Η Ελλάδα θα πρέπει να αξιοποιήσει την ανάκαμψη του παγκόσμιου εμπορίου
Στις εξαγωγές βρίσκεται το «κλειδί» για τη μεσοπρόθεσμη ανάκαμψη της Ελλάδας, εκτιμά η EY σε έκθεσή της υπό τον τίτλο «Eurozone Forecast (EEF) Spring 2014».
Με δεδομένη την αδυναμία της εγχώριας αγοράς, η Ελλάδα θα πρέπει να αξιοποιήσει την ανάκαμψη του παγκόσμιου εμπορίου, σημειώνεται στην έκθεση. Οι επιδόσεις μέχρι σήμερα είναι ανάμικτες, με τις ενισχυμένες ισχυρές διεθνείς εισπράξεις από τις ταξιδιωτικές υπηρεσίες να αντισταθμίζουν τις απογοητευτικές εξαγωγές αγαθών. Ωστόσο, η ισχυρότερη ανάκαμψη της Ευρωζώνης και η συνεχιζόμενη βελτίωση στο σκέλος της προσφοράς, δείχνουν ενθαρρυντικές επιδόσεις του εμπορίου, με την αύξηση των εξαγωγών να φθάνει στο 4,8% το 2014 και να κυμαίνεται σε ετήσιο μέσο όρο 4% το χρονικό διάστημα 2015-17.
Με την ανάκαμψη των εξαγωγών, οι επιχειρήσεις θα πρέπει να αναπληρώσουν τα μειωμένα αποθεματικά τους προκειμένου να αξιοποιήσουν τα οφέλη από τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας και τις μεταρρυθμίσεις. Οι επενδύσεις πάγιου κεφαλαίου αναμένεται να αυξηθούν ελαφρώς το τρέχον έτος και στη συνέχεια να αυξηθεί κατά τουλάχιστον 6% ετησίως το χρονικό διάστημα 2015–18.
Σύμφωνα με την EY, παρά το γεγονός ότι οι οικονομικές προοπτικές έχουν βελτιωθεί, η ένταση στο πολιτικό τοπίο παραμένει. Οι διεθνείς σχέσεις εμφανίζονται επίσης τεταμένες, καθώς οι δανειστές πιέζουν την κυβέρνηση να προχωρήσει ταχύτερα στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις.
Ο ρυθμός συρρίκνωσης της ελληνικής οικονομίας συνέχισε, σύμφωνα με την EY, να επιβραδύνεται προς το τέλος του 2013, με το ΑΕΠ να έχει μειωθεί κατά 3,7% στο τέλος του χρόνου. Η ανεργία έχει αρχίσει να σταθεροποιείται, και οι προοπτικές έχουν βελτιωθεί αισθητά με τα δημόσια οικονομικά (εκτός των πληρωμών τόκων) και το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών να έχει σχεδόν ισοσκελισθεί.
Η EY εκτιμά ότι είναι μάλλον πρόωρο να μιλάμε για ανάκαμψη, καθώς, σύμφωνα με την ίδια, αναμένεται το ΑΕΠ να συρρικνωθεί περαιτέρω κατά 0,5% το 2014. Η ύπαρξη σημαντικού πλεονάζοντος παραγωγικού δυναμικού, θα συνεχίσει να πιέζει τους μισθούς βραχυπρόθεσμα, οδηγώντας σε περαιτέρω μείωση το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών, παρά τη σχετική ανακούφιση από την πτώση των τιμών. Στο πλαίσιο αυτό, αναμένεται ότι οι καταναλωτικές δαπάνες θα μειωθούν κατά 1% το 2014, αντισταθμίζοντας σε μεγάλο βαθμό τη βελτίωση των καθαρών εξαγωγών.
Σύμφωνα με την έκθεση της EY, υστέρηση στην ανάκαμψη θα συνεχίζει να εμφανίζει η οικονομία της Ευρωζώνης, έναντι των άλλων μεγάλων οικονομιών καθώς το υψηλό ποσοστό ανεργίας συγκεκριμένων χωρών «φρενάρει» την αναπτυξιακή της πορεία.
Ειδικότερα, το ΑΕΠ της Ευρωζώνης το 2018 θα είναι κατά 5% αυξημένο από το υψηλότερο επίπεδο πριν την οικονομική κρίση, δηλαδή το πρώτο τρίμηνο του 2008. Αντίθετα, το ΑΕΠ του Ηνωμένου Βασιλείου και των ΗΠΑ θα είναι αντίστοιχα υψηλότερο κατά 12% και 23% κατά την ίδια περίοδο.
