Δριμύ «κατηγορώ» του προέδρου των Ναυπηγείων Ελευσίνας προς τις ελληνικές Κυβερνήσεις για την εγκληματική αδιαφορία τους
Την πρότασή του για τη δημιουργία Ενιαίου Φορέα Ναυπηγικής Βιομηχανίας, από τα τρία μεγάλα ναυπηγεία, επαναφέρει ο πρόεδρος των Ναυπηγείων Ελευσίνας Νίκος Ταβουλάρης, ως μοναδική διέξοδο στο αδιέξοδο των Ναυπηγείων Σκαραμαγκά και Ελευσίνας. Ταυτόχρονα, επιτίθεται με σκληρούς χαρακτηρισμούς, στις αρμόδιες υπουργικές ηγεσίες που με τις αποφάσεις τους, όλα αυτά τα χρόνια, “χάραξαν” ρότα βύθισης για την ελληνική ναυπηγική βιομηχανία.
Επιστολή στους εργαζόμενους
Ο κ. Ταβουλάρης, σε ανοικτή επιστολή προς τους εργαζόμενους των Ναυπηγείων Ελευσίνας, τονίζει ότι η κατάσταση είναι εξαιρετικά δύσκολη, προσθέτει όμως ότι υπάρχει ελπίδα. “Πιστεύω ότι τα ναυπηγεία μας μπορούν να σωθούν. Κάνουμε ό,τι είναι δυνατόν γι΄αυτό. Χρειάζεται όμως, είναι απαραίτητη και η δική σας έμπρακτη και αμέριστη συμπαράσταση. Εσείς θα αποφασίσετε” υπογραμμίζει ο κ. Ταβουλάρης, απευθυνόμενος στους εργαζόμενους, οι οποίοι διαμαρτύρονται για τη μη εμπρόθεσμη καταβολή των δεδουλευμένων τους.
Ο πρόεδρος των ναυπηγείων, αφού αναφέρει ότι όλα τα προηγούμενα χρόνια ο Όμιλος ήταν απόλυτα συνεπής με τις πληρωμές προς το προσωπικό, εξηγεί πού οφείλονται οι καθυστερήσεις τους τελευταίους μήνες. Επικαλείται τη μείωση των εισπράξεων λόγω γεγονότων όπως η βύθιση της δεξαμενής στην Ελευσίνα, και η “απαράδεκτη καθυστέρηση της επισκευής των δύο δεξαμενών του ΠΝ από το Νεώριο. Προσπαθήσαμε να καλύψουμε στο μέγιστο δυνατό τη μισθοδοσία”, ανέφερε.
Ευθύνες
Στη συνέχεια ο κ. Ταβουλάρης αποκρούει ισχυρισμούς ορισμένων, όπως σημειώνει χαρακτηριστικά, οι οποίοι υποστηρίζουν ότι «για τις καθυστερήσεις αυτές “φταίνε” ο Όμιλος και εγώ προσωπικά». Για ορισμένους, αναφέρει, “είμαι υπεύθυνος για την οικονομική κρίση της χώρας – για την κρίση της ναυτιλίας- την κρίση του τραπεζικού κλάδου- για την παραλυτική γραφειοκρατία του Δημοσίου – υπεύθυνος για τη διαχρονική διαφθορά και ανευθυνότητα που επεκράτησε επί 10ετία και πλέον στο ναυπηγικό τομέα της χώρας”.
Ο κ. Ταβουλάρης στη συνέχεια εγκαλεί και στελέχη του ναυπηγείου για τη στάση τους, στελέχη, που “αναδείχτηκαν μέσα από τη λειτουργία των ναυπηγείων μας. Στελέχη που δεν είχαν τη δύναμη και θέληση να αντιμετωπίσουν τις δύσκολες μέρες. Που δεν έπαψαν όμως να κατηγορούν αντί να στηρίζουν τον Όμιλο και ειδικότερα αυτούς που συνεχίζουν τη μάχη για να τον διασώσουν. Και με προσωπικές θυσίες και κινδύνους να προστατεύσουν τα δικαιώματα των εργαζομένων”.
Αφού επισημαίνει ότι τα “πράγματα έχουν πλέον φθάσει σε οριακό σημείο” επιτίθεται κατά του δημοσίου και των ναυπηγείων Σκαραμαγκά υπογραμμίζοντας ότι η “Η προκλητική και η αδικαιολόγητα ευνοϊκή μεταχείριση του Σκαραμαγκά είναι και η κυριότερη αιτία για τη σημερινή κρίση της ναυπηγικής βιομηχανίας της χώρας”.
Το Δημόσιο, λέει ο κ. Ταβουλάρης, έχει εμπλακεί σε μία πρωτοφανή κατάσταση στο ναυπηγικό τομέα. Η κρίση, προσθέτει, στην οποία έχει περιέλθει ο Σκαραμαγκάς είναι “αποτέλεσμα διαδοχικών λαθών και παραλείψεων” και “μιας κραυγαλέας διαφθοράς στην οποία συμμετείχαν πολιτικοί, κρατικοί λειτουργοί, διευθύνοντες και στελέχη του Σκαραμαγκά και πάσης μορφής ενδιάμεσοι”.
