Η ταυτόχρονη και ισχυρή βελτίωση των δεικτών οικονομικής δραστηριότητας καταδεικνύει ότι αγγίζουμε πλέον το σημείο καμπής για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας, αναφέρεται στο τελευταίο Δελτίο Μακροοικονομικής Ανάλυσης Ελληνικής Οικονομίας της Εθνικής Τράπεζας.
Όπως επισημαίνεται στο Δελτίο, ο σύνθετος δείκτης οικονομικής δραστηριότητας της ΕΤΕ παρέχει ισχυρές ενδείξεις εξόδου από την ύφεση στα επόμενα δύο τρίμηνα.
Μάλιστα, η βασική εκτίμηση για το μέσο ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας το 2014 είναι της τάξης του 0,7%, όπως προκύπτει από το συνδυασμό των εκτιμήσεων του βραχυπρόθεσμου δείκτη πρόβλεψης της ΕΤΕ με εκτιμήσεις για πιο μακροχρόνιο ορίζοντα (3ο τρίμηνο και μετά), από ένα διαρθρωτικό υπόδειγμα πρόβλεψης του τριμηνιαίου ΑΕΠ.
Πιο αναλυτικά, η διεύθυνση οικονομικής ανάλυσης της ΕΤΕ κατασκεύασε έναν σύνθετο μηναίο δείκτη οικονομικής δραστηριότητας, ο οποίος συμπεριλαμβάνει επίκαιρη πληροφόρηση τόσο από έρευνες επιχειρήσεων και νοικοκυριών (που θεωρούνται «προβλεπτικοί» δείκτες της οικονομικής δραστηριότητας σε κλαδικό επίπεδο ή ακόμη και σε επίπεδο οικονομίας για χρονικό ορίζοντα μηνός ή λίγων μηνών) όσο και από δείκτες συγκυρίας (λ.χ. βιομηχανική παραγωγή, λιανικές πωλήσεις). Οι τελευταίοι έχουν συνήθως υψηλή συσχέτιση, σε τρέχοντα χρόνο, με το ΑΕΠ (σε σταθερές τιμές), καθώς οι περισσότεροι από αυτούς χρησιμοποιούνται και για την κατάρτιση των τριμηνιαίων στοιχείων του ΑΕΠ.
Η πορεία του σύνθετου δείκτη καταδεικνύει ότι στο 2ο τρίμηνο του 2014 θα σημειωθεί το πρώτο θετικό πρόσημο στον τριμηνιαίο ρυθμό οικονομικής ανάκαμψης (θετική μεταβολή, εποχικά διορθωμένου, τριμηνιαίου ΑΕΠ μεταξύ 1ου και 2ου τρίμηνου του 2014), που αναμένεται ότι θα συνεχιστεί και στα υπόλοιπα τρίμηνα του τρέχοντος έτους, σηματοδοτώντας και το ουσιαστικό τέλος της εξαετούς ύφεσης. Ο ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης εκτιμάται ότι θα γίνει θετικός το 3ο τρίμηνο του έτους (θετική μεταβολή του ΑΕΠ το 3ο τρίμηνο του 2014 συγκριτικά με το 3ο τρίμηνο του 2013).
Βασική κινητήρια δύναμη για επάνοδο σε θετικό ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης, όπως επισημαίνεται στην μελέτη, θα είναι η συνεχιζόμενη βελτίωση των συνθηκών στον επιχειρηματικό τομέα, η οποία αναμένεται να μετουσιωθεί σε αύξηση της επενδυτικής δαπάνης τα επόμενα τρίμηνα. Είναι αξιοσημείωτο ότι οι περισσότεροι δείκτες που σχετίζονται με τις επιχειρηματικές προσδοκίες παρουσιάζουν ήδη σταθεροποίηση/ήπια ανάκαμψη από το 1ο τρίμηνο.
