Τα μοιραία λάθη των Ευρωπαίων, όσον αφορά το χειρισμό της κρίσης του ευρώ, με αποτέλεσμα η Κύπρος σήμερα να βρίσκεται σήμερα στο μάτι του κυκλώνα, καταγράφουν σε δημοσίευμά τους οι New York Times, καταλογίζοντας βαρύτατες ευθύνες στους ηγέτες της Ευρώπης.
Όπως αναφέρεται στο δημοσίευμα, «όταν οι ευρωπαίοι υπουργοί Οικονομικών εξήγησαν τους επαχθείς όρους για τη διάσωση της Κύπρου αυτή την εβδομάδα, πολλοί κατηγόρησαν τις τράπεζες του μικρού νησιού της Μεσογείου ότι προκάλεσαν την καταστροφή με τις λάθος πρακτικές τους.
Αλλά η πορεία που οδήγησε στη σημερινή κρίση της Κύπρου- μεγάλες τράπεζες «στεγνές» από χρήματα, μία κυβέρνηση σε σύγχυση και πολίτες γεμάτοι οργή και απόγνωση- ξεκινά πιο πίσω, τουλάχιστον εν μέρει, σε μία μοιραία απόφαση που έλαβαν πριν από 17 μήνες οι ίδιοι οι φύλακες της δημοσιονομικής πειθαρχίας που τώρα ζητούν από την Κύπρο να αναδιαμορφωθεί».
Όπως επίσης αναφέρουν οι NYT, «αυτή η απόφαση, όπως το επαχθές “πακέτο διάσωσης” για την Κύπρο που ανακοινώθηκε τη Δευτέρα, υπεγράφη στις Βρυξέλλες σε μυστικές επείγουσες συσκέψεις μέσα στην ησυχία της νύχτας στα τέλη Οκτωβρίου του 2011. Ήταν τότε όταν η Ευρωπαϊκή Ένωση, που προσπαθούσε να συγκρατήσει την κρίση χρέους στην Ελλάδα, “φύτεψε” μία ωρολογιακή βόμβα που θα προκαλούσε μία μεγάλη «τρύπα» στο τραπεζικό σύστημα της Κύπρου και θα οδηγούσε σε αλυσιδωτές αντιδράσεις μη επιδιωκόμενων και κλιμακούμενων δυσμενών συνεπειών».
Το ισχυρό χτύπημα του ελληνικού «κουρέματος»
«Ήταν 3 το πρωί», θυμάται ο Κίκης Καζαμίας, υπουργός Οικονομικών εκείνη την εποχή. «Δεν ήμουν ευτυχής. Κανείς δεν ήταν ευτυχής. Αλλά τι μπορούσαμε να κάνουμε;».
Βρισκόταν στις Βρυξέλλες όταν οι ευρωπαίοι ηγέτες και το ΔΝΤ δρομολόγησαν «κούρεμα» του 50% των ελληνικών ομολόγων. Αυτό σήμαινε ότι όσοι διέθεταν τα ομόλογα- όπως οι τότε πλούσιες σε ρευστότητα τράπεζες της Κύπρου- θα έχαναν τουλάχιστον τα μισά από τα χρήματα που θεωρούσαν ότι είχαν. Και οι απώλειες έφθασαν στο 75% της αξίας των ομολόγων.
Η ενέργεια αυτή είχε ένα ανώδυνο όνομα- συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα ή PSI- και φαινόταν εκείνη την εποχή ως ένας στόχος που είχε νόημα: ο εξαναγκασμός των ιδιωτών επενδυτών να επωμισθούν μέρος του βάρους για την στήριξη των υπό κατάρρευση δημοσιονομικών της Ελλάδας. «Εμείς οι Ευρωπαίοι δείξαμε σήμερα ότι καταλήξαμε στα σωστά συμπεράσματα» είχε ανακοινώσει τότε η Άνγκελα Μέρκελ.
Για τις κυπριακές τράπεζες, ιδιαίτερα τη Λαϊκή Τράπεζα, που είναι στο μάτι του κυκλώνα σήμερα, αυτά τα συμπεράσματα σήμαναν την καταστροφή: Όλες μαζί, έχασαν περισσότερα από τέσσερα δισ. ευρώ, ένα τεράστιο ποσό σε μία χώρα με μόλις 18 δισ. ευρώ ΑΕΠ. Η Λαϊκή μόνο δέχθηκε χτύπημα 2,3 δισ. ευρώ, σύμφωνα με τις ετήσιες καταστάσεις της για το 2011.
Ό,τι συνέβη μεταξύ της νυχτερινής σύσκεψης το 2011και εκείνης που έληξε νωρίς τη Δευτέρα είναι μία μελέτη για το πώς λαμβάνονται οι αποφάσεις σε κλειστές αίθουσες συνεδριάσεων στις Βρυξέλλες βοηθά να εξηγήσουμε γιατί τα επονομαζόμενο ευρωπαϊκό σχέδιο δέχεται αιφνιδιαστικά έναν καταρράκτη από κρίσεις.
Δεν προέβλεψαν κανένα πρόβλημα
«Δεν μπορώ να θυμηθώ οι ευρωπαίοι ηγέτες να προέβλεψαν κάτι επερχόμενο στη διάρκεια της κρίσης του ευρώ», ανέφερε ο Paul de Grauwe, καθηγητής στο London School of Economics και πρώην σύμβουλος της Κομισιόν. «Ο γενικός κανόνας είναι ότι δεν βλέπουν τα προβλήματα που έρχονται».