Ο κ. Ταβουλάρης υποστηρίζει ότι “αν έστω και το 10% των δισεκατομμυρίων που διατέθηκαν στο Σκαραμαγκά τα τελευταία 10 χρόνια, είχαν διατεθεί για τη χρηματοδοτική στήριξη και εγγυήσεις για τις εγχώριες ναυπηγήσεις (όπως έχουν πράξει όλες οι ευρωπαϊκές χώρες), τότε η χώρα που επαίρεται για τη μεγαλύτερη ναυτιλία στον κόσμο, θα είχε και μία από τις πρώτες θέσεις και στη ναυπηγική”.
Επίθεση κατά πάντων
Παράλληλα, επιτιθέμενος κατά όλων όσοι χάραζαν τα τελευταία χρόνια από υπουργικά έδρανα πολιτική στο χώρο της ναυπηγικής βιομηχανίας σχολιάζει, μεταξύ άλλων, ως “χαρακτηριστικό παράδειγμα προχειρότητας και ανευθυνότητας” την απόφαση των ελληνικών αρχών να προτείνουν στην Ε.Ε. τον εγκλωβισμό της μόνιμης δεξαμενής των 250.000 τόνων του Σκαραμαγκά (μήκους 300 μ.) αποκλειστικά για πολεμικά πλοία του Π.Ν. (πιθανόν αεροπλανοφόρα !!!!) με αποτέλεσμα να μην είναι πλέον δυνατόν να δεξαμενισθούν και επισκευασθούν στη χώρα εμπορικά πλοία άνω των 120.000 τόνων.
Επενδύσεις
Ο κ. Ν. Ταβουλάρης δεν διστάζει να μιλήσει για “ψευτοεπενδυτές” και ετερόκλητους συμβούλους λέγοντας χαρακτηριστικά ότι όσοι έσπευδαν να “ψηφίζουν όλο και νέους επενδυτικούς νόμους και προγράμματα για μερικές εκατοντάδες θέσεις εργασίας” άφησαν τελικά “την υπάρχουσα κραταιά ναυπηγική βιομηχανία με τους χιλιάδες εξειδικευμένους τεχνίτες (ένα ανεκτίμητο κεφάλαιο) να διαλυθεί, έρμαιο ιδιοτελών συμφερόντων και διαφόρων ετερόκλητων συμβούλων και ψευδοεπενδυτών. Αυτοί υποθήκευσαν το μέλλον των χιλιάδων εργαζομένων του κλάδου”.
Εμμένει η Κομισιόν για τον Σκαραμαγκά
Η Κομισιόν αρνείται να άρει την απαγόρευση που έχει επιβάλει στα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά να ναυπηγούν μόνο πλοία του πολεμικού ναυτικού και δηλώνει αναρμοδιότητα και άγνοια για τους όρους της σύμβασης σχετικά με την κατασκευή των δύο υποβρυχίων TYPE 214.
Αυτό προκύπτει από απάντηση της Κομισιόν σε σχετική ερώτηση του ευρωβουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ, Νίκου Χουντή που έθετε τόσο το ζήτημα της άρσης απαγόρευσης ανάληψης εμπορικών συμβάσεων από τα Ελληνικά Ναυπηγεία όσο και το ζήτημα των όρων της τελευταίας σύμβασης για την κατασκευή των 2 υποβρυχίων TYPE 214.
Πιο συγκεκριμένα με την ερώτησή του ο Νίκος Χουντής, αφού αναφερόταν στην απαίτηση της νέας ιδιοκτησίας των ελληνικών ναυπηγείων για επιπλέον χρηματοδότηση 100 εκατ. ευρώ για τη ναυπήγηση των δύο υποβρυχίων καταγγέλλοντας ταυτόχρονα ότι “στη σύμβαση του έργου δεν προσδιορίζεται με σαφήνεια ο τρόπος πληρωμής, σε συνάρτηση με την πρόοδο του έργου”, ζητούσε να πληροφορηθεί αν η Κομισιόν προτίθεται να επανεξετάσει την απόφασή της και να άρει τον περιορισμό λειτουργίας των Ναυπηγείων μόνο με στρατιωτικές παραγγελίες.
Στην απάντησή του ο αρμόδιος Επίτροπος για τον ανταγωνισμό, Χοακίν Αλμούνια, αναφέρει ότι “η Επιτροπή θα ήθελε να υπενθυμίσει το πλαίσιο στο οποίο η Ελλάδα και τα ελληνικά ναυπηγεία δεσμεύτηκαν να περιορίσουν τις δραστηριότητες του ναυπηγείου σε στρατιωτικές παραγγελίες.
Τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια η Ελλάδα επανειλημμένως παρείχε παράνομη και ασύμβατη ενίσχυση στα ΕΝΑΕ και τους παρείχε αθέμιτο πλεονέκτημα έναντι των ανταγωνιστών της. Το 2008, η Επιτροπή ζήτησε από την Ελλάδα να ανακτήσει αυτή την ενίσχυση.
Μετά από αίτημα της Ελλάδας, και λαμβάνοντας υπόψη λόγους εθνικής ασφαλείας, η Επιτροπή δέχτηκε το 2010, μια περιορισμένη ανάκτηση, με αντάλλαγμα έναν αριθμό δεσμεύσεων για τη μείωση των στρεβλώσεων του ανταγωνισμού στη μη στρατιωτική αγορά (ιδίως στον περιορισμό του ναυπηγείου σε στρατιωτικές δραστηριότητες για 15 χρόνια). Μέχρι τώρα δεν πραγματοποιήθηκε ανάκτηση (έστω περιορισμένη). Με αυτές τις συνθήκες και απουσία πλήρους ανάκτησης η άρση του περιορισμού των μη στρατιωτικών δραστηριοτήτων δεν δικαιολογείται”.