Η εξέλιξη αυτή αντανακλά κυρίως την ανάκαμψη της ζήτησης εντός του επιχειρηματικού τομέα (εντός της παραγωγικής αλυσίδας) και τις βελτιωμένες προοπτικές εξωτερικής ζήτησης, σε συνδυασμό με το αυξημένο επενδυτικό ενδιαφέρον από το εξωτερικό, που μεταφράζεται σε αυξανόμενες εισροές επενδυτικών κεφαλαίων τα τελευταία τρίμηνα.
Η περαιτέρω επιβράδυνση της πτωτικής δυναμικής της ιδιωτικής κατανάλωσης κατά τη διάρκεια του 2014 θα συνεισφέρει αποφασιστικά στην αναστροφή της πτωτικής τροχιάς του ΑΕΠ.
Η ιδιωτική κατανάλωση παρέμεινε σε έντονα πτωτική τροχιά το 2013 υπό το βάρος της συνεχιζόμενης μείωσης των μισθών, της συρρίκνωσης της απασχόλησης και των μέτρων που συνοδεύουν τη δημοσιονομική προσπάθεια.
Η τάση αυτή αναμένεται να γίνει σημαντικά ηπιότερη το 2014, καθώς η επίδραση των ανωτέρω παραγόντων στην καταναλωτική συμπεριφορά θα εξασθενίσει ή θα εξαλειφθεί πλήρως. Πράγματι, η απασχόληση αναμένεται να σταθεροποιηθεί το 2014 συγκριτικά με το 2013, που σημείωσε μείωση 4%, η προσαρμογή των μισθών τείνει να ολοκληρωθεί, ενώ το υφεσιακό αποτέλεσμα από τα εφαρμοζόμενα μέτρα το 2014 αντιστοιχεί σε λιγότερο από το 1/3 της αντίστοιχης επίδρασης κατά το 2013.
Όπως αναφέρεται στη μελέτη, το έδαφος είναι πλέον πρόσφορο για σταθεροποίηση της κατανάλωσης στα τέλη του 2014, γεγονός που θα στηρίξει περαιτέρω την επιχειρηματική δραστηριότητα και την απασχόληση.
Υπό αυτό το πρίσμα, η σημαντική επιβράδυνση του ρυθμού συρρίκνωσης της ιδιωτικής κατανάλωσης σε εθνικολογιστική βάση (-0.5% στο 4ο τρίμηνο συγκριτικά με -7.7% σε ετήσια βάση το 9μηνο του 2013) που αντανακλάται και στην πρόσφατη σταθεροποίηση των λιανικών πωλήσεων και την ανάκαμψη μάλιστα των πωλήσεων διαρκών καταναλωτικών αγαθών (συμπεριλαμβανομένων των επιβατικών αυτοκινήτων), εκ πρώτοις προκαλεί έκπληξη σε μια οικονομία που το διαθέσιμο εισόδημα συνεχίζει να μειώνεται, ενώ η ανεργία αυξάνει σε νέα ιστορικά υψηλά.
Ωστόσο, η θετική πορεία των πωλήσεων οφείλεται, κυρίως, στην ευνοϊκή βάση σύγκρισης και στην επανενεργοποίηση της αγοραστικής δύναμης ενός τμήματος των καταναλωτών που είχε αναστείλει οποιαδήποτε μη βασική δαπάνη, λόγω αβεβαιότητας, παρότι δεν αντιμετώπιζε δραματική συμπίεση του εισοδήματός του, όπως συνέβη με ένα όχι αμελητέο ποσοστό των νοικοκυριών.
Ακόμη και η μερική αποσυμπίεση της ζήτησης, εξαιτίας της βελτίωσης της εμπιστοσύνης και δεδομένης της εξαιρετικά χαμηλής δαπάνης τα προηγούμενα χρόνια, οδηγεί σε πραγματικά οικονομικά αποτελέσματα και σε θετική ετήσια μεταβολή της δραστηριότητας που θα αποτυπωθεί τελικά στο ΑΕΠ.