Σύμφωνα με τις επιταγές του Συντάγματος τα ναυάγια πρέπει μέσα σε τρεις μήνες από τη βύθισή τους να ανελκύονται από την πλοιοκτήτρια εταιρεία και σε περίπτωση μη συμμόρφωσης της, η ανέλκυση πρέπει να γίνεται από τον αρμόδιο δημόσιο φορέα και η δαπάνη να καταλογίζεται στην ναυτιλιακή εταιρεία, επισημαίνει το Συμβούλιο της Επικρατείας.
Συγκεκριμένα, το Συμβούλιο της Επικρατείας απέρριψε αίτηση ναυτιλιακής εταιρείας που ζητούσε να ακυρωθεί η απόφαση του Λιμενάρχη Αίγινας, με την οποία πλέον του ότι της επιβλήθηκε πρόστιμο επειδή αρνήθηκε να προβεί σε ενέργειες ανέλκυσης του ναυαγίου του πλοίου “Αβαντις ΙΙΙ”, υποχρεώθηκε να καταβάλει τις δαπάνες ανέλκυσής του που έγινε με εντολή του Λιμεναρχείου.
Ειδικότερα, στις 19.11.2004 το εν λόγω φορτηγό πλοίο βυθίστηκε μετά από πρόσκρουση επί της βραχονησίδας Δορούσα Αγκιστρίου Σαρωνικού Κόλπου, με 1.467 τόνους υλικών και συγκεκριμένα 100 τόνους γυψοσανίδες, 100 τόνους πλάκες Καρύστου, 52 τόνους αμμοβολή, 25 τόνους σίδηρο και 280 τόνους παλέτες κεραμίδια.
Ένα μήνα μετά, το Λιμεναρχείο της Αίγινας ζήτησε από τη ναυτιλιακή εταιρεία την ανέλκυση του πλοίου, καθώς ο σίδηρος που μετέφερε αποτελεί ιχνοστοιχείο για το θαλάσσιο περιβάλλον και μπορεί να αποτελέσει πηγή ρύπανσης, όπως επίσης και η αμμοβολή η οποία περιέχει νικέλιο.
Η εταιρεία αντέδρασε υποστηρίζοντας ότι, πλέον της οικονομικής επιβάρυνσης που θα διαταχθεί, η ανέλκυση θα προκαλέσει περαιτέρω επιβάρυνση του θαλάσσιου περιβάλλοντος λόγω της διάχυσης του ρυπογόνου φορτίου. Για το λόγο αυτό πρότεινε, αντί άλλων μέτρων, την επικάλυψη του ναυαγίου με μπετό ταχείας πήξης ή την απομάκρυνση του φορτίου με ειδικές τεχνικές.
Την πρόταση της εταιρείας για επικάλυψη με μπετόν του ναυαγίου δεν την αποδέχθηκε ούτε το υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας, ούτε το Λιμεναρχείο Αίγινας. Αντίθετα, οι αρχές δέχθηκαν την απομάκρυνση της αμμοβολής το συντομότερο δυνατόν και την εκπόνηση μελέτης από το ΕΛ.ΚΕ.Θ.Ε. για τις επιπτώσεις του σιδήρου που υπάρχει στο βυθισμένο πλοίο και την εν συνεχεία εκτίμηση της ανέλκυσης ή όχι του ναυαγίου. Το Λιμεναρχείο κάλεσε στη συνέχεια την εταιρεία το συντομότερο δυνατόν να καταθέσει τις προτάσεις της για τις ενέργειες που θα έκανε.
Όμως, η εταιρεία δεν υπέβαλε καμία πρόταση και έτσι της επιβλήθηκε το πρόστιμο σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 2881/2001. Το Λιμεναρχείο στηριζόμενο στην έκθεση του ΕΛ.ΚΕ.ΘΕ. διέταξε την ανέλκυση και απομάκρυνση του ναυαγίου με δαπάνες της εταιρείας.
Το Ε’ Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας με την υπ’ αριθμ. 1647/2011 απόφασή του έκρινε ότι το Λιμεναρχείο Αίγινας δεν οφείλει να αιτιολογήσει την απόφαση ανέλκυσης του ναυαγίου που είναι ο κανόνας στις περιπτώσεις αυτές, αλλά ούτε να ερευνήσει εάν υπάρχουν άλλες εναλλακτικές λύσεις.
Παράλληλα, τονίζεται στη δικαστική απόφαση ότι “σε συμφωνία με το άρθρο 24 του Συντάγματος και τις ειδικότερες αρχές της προλήψεως και αποκαταστάσεως, προκύπτει ότι σε περίπτωση ναυαγίων ο κανόνας είναι η εντός της ρητώς καθοριζόμενης προθεσμίας ανέλκυση και απομάκρυνση αυτού από το θαλάσσιο περιβάλλον από τον ίδιο τον κύριο του ναυαγίου ή, σε περίπτωση μη συμμορφώσεως των, από τον αρμόδιο δημόσιο φορέα, μόνον δε κατ’ εξαίρεση, αν επιβάλλεται από τις περιστάσεις, είναι δυνατόν να επιτραπεί η μετατόπιση ή καταστροφή του ναυαγίου”.
Ακόμα, οι δικαστές υπογραμμίζουν ότι δεν απαιτείται ειδική αιτιολόγηση όσον αφορά τον επαπειλούμενο από την ύπαρξη του ναυαγίου κίνδυνο προσβολής του περιβάλλοντος, αλλά ούτε και ως προς την επιβολή του μέτρου της ανέλκυσης ολόκληρου του ναυαγίου, αφού το μέτρο αυτό είναι το πλέον κατάλληλο για την απάλειψη κάθε δυσμενούς συνέπειας από την ύπαρξη του ναυαγίου, διότι με αυτό επιτυγχάνεται η αποκατάσταση, κατά το δυνατό, του θαλασσίου περιβάλλοντος στην προτέρα του ναυαγίου κατάσταση.
Μόνο στις περιπτώσεις που λόγω ειδικών συνθηκών είναι αδύνατη ή ιδιαίτερα δυσχερής η ανέλκυση δύναται να διατάσσονται άλλα μέτρα (εξουδετέρωση, καταστροφή, διάλυση), προσθέτει η δικαστική απόφαση. Στις περιπτώσεις αυτές, καταλήγουν οι σύμβουλοι Επικρατείας, απαιτείται ειδική αιτιολόγηση τόσο ως προς την ύπαρξη ειδικών συνθηκών που καθιστούν αδύνατη ή ιδιαιτέρως δυσχερή την ανέλκυση, όσο και ως προς την πρόκριση των μέτρων που διατάσσονται.