Σαφείς, διαφανείς και δεσμευτικούς κανόνες στον τρόπο λειτουργίας της τρόικας ζητεί η Επιτροπή Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ενώ ασκεί κριτική και στους υπουργούς Οικονομικών της Ε.Ε.
Αναγνωρίζοντας ως αναγκαία λύση για τη διάσωση των υπερχρεωμένων ευρωπαϊκών κρατών την παρέμβαση της τρόικας, η Επιτροπή του Ευρωκοινοβουλίου ζητεί, με ψήφισμά της, να υπάρξουν αλλαγές στον τρόπο λειτουργίας της τρόικας.
Στο ψήφισμα, το οποίο εγκρίθηκε με 31 ψήφους υπέρ, 10 κατά και 2 αποχές, επισημαίνεται ότι η τρόικα βοήθησε τέσσερις χώρες της Ε.Ε. να εξέλθουν από την κρίση και να αποφύγουν τα χειρότερα. Τονίζεται, ωστόσο, πως ο τρόπος λειτουργίας της εμπόδισε την εθνική «οικειοποίηση» των οικονομικών μεταρρυθμίσεων και έθεσε σε κίνδυνο τη διαφάνεια και τη λογοδοσία.
Οι ευρωβουλευτές Ότμαρ Κάρας και Λιέμ Χοάνγκ Νγκος, οι οποίοι συνέταξαν τη σχετική έκθεση για τις δραστηριότητες της τρόικας, αναγνωρίζουν ότι οι προκλήσεις που αντιμετώπισε η τρόικα ήταν «τεράστιες» και ότι επιτεύχθηκε ο άμεσος στόχος της αποφυγής της άτακτης χρεοκοπίας. Θεωρούν, ωστόσο, λυπηρό το γεγονός ότι τα θεσμικά όργανα της Ε.Ε. αποτελούν τον «αποδιοπομπαίο τράγο» των δυσμενών επιπτώσεων της τρόικας, παρόλο που οι υπουργοί Οικονομικών των κρατών-μελών είναι αυτοί που φέρουν την πολιτική ευθύνη για την αποδοχή των ενεργειών της τρόικας.
Τα πορίσματα της έκθεσης επικεντρώνονται κυρίως στα εσωτερικά προβλήματα της τρόικας. «Τα τρία ανεξάρτητα θεσμικά όργανα της τρόικας είχαν μια άνιση κατανομή των ευθυνών μεταξύ τους, διαφορετικές εντολές, καθώς και δομές διαπραγμάτευσης και λήψης αποφάσεων με διαφορετικά επίπεδα ευθύνης. Όλοι αυτοί οι παράγοντες συντέλεσαν στην απουσία του κατάλληλου ελέγχου και της απαραίτητης δημοκρατικής λογοδοσίας στο σύνολό της», επισημαίνεται.
Διαπιστώνεται επίσης ότι τα εθνικά κοινοβούλια ήταν πολύ συχνά ανίσχυρα και «όταν ζητήθηκε η γνώμη τους, βρέθηκαν αντιμέτωπα με την επιλογή μεταξύ του χρέους τους και της αποδοχής μνημονίων, που ήταν προϊόντα διαπραγμάτευσης μεταξύ της τρόικας και των εθνικών αρχών». Η έκθεση συμπεραίνει πως πρέπει να θεσπιστούν ευρωπαϊκές κατευθυντήριες γραμμές για την εξασφάλιση του κατάλληλου δημοκρατικού ελέγχου των εκάστοτε μέτρων.
Κριτική στους υπουργούς Οικονομικών
Παράλληλα, ασκείται κριτική στους υπουργούς Οικονομικών της Ε.Ε., ιδίως στο πλαίσιο του Eurogroup, καθώς απέτυχαν να δώσουν σαφείς και συνεκτικές πολιτικές κατευθύνσεις στην Επιτροπή όσον αφορά τους στόχους που ζητήθηκε από τις τέσσερις χώρες να πετύχουν σε αντάλλαγμα της οικονομικής βοήθειας.
Η έκθεση τάσσεται υπέρ της θέσπισης σαφών, διαφανών και δεσμευτικών κανόνων που θα διέπουν τις διαδικασίες αλληλεπίδρασης των θεσμικών οργάνων της τρόικας, καθώς και την κατανομή των καθηκόντων τους. Επισημαίνει επίσης την ανάγκη μιας βελτιωμένης στρατηγικής επικοινωνίας.
Τα προγράμματα προσαρμογής θα πρέπει να περιλαμβάνουν ένα «σχέδιο Β», σε περίπτωση που αποδειχθεί ότι βασίστηκαν σε λανθασμένες υποθέσεις. Τα μνημόνια συμφωνίας που στηρίζουν όλα τα προγράμματα θα πρέπει να αντανακλούν καλύτερα την απασχόληση και τις κοινωνικές πτυχές και όχι να θυσιάζονται, όπως συμβαίνει συχνά. Επιπλέον, η κάθε χώρα που υπάγεται σε πρόγραμμα θα πρέπει να επωφελείται από μια «ομάδα δράσης για την ανάπτυξη», προκειμένου να διασφαλίζεται ότι οι περικοπές του προϋπολογισμού θα συνοδεύονται από μέτρα ευνοϊκά για την ανάπτυξη, αναφέρεται στην έκθεση.
Τέλος, αναφέρεται ότι είναι απαραίτητη η μεγαλύτερη συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων, των εθνικών κοινοβουλίων και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, για να διασφαλίζεται η απαραίτητη λογοδοσία και υπευθυνότητα.