Μετά από δύο χρόνια ύφεσης, η έκθεση προβλέπει για την Ευρωζώνη ανάπτυξη 1% το 2014, 1,4% το 2015 και, στη συνέχεια, ανάπτυξη 1,6% ετησίως το διάστημα μεταξύ 2016 και 2018. Οι επιδόσεις αυτές, εξακολουθούν να είναι ανεπαρκείς, ιδιαίτερα σε σχέση με τον ρυθμό ανάπτυξης που σημειώθηκε κατά το πρώτο ήμισυ της τελευταίας δεκαετίας. Ωστόσο, δικαιολογείται μια συγκρατημένη αισιοδοξία καθώς θα υπάρξει μια σταδιακή ανάκαμψη των καταναλωτικών δαπανών και των επιχειρηματικών επενδύσεων.
Η επιστροφή σε συγκρατημένη ανάπτυξη και η σταθεροποίηση της δανειακής επιβάρυνσης οδηγούν σε περαιτέρω υποχώρηση στην πιθανότητα διάλυσης της Ευρωζώνης. Η ένταξη της Λετονίας νωρίτερα φέτος και η πιθανή ένταξη της Λιθουανίας τον επόμενο χρόνο έχουν δώσει μια θετική ώθηση στην εμπιστοσύνη προς τις χώρες του ενιαίου νομίσματος.
Η έκθεση προβλέπει διαφοροποιήσεις στον ρυθμό ανάκαμψης ανάμεσα στα διάφορα κράτη- μέλη. Ειδικότερα, αναμένει πλέον ρυθμό ανάπτυξης του ΑΕΠ της Ιρλανδίας κατά 1,8% φέτος, ενώ και η Ισπανία αναμένεται να επιστρέψει σε ανάπτυξη 0,8%. Ο υψηλότερος ρυθμός ανάπτυξης στην Ευρωζώνη αναμένεται να επιτευχθεί από το νεότερο μέλος, τη Λετονία, η οποία προβλέπεται να αναπτυχθεί κατά περισσότερο από 4%, ακολουθούμενη από την Εσθονία της οποίας η ανάπτυξη θα φθάσει στο 2,5%. Αντίθετα, ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ στη Γαλλία προβλέπεται να μην ξεπεράσει το 0,7%, ποσοστό το οποίο βρίσκεται χαμηλότερα από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης. Άλλες χώρες του πυρήνα, όπως το Βέλγιο, η Ολλανδία και η Φινλανδία, θα περιορισθούν και αυτές εμφανίζοντας υποτονική ανάπτυξη, εντείνοντας έτσι τις ανησυχίες σχετικά με τις μεσοπρόθεσμες προοπτικές τους.
Σύμφωνα με την έκθεση, η μέση ανεργία στην Ευρωζώνη θα διαμορφωθεί στο 12% το 2014, ελαφρώς χαμηλότερα από το 2013, πριν αρχίσει να μειώνεται σταδιακά για να φθάσει στο 11% το 2018. Ωστόσο, με τους ρυθμούς ανάπτυξης του ΑΕΠ θα παραμείνουν οι μεγάλες αποκλίσεις στην αγορά εργασίας μεταξύ των χωρών- μελών. Το ποσοστό ανεργίας στην Ελλάδα αναμένεται να φθάσει στο 28% φέτος, για να μειωθεί σταδιακά σε λιγότερο από 25% το 2018, ενώ το ποσοστό της ανεργίας στην Ισπανία αναμένεται να μειωθεί στο 25% φέτος και στη συνέχεια στο 23% το 2018. Αντίθετα, η Αυστρία και η Γερμανία θα συνεχίσουν να έχουν τα χαμηλότερα ποσοστά ανεργίας, 4,5% και 5,3% αντίστοιχα, κατά την περίοδο 2014- 18.
Ενώ τα σημερινά επίπεδα της ανεργίας σε ορισμένες χώρες της Ευρωζώνης είναι ανησυχητικά υψηλά, η ανεργία των νέων, ιδιαίτερα στην περιφέρεια, είναι ακόμη πιο ανησυχητική. Η Ισπανία και η Ελλάδα έχουν ποσοστά ανεργίας των νέων πάνω από 50%, ενώ η Σλοβακία, η Ιταλία και η Πορτογαλία έχουν ποσοστά πάνω από 30%.