Μελέτη που δείχνει ότι το πρόβλημα και οι αδυναμίες της ελληνικής οικονομίας συνδέονται με τη μειωμένη εγχώρια παραγωγικότητα, δημοσίευσε η Διεύθυνση Οικονομικών Μελετών και Προβλέψεων της Eurobank EFG, στην οποία προΐσταται ο Καθηγητής Γκίκας Χαρδούβελης.
Σύμφωνα με την ανάλυση της τράπεζας, από τα μέσα της δεκαετίας του 1970 και ιδίως μετά το έτος 1979, η συνεχής μείωση της εγχώριας παραγωγικότητας (με εξαίρεση την περίοδο 1995-2007) και η παράλληλη μείωση των κατά κεφαλήν ωρών εργασίας (με εξαίρεση την περίοδο 1995-2007) οδήγησαν την ελληνική οικονομία σε ένα χαμηλότερο μονοπάτι μεγέθυνσης σε σχέση με αυτό που ακολούθησαν οι οικονομίες των κρατών των ΗΠΑ, της Ιαπωνίας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης των 15 (στο σύνολο και μεμονωμένα).
«Η σημαντική θετική συνεισφορά του παραγωγικού συντελεστή του φυσικού κεφαλαίου δεν κατέστησε δυνατή την αποφυγή μιας τέτοιου είδους (ισχνής) αναπτυξιακής τροχιάς» σημειώνουν οι οικονομολόγοι της τράπεζας.
Και υπογραμμίζουν ότι το διαχρονικό πρόβλημα της χώρας (ιδιαίτερα μετά το 1979) εστιάζεται στην μειωμένη εγχώρια παραγωγικότητα.
Παράλληλα, λαμβάνοντας ως δεδομένο ότι η απεμπλοκή της Ελλάδος από την παρούσα κρίση χρέους θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από την μελλοντική αναπτυξιακή της πορεία, συμπεραίνεται ότι η ελληνική οικονομία θα μπορέσει να ξεφύγει από τον οικονομικό μαρασμό κυρίως μέσω υιοθέτησης πολιτικών ενίσχυσης της παραγωγικότητας.
«Πολιτικές αποκλειστικά εστιασμένες στην ενίσχυση της ζήτησης για επενδύσεις και κατανάλωση και αύξησης της απασχόλησης, χωρίς ιδιαίτερη προσοχή στην επίδραση που μπορεί να έχουν στην εγχώρια παραγωγικότητα, μπορεί μεν βραχυπρόθεσμα να έχουν ευεργετικές επιδράσεις στην οικονομία, ωστόσο μακροπρόθεσμα από μόνες τους, χωρίς ταυτόχρονες συμπληρωματικές πολιτικές αύξησης της παραγωγικότητας, είναι δύσκολο να αποτελέσουν βασικούς πυλώνες ανάπτυξης» καταλήγει η μελέτη της Eurobank.