνίας “διάσωσής” της».
Ο φαύλος κύκλος στον οποίο έχουμε μπει πρέπει οπωσδήποτε να σπάσει, προσθέτει. Ποιος όμως θα είναι ο καταλύτης; Θεωρεί ότι τον ρόλο αυτό θα μπορούσε καλύτερα να τον παίξει ο νέος πρωθυπουργός της Ελλάδας που θα προκύψει από τις εκλογές του Ιουνίου παρά ο Φρανσουά Ολάντ.
«Ας υποθέσουμε ότι θα κάνει κάτι ανείπωτο: θα πει την αλήθεια. Θα απευθυνθεί στους ευρωπαίους εταίρους μας και θα τους πει ότι ακόμη και αν κάθε έλληνας άντρας, γυναίκα και παιδί προσπαθήσει να σεβαστεί τις δεσμεύσεις της χώρας με αντάλλαγμα τη διάσωσή της, το ποσοστό του χρέους επί του ΑΕΠ θα παραμείνει σε εκρηκτική τροχιά η οποία θα καταλήξει με βεβαιότητα στην άτακτη έξοδο της χώρας από την ευρωζώνη».
Προτείνει να καταρτιστεί ένα σχέδιο το οποίο θα εφαρμοστεί σε όλα τα κράτη-μέλη και μέχρι τότε η Ελλάδα ούτε να δανείζεται, ούτε να αποπληρώνει προσωρινά το χρέος της. «Προτείνω η Ελλάδα να εκβιάσει την Ευρώπη; Οχι βέβαια. Από πότε αποτελεί εκβιασμό το να πούμε την αλήθεια και να αρνηθούμε να αναλάβουμε δάνεια τα οποία δεν μπορούμε να αποπληρώσουμε;» αναρωτιέται.
Η Κατρίν Ζερστ από την εταιρεία συμβούλων Citigate Dewe Rogerson πιστεύει ότι «η οικονομική, πολιτική και κοινωνική κατάσταση στην Ελλάδα είναι σήμερα πολύ χειρότερη από όσο πριν από το πακέτο διάσωσης» διότι «το να δανείζουμε σε κάποιον υπερχρεωμένο με επιτόκια υψηλότερα από εκείνα του αρχικού του χρέους την ώρα που έχει μηδενική ή αρνητική ανάπτυξη» επιδεινώνει την κατάσταση.
Το ελληνικό χρέος ύψους 375 δισ. ευρώ «είναι αμελητέο μπροστά στα μακροοικονομικά μεγέθη της ευρωζώνης και τις απώλειες που καταγράφονται στο σύνολο των χρηματιστηρίων επί αρκετές εβδομάδες».
Για να αποφευχθεί η έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ, «δεν υπάρχει άλλος δρόμος από ένα νέο σχέδιο αναδιάρθρωσης του συνολικού χρέους, που θα συμπεριλαμβάνει όχι μόνο το χρέος του ελληνικού κράτους αλλά και το σύνολο των χρεών των ελληνικών νοικοκυριών και επιχειρήσεων». Σε αυτό πρέπει να προστεθεί «ένα νέο Σχέδιο Μάρσαλ για την Ελλάδα».
Ο Ζακ Σαπίρ, οικονομολόγος, τονίζει ότι «το μνημόνιο βύθισε την Ελλάδα στην ύφεση» και χαρακτηρίζει «καταστροφική» την πολιτική αυτή. Συντάσσεται με την θέση του Α. Τσίπρα περί επαναδιαπραγμάτευσης του μνημονίου και θέτει παράλληλα το ερώτημα της ανταγωνιστικότητας της Ελλάδας.
Το τελευταίο επιτυγχάνεται με δυο τρόπους: είτε οι χώρες της ΕΕ θα επενδύσουν στην ελληνική οικονομία είτε η Ελλάδα θα αποχωρήσει από το ευρώ και θα υποτιμήσει τη δραχμή. Τη δεύτερη λύση, «όσο επίπονη και αν είναι», τη θεωρεί «προτιμότερη από το μνημόνιο».