Και καθώς η Κύπρος δεχόταν πλήγμα όσον αφορά τα ελληνικά ομόλογα που είχαν στην κατοχή τους οι τράπεζές της, η ΕΕ επίσης αύξησε απότομα το ύψος των κεφαλαίων που έπρεπε να διατηρούν όλες οι ευρωπαϊκές τράπεζες για να είναι φερέγγυες. Αυτή η κίνηση είχε καλές προθέσεις, να διασφαλιστεί ότι οι τράπεζες είχαν ένα «μαξιλάρι». Αλλά βοήθησε στη μείωση της εμπιστοσύνης, το πιο σημαντικό στοιχείο στην τραπεζική.
Ο Κ. Καζαμίας, υπουργός Οικονομικών την εποχή του «κουρέματος» των ελληνικών ομολόγων, ανέφερε ότι δεν είχε αντιληφθεί ακριβώς πόσο πολύ θα έπληττε τις τράπεζες της χώρας του αυτή η κίνηση. «Ανησυχούσαμε, αλλά ποτέ δεν λάβαμε καμία πληροφορία ότι αυτή ήταν μία κόκκινη γραμμή» που δεν θα έπρεπε να περάσουμε, ανέφερε. Επίσης, όπως αναφέρει, η κυπριακή κυβέρνηση αρχικά υπολόγισε ότι «ήμασταν σε θέση να καλύψουμε τις απώλειες» και μόνο μετά, αφού οι καταθέτες άρχισαν να φύγουν και η κυπριακή οικονομία να εμφανίζει στασιμότητα «ανακαλύψαμε ότι αυτό ήταν αδύνατον».
Ωστόσο, ο τότε πρόεδρος του Διεθνούς Χρηματοπιστωτικού Ινστιτούτου, Τσαρλς Νταλάρα, ο οποίος συμμετείχε στις διαπραγματεύσεις για το ελληνικό «κούρεμα», επισημαίνει πως ήταν ξεκάθαρος ότι οι επιπτώσεις του στις κυπριακές τράπεζες θα ήταν σοβαρές. «Όμως έρχονταν οι εκλογές και η τάση στις Βρυξέλλες ήταν να αφήσουμε τα πράγματα να κυλήσουν. Έτσι δεν έγινε τίποτα», είπε.
Ακόμη και πριν την «βόμβα» του ελληνικού χρέους, η Λαϊκή ήταν ήδη σε άσχημο δρόμο λόγω του χαμηλού ποιοτικά δανεισμού, όπως επισημαίνει ο Κίκης Λαζαρίδης, πρώην πρόεδρος της τράπεζας, ο οποίος προσθέτει ότι το «κούρεμα» των ελληνικών ομολόγων ήταν λίγο πολύ η χαριστική βολή.
Όπως πολλοί Κύπριοι, ο κ. Λαζαρίδης είναι θυμωμένος που πολλές πλουσιότερες χώρες της Ευρώπης, ιδιαίτερα η Γερμανία, υπαγορεύουν την πολιτική. «Πρέπει να αλλάξουμε κάποια πράγματα στην Ευρώπη στον τρόπο που λαμβάνονται οι αποφάσεις». Αναφέρει.
Μετά το ελληνικό «κούρεμα» η Κύπρος απευθύνθηκε στη Ρωσία, η οποία της έδωσε ένα δάνειο 2,5 δις. ευρώ τον Δεκέμβριο του 2011. Τα χρήματα αυτά δαπανήθηκαν και όταν η Κύπρος προσέφυγε στους ευρωπαίους εταίρους της, βρέθηκε αντιμέτωπη με το σοκ: Η Γερμανία, η οποία ήδη προετοιμαζόταν για τις εκλογές, ήθελε όχι μόνο περικοπές προϋπολογισμού και άλλα συμβατικά μέτρα λιτότητας αλλά μία συνολική μεταβολή του οικονομικού μοντέλου της Κύπρου, το οποίο έχει χτιστεί γύρω από τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες προς ξένους που επιθυμούν να αποφύγουν φόρους και, κατά τις υποψίες του Βερολίνου, ξέπλυμα χρήματος.
Η Κύπρος να πάψει να είναι χρηματοοικονομικό κέντρο
«Δεν ήθελαν το κυπριακό μοντέλο να συνεχίσει να υπάρχει όπως ήταν, ήθελαν η Κύπρος να πάψει να είναι χρηματοοικονομικό κέντρο», αναφέρει ο Πάμπος Παπαγεωργίου, πρώην μέλος του διοικητικού συμβουλίου της κεντρικής τράπεζας, ο οποίος τώρα είναι μέλος της Βουλής και της οικονομικής επιτροπής της. «Ήταν πολύ βάρβαρο, σαν πολεμικές επιχειρήσεις», προσθέτει.
Ο κ. Παπαγεωργίου επισημαίνει ότι η ΕΕ έδειξε να είναι το αντίθετο της αλληλεγγύης στις διαπραγματεύσεις της με ένα από τα ασθενέστερα και πιο ευάλωτα μέλη της.