Αποκαλυπτική μελέτη για την οικονομία της Ελλάδας
Ανάμεσα σε δύο οδούς έχει να επιλέξει η ελληνική οικονομία σύμφωνα με την αποκαλυπτική έρευνα που εκπόνησε για λογαριασμό του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου το Ινστιτούτο Bruegel. Πάγωμα της αποπληρωμής χρέους προς την Ευρωζώνη μέχρι το 2030 ή νέο δάνειο ύψους 40 δισ. ευρώ και έξοδο στις Αγορές ύστερα από 16 χρόνια.
Την ίδια ώρα το Ινστιτούτο συμπεραίνει ότι δεν διαφαίνεται ότι θα υπάρξει ακόμα μία επιτυχημένη έξοδος της Ελλάδας από το πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής.
Σύμφωνα με την έκθεση του think tank των Βρυξελλών η Ελλάδα έχει τις χειρότερες προοπτικές μεταξύ των χωρών που βρίσκονται σε πρόγραμμα προσαρμογής. Μάλιστα, όπως αναφέρει, η χώρα δεν θα καταφέρει να δανειστεί στο τέλος του 2014 από τις Αγορές με «ανεκτά» επιτόκια.
Έτσι το ινστιτούτο αποκλείοντας ένα «κούρεμα» των δανείων που έχουν διατεθεί κάνει δύο συγκεκριμένες προτάσεις:
1. Θα πρέπει να υπάρχει ένας συνδυασμός επιμήκυνσης των διμερών δανείων που έχει λάβει η Ελλάδα στο πλαίσιο του πρώτου μνημονίου κατά 50 έτη και μείωση των επιτοκίων τους κατά 0,50%. Επιπλέον, θα πρέπει να «παγώσει» κάθε πληρωμή προς τον EFSF έως το 2030, αντί του 2023, που ισχύει σήμερα. Στο σενάριο αυτό η Ελλάδα θα χρειαστεί έως το 2030 νέα δάνεια 75 δισ ευρώ για να αποπληρώνει όλες τις άλλες της υποχρεώσεις προς ΕΚΤ, ΔΝΤ και Εθνικές Κεντρικές Τράπεζες. Λαμβάνοντας υπόψη αυτές τις δράσεις το Bruegel θεωρεί ότι το δημόσιο χρέος θα υποχωρήσει στο 135% του ΑΕΠ το 2020, στο 118%% του ΑΕΠ το 2022 και στο 98% του ΑΕΠ το 2030. Αυτό βέβαια υπό την προϋπόθεση που πληρούνται 5 προϋποθέσεις που θέτει στο βασικό του σενάριο το think tank*
2. Η Ελλάδα θα πρέπει να παραμείνει εκτός αγορών έως το 2030, να λάβει ένα τρίτο δάνειο ύψους 40 δισ ευρώ και πολύ μεγαλύτερες κεφαλαιακές ενισχύσεις από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων. Και στην περίπτωση που ούτε αυτά δεν είναι αρκετά, τότε να μην καταβληθούν τόκοι στην Ευρωζώνη μέχρις ότου να καταστεί βιώσιμο το ελληνικό χρέος
Σε ότι αφορά την αποτίμηση του ελληνικού προγράμματος, το Bruegel σχολιάζει ότι ήταν το λιγότερο επιτυχημένο σε σχέση με των υπολοίπων χωρών με βάση τρία βασικά κριτήρια:
Πρώτον, κατά πόσο η χώρα καταφέρενει να επιστρέψει στις αγορές.
Δευτερον, κατά πόσο μείωσε το δημοσιονομικό έλλειμμα και το δημόσιο χρέος, πόσο εξυγίανε το τραπεζικό της σύστημα και κατά πόσο ενίσχυσε την ανταγωνιστικότητα μέσω διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.
Τρίτον, κατά πόσο επαληθεύτηκαν οι προβλέψεις για μια σειρά μακροοικονομικών δεικτών, όπως εσωτερική ζήτηση, ανεργία, εξαγωγές – εισαγωγές. “Η διόρθωση των σημαντικών ανισορροπιών της ελληνικής οικονομίας ήταν από την αρχή τιτάνια πρόκληση” λέει το Bruegel για το ελληνικό πρόγραμμα, επισημαίνοντας την ύπαρξη τεράστιου ελλείμματος και χρέους, την απώλεια ανταγωνιστικότητας, την απροθυμία των Ελλήνων πολιτικών να υιοθετήσουν το πρόγραμμα και το γεγονός ότι ο ιδιωτικός τομέας ήταν αδύναμος και κλειστός.
Η κατάσταση επιδεινώθηκε από την αναποφασιστικότητα της Ευρωζώνης σε σχέση με την κρίση δημοσίου χρέους, την απροθυμία να παράσxει νέα βοήθεια στην Eλλάδα και την απειλή ότι θα την εξωθήσει εκτός ευρώ. “Δεδομένης αυτής της κατάστασης, το γεγονός ότι η Ελλάδα κατάφερε να μείνει στο ευρώ μπορεί να θεωρηθεί επιτυχία”, αναφέρεται στη μελέτη. Παράλληλα , κατηγορείται η τρόικα ότι δεν σχεδίασε σωστά το πρόγραμμα και ότι δεν αναδιαρθρώθηκε εγκαίρως το ελληνικό χρέος. “Η Ελλάδα παρέμεινε στο ευρώ, η επιστροφή στις αγορές ίσως επιτευχθεί τελικά, αλλά σίγουρα το πρόγραμμα μπορεί να θεωρηθεί το λιγότερο πετυχημένο”, καταλήγει το Bruegel.